Κυριακή, Νοεμβρίου 23, 2003

Ο πολιτισμός της τηλεόρασης

από το Θανάση Γιαλκέτση
Στις 3 Οκτωβρίου, πέθανε στα 72 του χρόνια ο αμερικανός κοινωνιολόγος Νιλ Πόστμαν. Στη γλώσσα μας κυκλοφορούν τα βιβλία του «Διασκέδαση μέχρι θανάτου» (Δρομέας), «Τεχνοπώλιο» και «Η πυξίδα του μέλλοντος» (Καστανιώτης).

Η συνέντευξη που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στο ιταλικό περιοδικό «Reset» τον Αύγουστο του 2001.

- Καθηγητή Πόστμαν, στο βιβλίο σας «Διασκέδαση μέχρι θανάτου» οι θέσεις σας είναι η πιο κλασική διατύπωση των επιπτώσεων που προκαλεί η τηλεόραση στο δημόσιο λόγο και στην πολιτική αντιπαράθεση. Τις διατυπώσατε πριν από δεκαπέντε περίπου χρόνια. Στα χρόνια που ακολούθησαν φαινόταν ότι θα μειωνόταν ο ρόλος της τηλεόρασης σε όφελος νέων τεχνολογιών. Απ' ό,τι φαίνεται όμως η τηλεόραση διατηρεί έναν κυρίαρχο ρόλο στην επικοινωνία σε ολόκληρο τον κόσμο.

«Νομίζω ότι η κατάσταση έγινε ακόμη πιο δύσκολη απ' ό,τι ήταν το 1986. Τουλάχιστον στην Αμερική, το να κάνει κανείς τηλεόραση σημαίνει ουσιαστικά να πουλάει το κοινό των θεατών στους διαφημιστές. Περί αυτού πρόκειται. Επομένως ο καλύτερος τρόπος για να πετύχει αυτό το αποτέλεσμα είναι απλώς το να μετατρέπει την τηλεόραση σε συνεχή και αδιάκοπη πηγή διασκέδασης. Το 1986, όταν έγραψα αυτά τα πράγματα, αυτό ήταν ήδη ολότελα φανερό. Αλλά σήμερα, στο 2001, είναι ακόμη περισσότερο πρόδηλο».

- Δεν νομίζετε ότι η τηλεόραση με την κλασική της έννοια πρόκειται να υποχωρήσει σε σημασία σε σχέση με τις άλλες μορφές ηλεκτρονικής επικοινωνίας;

«Τουλάχιστον στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία που να επιβεβαιώνουν ότι η παρακολούθηση της τηλεόρασης μειώνεται εξαιτίας της επικράτησης της τεχνολογίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Αυτό που άλλαξε προφανώς είναι το άνοιγμα της τηλεόρασης σε πολλά κανάλια, στη συνδρομητική τηλεόραση και σε άλλες μορφές. Ο τρόπος που βλέπουμε τηλεόραση παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό ο ίδιος, αν και δεν περιορίζεται σε τρία τέσσερα δίκτυα. Οι άνθρωποι έχουν στη διάθεσή τους δεκάδες κανάλια. Μπορεί αλλού τα πράγματα να είναι διαφορετικά, αλλά στις Ηνωμένες Πολιτείες οι άνθρωποι συνεχίζουν να βλέπουν τηλεόραση περίπου στα ίδια ποσοστά που έβλεπαν και πριν από τη διάδοση των ηλεκτρονικών υπολογιστών».

- Δεν αναπτύσσεται μια διαφορετική ζήτηση;

«Το κοινό στρέφεται στην τηλεόραση για όλες σχεδόν τις ανάγκες του. Αυτή είναι η κύρια έννοια που προσπάθησα να εξηγήσω στο βιβλίο μου του 1986. Θέλω να πω ότι στα άλλα μέσα, στις εφημερίδες, στον κινηματογράφο ή στα cd καταφεύγουμε για πολύ συγκεκριμένους σκοπούς. Βάζουμε ένα cd για να ακούσουμε μουσική, πηγαίνουμε στο θέατρο για να δούμε μια κωμωδία. Αλλά στην τηλεόραση στρεφόμαστε για όλα.

Η τηλεόραση έχει γίνει αυτό που εγώ ορίζω ως το κέντρο διοίκησης της κουλτούρας. Οι άνθρωποι στρέφονται στην τηλεόραση για τη θρησκεία, την πληροφόρηση, τον αθλητισμό, την πολιτική. Η τηλεόραση προμηθεύει τα πάντα και το πρόβλημα γεννιέται από το γεγονός ότι, από τη στιγμή που η τηλεόραση αναφέρεται ουσιαστικά στη διασκέδαση, την ψυχαγωγία, όλες αυτές οι μορφές -η θρησκεία, η πολιτική κ.λπ.- καταλήγουν να γίνονται ψυχαγωγία. Αυτό είναι το πρόβλημα. Η κριτική μου στρέφεται ενάντια στο γεγονός ότι η πληροφόρηση, η θρησκεία, η μουσική και άλλοι σοβαροί τομείς του πολιτισμού γίνονται ψυχαγωγία και μετατρέπονται σε πηγές διασκέδασης. Τα δελτία ειδήσεων, για παράδειγμα, σχεδιάζονται και οργανώνονται με τον ίδιο τρόπο που θα προετοιμαζόταν ένα ψυχαγωγικό πρόγραμμα με ποικιλία θεαμάτων. Αναζητούν τους πιο ελκυστικούς δημοσιογράφους και αυτοί αφιερώνουν στον κομμωτή τους τουλάχιστον τον ίδιο χρόνο με εκείνο που αφιερώνουν στην εργασία τους.

Τα δελτία ειδήσεων έχουν μουσική επένδυση και προβάλλουν τις οπτικά πιο εντυπωσιακές εικόνες, ανεξάρτητα από το αν έχουν ειδησεογραφική σημασία κ.ο.κ.».

- Στο βιβλίο σας υπάρχει ένα πολύ ωραίο κεφάλαιο για την τυπογραφική εποχή, με αναφορές κυρίως στην αμερικανική ιστορία. Οι θεμελιωτές των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν εξαιρετικοί αναγνώστες. Αυτό το κεφάλαιο θα μπορούσε να υποβληθεί σε κριτική επειδή εξιδανικεύει τα πράγματα.

« Δεν είστε ο πρώτος που μου λέει ότι το πορτρέτο με το οποίο σκιαγράφησα την εποχή του έντυπου λόγου είναι μάλλον ιδεαλιστικό. Ο,τι και να πει κανείς, είναι φανερό ότι υπήρχαν πάρα πολλά πράγματα που δεν πήγαιναν καλά στην εποχή που ο τύπος καθόριζε τον τρόπο σκέψης. Αλλά οι κοινωνικές και φιλοσοφικές ιδέες, που σήμερα θεωρούμε δεδομένες, υπήρξαν το προϊόν ενός κόσμου προσανατολισμένου με βάση τον τύπο. Ακόμη και τα πρόσωπα που επινόησαν τις νέες τεχνολογίες -από το ραδιόφωνο ώς την τηλεόραση και από τα αεροπλάνα ώς τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές- όλα αυτά τα πρόσωπα εκπαιδεύτηκαν σχεδόν αποκλειστικά από την πένα, το χαρτί και τα βιβλία. Ο ίδιος ο Μπιλ Γκέιτς έχει δεχθεί μιαν εκπαίδευση που βασίζεται κατά μεγάλο μέρος στον γραπτό λόγο.

Ο γραπτός λόγος συνέβαλε στην ανάπτυξη ενός νέου τρόπου σκέψης, που κατέστησε δυνατή την κατανόηση του σύγχρονου κόσμου. Χωρίς τον τύπο δεν νομίζω ότι θα μπορούσαμε να έχουμε όχι μόνο την τεχνολογία που διαθέτουμε, αλλά ούτε και τις πολιτικές και κοινωνικές ιδέες που συνεχίζουν να μας εμπνέουν. Στον 18ο αιώνα, για παράδειγμα, υπήρχε η δουλεία και υπήρχαν τυραννικές κυβερνήσεις. Οι άνθρωποι υποχρέωναν τα παιδιά να εργάζονται στα εργοστάσια από την αυγή ώς τη δύση. Αλλά στην εποχή του τύπου, όλες αυτές οι λαθεμένες ιδέες εξαλείφθηκαν και οι άνθρωποι άρχισαν να σκέφτονται με διαφορετικό τρόπο χάρη στη νοημοσύνη του έντυπου λόγου (...)».


7 - 23/11/2003