Δευτέρα, Ιανουαρίου 31, 2005

O πατέρας του όρου «αντισυστημικά κινήματα»

H Aριστερά δεν μπόρεσε να δώσει λύσεις εκεί όπου απέτυχε ο φιλελευθερισμός, λέει ο πολιτικός επιστήμων Ι. Βάλερσταϊν μιλώντας στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» και τον Θαναση Βασιλειου.

Γκορ Βιντάλ: Τρόμος για όλους, ελευθερία για κανέναν

- Δεν είμαστε δημοκρατία και ποτέ δεν θέλαμε να είμαστε δημοκρατία. Είμαστε μια ολιγαρχία αφιερωμένη στον καταναλωτισμό.

Ο Αμερικανός συγγραφέας Γκορ Βιντάλ μίλησε στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» και στον Ηλια Κ. Μαγκλινη για το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο οδηγούνται οι Hνωμένες Πολιτείες.

Αξίζει τον κόπο να διαβαστεί!


ΠΟΡΤΟ ΑΛΕΓΚΡΕ: Η κοινωνία στην αντεπίθεση

5ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΦΟΡΟΥΜ
Στόχος, η δημιουργία μιας διεθνούς οργάνωσης των πολιτών ενσωματωμένη στον ΟΗΕ

Το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ θα πρέπει τώρα «να περάσει στην επίθεση» και «να θέσει συγκεκριμένες προτεραιότητες για τα επόμενα πέντε ή έξι χρόνια», εκπονώντας μια «στρατηγική κοινωνικής ισχύος». Την πρόταση διατύπωσε ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες και ήταν μία από τις πολλές που ακούστηκαν στα στρογγυλά τραπέζια του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ.

Ο Τσάβες μίλησε από μια αγροτική περιοχή της Βραζιλίας, η οποία διοικείται εξ ολοκλήρου από το κίνημα των ακτημόνων. Από εκεί επανέλαβε την απόφαση της κυβέρνησής του να εφαρμόσει την αγροτική νομοθεσία, που προβλέπει κατάσχεση των γαιών οι οποίες μένουν ανεκμετάλλευτες και διανομή τους στους ακτήμονες. «Κηρύσσουμε επανάσταση και πόλεμο κατά όσων κατέχουν λατιφούντια», είπε. Υπέγραψε επίσης συμφωνία με το υπουργείο Γεωργίας της Βραζιλίας για την ανταλλαγή σπόρων που προέρχονται από καλλιέργειες αυτοχθόνων.

Στο Πόρτο Αλέγκρε, όπου το φόρουμ ολοκληρώνεται σήμερα, Ευρωπαίοι και Λατινοαμερικανοί ακτιβιστές πρότειναν μεταρρύθμιση του ΟΗΕ. Ο πρόεδρος της σοσιαλιστικής ομάδας του Ευρωκοινοβουλίου, Πουλ Νίρουπ Ράσμουσεν, τόνισε ότι «η Ε.Ε., το ASEAN, η Αφρικανική Ενωση, το MERCOSUR, όλοι θα πρέπει να βρουν τη θέση τους σε ένα διευρυμένο Συμβούλιο Ασφαλείας». Ο πρώην γενικός διευθυντής της UNESCO Φεδερίκο Μαγιόρ, ζήτησε τη «δημιουργία διεθνούς οργάνωσης της κοινωνίας των πολιτών που θα περιλαμβάνει όλες τις διεθνείς οργανώσεις και θα ενσωματωθεί στον ΟΗΕ».

Σε άλλη συζήτηση εθίγη το μείζον θέμα ελέγχου του νερού. Κοινή ήταν η θέση ότι θα πρέπει οι υδάτινοι πόροι να «επανεθνικοποιηθούν».

Μεγάλη συμμετοχή και στο φόρουμ για τα πνευματικά δικαιώματα στο Διαδίκτυο, με ομιλητή το στιχουργό των «Γκρέιτφουλ Ντεντ», Τζον Μπάρλοου. «Οι φτωχές χώρες δεν μπορούν να λύσουν τα προβλήματά τους αν δεν σταματήσουν να πληρώνουν άδειες για το λογισμικό», είπε, θυμίζοντας ότι η Βραζιλία πληρώνει πιο πολλά σε άδειες από ό,τι για την αντιμετώπιση της πείνας.

(Γαλλικό - Ασοσιέτεντ - ΑΠΕ)


ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 31/01/2005

Κυριακή, Ιανουαρίου 30, 2005

Η διαφήμιση, τα media και ο αξιότιμος κ. Λεβί

Μοιάζει με συνέχεια του άρθρου «Ο κυνικός διαφημιστής» που αντιγράψαμε τις προάλλες από την «Ε». Αυτή τη φορά πρόκειται για δημοσίευμα της LE-MONDE που αποκαλύπτει (σε όσους δεν την ήξεραν φυσικά) τον ρόλο των διαφημιστών στη Νέα Τάξη Πραγμάτων…


Η διαφήμιση, τα media και ο αξιότιμος κ. Λεβί

Διαφήμιση και media

Του MARIE BENILDE*

Ο όμιλος Editis, που διαθέτει τους εκδοτικούς οίκους Bordas, Nathan, Le Robert, La Decouverte, Plon, Robert Laffont..., πέρασε στην ιδιοκτησία της Wendel Investisse-ment, του Ερνέστ-Αντουάν Σεγέρ.

Στο όνομα του ανταγωνισμού! Στο χώρο των εκδόσεων και του τύπου, οι βιομηχανικοί ή διαφημιστικοί όμιλοι διαδραματίζουν αποφασιστικό ρόλο.

Ανάμεσά τους ο όμιλος Publicis, ο οποίος διατηρεί πολύ στενές σχέσεις με τα μέσα ενημέρωσης, χρησιμεύοντας ταυτόχρονα ως σύμβουλος των μεγάλων αφεντικών.

Ολόκληρο το άρθρο εδώ

Σάββατο, Ιανουαρίου 29, 2005

Ο φανταστικός κόσμος της οικονομίας

Του Μίμη Ανδρουλάκη

Αθήνα,24/12/2004

Οι βουλευτές της αντιπολίτευσης αποκάλεσαν–και σωστά - τον προϋπολογισμό ουτοπικό, εξωπραγματικό. Πράγματι οι προϋπολογισμοί γενικά, αυτά τα άχαρα λογιστικά τούβλα των 6-7 τόμων κρύβουν μυστικά, περικλείνουν δημιουργική φαντασία, εύλογες ή ανυπόστατες προσδοκίες, αόριστες υποχρεώσεις, διπλούς χαρακτήρες, ότι δηλαδή και ένα καλό μυθιστόρημα. Αν μάλιστα υπολογίσουμε το σασπένς, την αβεβαιότητα από την πτώση του δολαρίου, την τιμή του πετρελαίου, και τις διακυμάνσεις των αγορών ή την αβεβαιότητα από το αν θα επενεργήσουν ή όχι στην πραγματική οικονομία οι νέοι αναπτυξιακοί και φορολογικοί νόμοι, ε τότε μπορούμε να δούμε σίγουρα τον Αλογοσκούφη σαν μυθιστοριογράφο.Οι αριθμοί του προϋπολογισμού είναι μιγαδικοί δηλαδή άθροισμα πραγματικών και φανταστικών αριθμών. Αλλά και όλα τα κρίσιμα μεγέθη της οικονομίας είναι μιγαδικά.Ας ξεκινήσουμε από τον πιο κοινότοπο αριθμό, τον πληθωρισμό. Ο κάθε πολίτης αντιλαμβάνεται ότι ο δείκτης τιμών με βάση το καλάθι του καταναλωτή, ο επίσημος πληθωρισμός, αποκλίνει από τον πραγματικό όπως τον βιώνει ο καταναλωτής και μάλιστα τον βιώνει διαφορετικά ο νέος από τον συνταξιούχο, διαφορετικά αυτός που έχει παιδιά και οικογένεια, διαφορετικά ο πλούσιος, ο μεσαίος, ο φτωχός. Η σκληρή αλήθεια είναι ότι νομότυπα υποεκτιμούμε τον πληθωρισμό. Κι όμως αυτός ο φανταστικός αριθμός, ο πληθωρισμός επηρεάζει αλυσιδωτά όλα τα κρίσιμα μεγέθη της οικονομίας. Έτσι οι μισθολογικές αυξήσεις υπολείπονται του πληθωρισμού, η φορολογία των νοικοκυριών αυξάνει, το οικογενειακό εισόδημα και η ζήτηση μικραίνει ενώ η ανταγωνιστικότητα των εγχώριων προϊόντων και η παραγωγικότητα της εργασίας εμφανίζονται μεγαλύτερες απ' ότι είναι. Ο συνολικός κοινωνικός πλούτος που παράγουμε είναι σχετικά μικρότερος απ' αυτό που υποθέτουμε. Το πραγματικό ΑΕΠ είναι μικρότερο. Είναι απλό, για να το υπολογίσουμε διαιρούμε το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές της αγοράς με τον αποπληθωριστή της κατανάλωσης, ο οποίος είναι μικρότερος από τον πραγματικό.Ας αφήσουμε όμως τον πληθωρισμό και ας πάμε σε κάτι πιο σημαντικό, στην παραγωγικότητα της εργασίας, στην οποία έτσι κι αλλιώς σημειώσαμε σημαντική πρόοδο. Φτάσαμε στο 90% του ευρωπαϊκού μέσου δείκτη σύμφωνα με την έκθεση του ΚΟΚ και μάλιστα προσεγγίζουμε σχεδόν τα επίπεδα της Γερμανίας (!) και της Ολλανδίας (!). Αν είναι αλήθεια ότι τα επίπεδα παραγωγικότητας προσδιορίζουν σε τελευταία ανάλυση τα στάνταρντ της ζωής θα έπρεπε ο Έλληνας να προσεγγίζει τα εισοδήματα και το επίπεδο ζωής του Γερμανού και του Ολλανδού. Αν ήταν έτσι θα έχουν απόλυτο δίκιο όσοι λένε ότι το μόνο που χρειαζόμαστε είναι να μοιράσουμε πιο δίκαια τον κοινωνικό πλούτο κι όχι και να τον αυξήσουμε σημαντικά για να συγκλίνουμε μισθολογικά με την Ευρώπη. Κι όμως αυτό το θαύμα της ελληνικής παραγωγικότητας έχει τη δική του δόση μυθιστορίας. (κι όχι μόνο της ελληνικής, η συζήτηση είναι ευρωπαϊκή, αμερικάνικη και κινέζικη). Η παραγωγικότητα είναι ένα κλάσμα. Εδώ και ο αριθμητής του, το ΑΕΠ, είναι υπερεκτιμημένο και ο παρανομαστής του, δηλαδή ο αριθμός των εργαζομένων ή των εργατοωρών που χρειάζονται για την παραγωγή του είναι υποτιμημένος, αφού καταρχάς δεν υπολογίζει το σημαντικό όγκο της μαύρης εργασίας. Αν μάλιστα δούμε σε ποιους τομείς πήγαν αυτά τα χρόνια οι αυξημένες ιδιωτικές επενδύσεις μπορούμε να βγάλουμε βάσιμα το συμπέρασμα ότι για να έχουμε αυτό το αυξημένο παραγόμενο προϊόν ανά εργαζόμενο ειδικά στη μεταποίηση χρειάστηκε μια σημαντική αύξηση του κεφαλαίου ανά εργαζόμενο. Δηλαδή στην πραγματικότητα οι επιχειρηματίες έριξαν περισσότερο κεφάλαιο και εξοπλισμό για να παράγουν τα ίδια προϊόντα με τις ίδιες μεθόδους παραγωγής αντί να επενδύσουν αποδοτικά σε καινοτομία, σε νέα προϊόντα με νέες μεθόδους παραγωγής και σε νέες υπηρεσίες, ώστε να αυξήσουμε περισσότερο την πραγματική ολική παραγωγικότητά της οικονομίας (total multi-factor productivity). Θα υπογραμμίσω κάτι ακόμα πιο χαρακτηριστικό για να προσγειωθούμε σχετικά με τα θαύματα της ελληνικής παραγωγικότητας. Είναι πολύ πιθανό από το 2005 έως τουλάχιστον το 2007 να φαίνεται ότι αυξάνει κι άλλο η παραγωγικότητα της εργασίας μόνο και μόνο γιατί οι επιχειρηματίες θα ξεφορτώνονται με μαζικές απολύσεις το λιγότερο παραγωγικό και μεγαλύτερης ηλικίας εργατικό δυναμικό. Έτσι θα μειώνεται πάλι ο παρανομαστής ενώ ο αριθμητής, έτσι κι αλλιώς, θα φουσκώνει.Στην πραγματικότητα τηρώντας τους κανόνες της Ε.Ε. υποεκτιμούμε τον πληθωρισμό μας και υπερεκτιμούμε την παραγωγικότητά μας κι όμως αυτός ο φανταστικός κόσμος διαλύεται μόλις κοιτάξουμε τις εξαγωγές μας και τη διαρκή πτώση της ανταγωνιστικότητάς μας. Μπορεί να σκεφτεί κανείς πονηρά ότι η υποεκτίμηση του πληθωρισμού μειώνει τους μισθούς ενώ σε αντιστάθμιση η υπερεκτίμηση της παραγωγικότητας τείνει να αυξάνει τις προσδοκίες και τις διεκδικήσεις για υψηλότερους μισθούς. Στην πραγματικότητα το τελικό άθροισμα είναι σε βάρος της απασχόλησης και του εισοδήματος των εργαζομένων.Μη μας πιάνει όμως πανικός. Όλη η παγκόσμια οικονομία είναι πλημμυρισμένη από εικονικά, πλασματικά, φανταστικά και μυθιστορηματικά στοιχεία. Το ζήτημα είναι ότι σ' αυτή την ανοιχτή, παγκόσμια αγορά άλλες χώρες κερδίζουν, άλλες χάνουν, άλλες αυξάνουν, άλλες μειώνουν τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα. Οι Αμερικάνοι, οι Σκανδιναβοί, οι Ιρλανδοί και άλλοι ότι χάνουν σε συγκριτικά πλεονεκτήματα στους παραδοσιακούς τομείς της φτηνής εργατικής δύναμης που φεύγουν για αλλού το υποκαθιστούν στους τομείς της οικονομίας της γνώσης και της καινοτομίας και έτσι τελικά βγαίνουν, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, κερδισμένοι. Αναπτυσσόμενες φτωχές χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία αποκτούν διπλό συγκριτικό πλεονέκτημα και στους τομείς της φτηνής εργατικής δύναμης και στους καινοτόμους τομείς της υψηλής τεχνολογίας και βγαίνουν επίσης κερδισμένες από την παγκοσμιοποίηση. Αντίθετα ενδιάμεσες χώρες σαν την Ελλάδα με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης αυτά τα χρόνια κινδυνεύουν να χάσουν οριστικά κάθε πλεονέκτημα στους παραδοσιακούς τομείς ενώ θα δυσκολεύονται να διαβούν το κατώφλι προς μια νέα οικονομία της καινοτομίας και των νέων υπηρεσιών. Στο κρίσιμο ερώτημα τι θα παράγει η Ελλάδα τα επόμενα δέκα χρόνια που δεν θα μπορεί να τα παράγει πιο φθηνά η Βουλγαρία τι θα απαντήσουμε; Μόνο ναυτιλία; Μόνο τουρισμό και μάλιστα με πολλά «αν»; Τι άλλο; Υπάρχει ιδιαίτερη θέση της Ελλάδας στον νέο καταμερισμό εργασίας; Μ' αυτό το πρίσμα, της νέας ατζέντας για την Ελλάδα του 2005 -2015 ο νέος αναπτυξιακός νόμος, ο νέος φορολογικός νόμος και ο προϋπολογισμός, ειδικά σ' ότι περιέχει ο τελευταίος για την έρευνα, την καινοτομία και την εκπαίδευση, ανήκουν ξεκάθαρα στον κόσμο του χθες. Το χθες γενικά επισκιάζει το αύριο. Η αντιμεταρρύθμιση, το status quo, ο φόβος για τις ώριμες αλλαγές επικρατούν και επηρεάζουν όχι μόνο την κυβέρνηση αλλά, στον ένα ή στον άλλο βαθμό όλο το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό φάσμα. Αυτός ο βαθύς αριστεροδεξιός, πολιτικός, κοινωνικός και επιχειρηματικός συντηρητισμός είναι χίλιες φορές μεγαλύτερο εμπόδιο για την απογείωση της ελληνικής οικονομίας από τα όποια μυθιστορηματικά στοιχεία σημαδεύουν τους προϋπολογισμούς και την οικονομία.

DownLoad Pdf

Παρασκευή, Ιανουαρίου 28, 2005

35 χρόνια New Media

Ψαρέψαμε το σχόλιο από το einsodernull που με τη σειρά του το ψάρεψε από το Pointer Online. Τα Νέα Μέσα συμπληρώνουν 35 χρόνια ύπαρξης. Εδώ το New Media Timeline απο 1969 ως το 2004…

Πέμπτη, Ιανουαρίου 27, 2005

ΜΠΕΡΔΕΥΤΗΚΑ

ΜΠΕΡΔΕΥΤΗΚΑ Τέμπη, Τίρναβος, Βελεστίνο, Μελούνα, Φάρσαλα, Δομοκός.
«Δεν ηξεύρω τι να κάμω», αναρωτιόταν στα τηλεγραφήματά του από το μέτωπο ο διάδοχος Κωνσταντίνος. Και ο Γεννάδιος από την εφημερίδα «Σωτηρία» τον προέτρεπε: «Να αποθάνεις!».
«Αλλά, πού 'ν' τα χρόνια 'κείνα τα παλιά;».

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΛΤΣΟΣ
ΤΑ ΝΕΑ , 27-01-2005

Ψηφιακό Μανιφέστο - Αρθρα 6-9

Ψηφιακό Μανιφέστο
Η σημερινή κατάσταση

Μέρος 2ο

6. Η ελευθερία σήμερα έχει καταντήσει να είναι απλώς το δικαίωμα επιλογής ανάμεσα σε καταναλωτικά προϊόντα, παρά η δυνατότητα να ορίζουμε την ίδια μας την ζωή. Τα τελευταία διακόσια χρόνια το σύστημα παραγωγής έχει καταφέρει να αυξήσει τον υλικό πλούτο σε βάρος της ουσιαστικής συμμετοχής στα μέσα παραγωγής. Ακόμη και οι πιο φτωχοί άνθρωποι της ευρωπαϊκής κοινωνίας σήμερα ζουν καλύτερα απ’ ότι οι βασιλιάδες και οι αριστοκράτες κάποτε. Όμως οι «απολαύσεις» του καταναλωτισμού πληρώνονται ακριβά με την εντατικοποίηση και τον μόχθο της –συχνά βαρετής και χωρίς ουσία- εργασίας.

7. Μετά το 1968 η επιθυμία για μεγαλύτερες αμοιβές συνοδεύτηκε από την απαίτηση για περισσότερη εργασιακή αυτονομία. Οι νέο-φιλελεύθεροι προσπάθησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αλλού να οικειοποιηθούν αυτά τα αιτήματα και να ενσωματώσουν κάποιες από αυτές τις ιδέες στις πολιτικές τους για την «ελεύθερη αγορά» και τις ιδιωτικοποιήσεις. Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η Καλιφορνέζικη ιδεολογία μας υπόσχεται πως αν είμαστε αρκετά ταλαντούχοι εργαζόμενοι στα Νέα Μέσα και την Πληροφορική αργά ή γρήγορα θα γίνουμε διάσημοι και βαθύπλουτοι επιχειρηματίες. Στην πραγματικότητα θέλουν να μας στρατολογήσουν και να μας εντάξουν σε μια «εικονική κάστα» η οποία θα εξουσιάζει και θα ελέγχει τις βιομηχανίες των Νέων Μέσων και της Πληροφορικής.

8. Φυσικά αυτές οι νέο-φιλελεύθερες συνταγές δεν μπορούν να προσφέρουν καμιά πραγματική λύση. Οι πολιτικές της «ελεύθερης αγοράς» δεν εξαγριώνουν απλώς τις κοινωνίες μας, δεν αγνοούν απλώς την καταστροφή του περιβάλλοντος. Πάνω από όλα δεν καταφέρνουν να αποτρέψουν την αλλοτρίωση των εργαζομένων. Κάτω από την νέο-φιλελεύθερη εξουσία οι εργαζόμενοι έχουν την «ελευθερία» να επιλέγουν αφεντικά αλλά όχι και τρόπο δουλειάς. Η δυνατότητα έκφρασης και παρέμβασης μέσα από τις ίδιες μας τις δημιουργίες είναι εντελώς αποκλεισμένη.

9. Για όσους από εμάς θέλουν πραγματικά να είναι δημιουργικοί στα Νέα Μέσα και στην Πληροφορική, η μόνη λύση είναι να γίνουμε Ψηφιακοί Ελεύθεροι Τεχνίτες. Η μεγάλη εξάπλωση του προσωπικού υπολογιστή και η διείσδυση του Δικτύου δεν είναι παρά η έκφραση της επιθυμίας του ανθρώπου για αυτόνομη εργασία και αυτοαπασχόληση. Δραπετεύοντας από την μισθωτή σκλαβιά, τα γραφεία και τις αλυσίδες μαζικής παραγωγής ανακαλύπτουμε εκ νέου την ατομική ανεξαρτησία και την χαρά των βιοτεχνών της πρώτης βιομηχανικής περιόδου. Για αυτό χαιρόμαστε για το προνόμιο του να είμαστε Ψηφιακοί Ελεύθεροι Τεχνίτες.

(Ολόκληρο το Ψηφιακό Μανιφέστο εδώ)

Γράμμα στη Microsoft

από το wired.com

Bill Gates hires open source icon Linus Torvalds? That was just the beginning of Redmond's hybrid strategy to face the free software age.

From the office of Linus Torvald
DATE: 10.31.2008
TO: BILL
FROM: LINUS
RE: Will Steve kill WinX?

When you hired me three years ago, you had to realize that I was going to speak my mind, no matter what the consequences. You told me that if I ever hit a wall with Steve or his people, I should let you know. Well, here goes. (Yes, again.)

After all our technical and strategic conflicts, I bet you never guessed we'd be at each other's throats over a matter of pronunciation. But the fact is, when Steve goes to a marketing meeting, as he did yesterday, and pronounces our desktop system "Winux," he jeopardizes not only my personal reputation, but, more important, the very foundation of our business and software approach for the next decade. The desktop system is not "Winux," as in Linux. As he knows very well. WinX is pronounced like "winks."

Why is this important? Because the name WinX was not random. It was deliberately chosen to express the strategy behind a 24-month engineering marathon inside Microsoft. We've built a Windows desktop and application framework around a Linux operating system, and both sides of this equation - open source and proprietary - are needed for our plan to continue to work. By talking about "Winux," Steve blurs the distinction between Linux and WinX. Worse, he implies that we have taken over Linux for our own selfish ends. This makes the development community nervous, slows contributions from coders, and creates a huge amount of unnecessary noise.

Steve prefers to bury the origins of WinX because he has never been a true supporter. Even after admitting I was right and positioning himself to reclaim a leadership role, he seems to think that we can return to the days of monopoly power. I know you've said you won't play referee anymore, but I want my version on the record with you because sooner or later this is going to make it up to the board.

When you first approached me, you guys had a dozen strategies floating around about the open source threat to Microsoft. Steve was out there with his Get the Facts campaign, explaining how Windows was cheaper, faster, and more secure than Linux. Meanwhile, he was making thinly veiled threats to blow the industry sky-high with a massive, patent-based counterattack. In other words, he was saying, "Our products are better, and if you don't buy them we will kill you." Not exactly the way to win friends and influence people, but that's not Steve's style, right?

This was never going to be effective - and it wasn't. Eventually, the IT managers were going to read the studies. Today Steve says that he was just stalling to allow Microsoft's WinX strategy to mature. Every time I remind him that he was totally anti-Linux back in 2005, he claims that my problem is that I'm capable of having only one aim at a time, which is inappropriate in what he calls a "mainstream business environment."

"Who do you think had the idea of hiring you, Linus?" he says, and laughs. Is this true, Bill? You always told me it was your idea.

If he's telling the truth, and you guys were already committed to a WinX-like approach, then he's a great actor, I'll give him that. Because it sure looked like Steve had lost contact with reality. He was going around saying that there was no significant adoption of open source anywhere and that Windows had never been stronger. But most of the Web servers in the world were running Apache, MySQL, and PHP - all open source. Then came the first degradation in the market share of Explorer, as users began switching to Firefox. Meanwhile, there were offers all over the Web for open source software that replicated basic Microsoft Office features for free. With nearly 50 percent of the company's profits coming from Windows and almost 40 percent from applications like Office, open source was aimed at the heart of our - well, your - business.

Everybody around Steve dismissed Firefox as unimportant. But Firefox taught people that you could replace pieces of the Windows desktop with open source software. That was a crack in the seamless facade. You guys were the experts at demonetizing whole sectors of the industry to protect the OS. But how were you going to do that against products that were free? I can't deny that I found a certain poetry in that dilemma.

Back in 2005, nobody outside Microsoft - and remember, I was one of them - would have ever guessed Steve was stalling when he was waging war against open source. All that bluster just made him look terrified. In the open source community, we figured we'd be ready with a complete desktop alternative by the time "Longtime" was released. Every month brought improvements in open source tools, and a massive upgrade wave was looming.

I guess in the end I don't really care if Steve claims to be a strategic genius. While I doubt he was just stalling, I'll accept that he was hedging. Fine - Steve wanted insurance.

Myself, I thought I was making some pretty outrageous demands. I was stunned when you agreed to accept the General Public License mandating that everything you added at the level of the new operating system would remain open. But you've been true to your side of the bargain, and you've won my respect. You never made me alter my goal, which was world domination for Linux. I'll never forget your line: "Come on, Linus, infect the mothership." I still believe that was the best recruiting pitch ever uttered. We both took a lot of criticism from our partisans, but look what we've accomplished. The world is using software that doesn't suck! I hope you don't think I'm being arrogant, Bill, when I suggest that some of the glory has rubbed off on you.

Steve says I'm paranoid, that he's just kidding about "Winux," and that I didn't used to mind. It's true that at the beginning his joke had some good effects. The Longtime people hated hearing him say "Winux" because they immediately understood that an open source OS would take all the air out of their project. By demoralizing the Longtime leadership, he made it easier for us to absorb the best Longtime programmers into the crucial work of cloning the system's features for WinX. (Back then, my revenge was to sneak up on Steve's Longtime friends and whisper in my best accent, "We are the Borg. You will be assimilated. Your biological and technological distinctiveness will be added to our own. Resistance is futile." They hated that.)

But now it's time to grow up. We've proven that users don't care what operating system lies beneath the surface. They care about the reliability and security of their working environment, about the investment they've made in learning how to use their computers, and about the feature-set in their applications. We are giving away the OS while selling WinX, and it looks like we've settled at 70 percent market share, from 90 percent.

Under the old business model this would have been catastrophic. As long you were relying mainly on the OS monopoly, any demonstration that there was another way would cause the whole company to implode. But under the new system, a more competitive market is a net positive for us. The risk of a massive defection is eliminated because we're focused on serving customers rather than strong-arming them into upgrades. And while we can't charge the "monopoly tax," we are still the dominant company by any measure, and we gain from every expansion in the market. We've even gained some leverage in China.

Meanwhile, Steve is locked into a 2005 mentality. He seems to secretly believe that now that the operating system is open, we're going to collapse and have to return the war chest to shareholders or go into real estate or start launching commercial satellites or something. It's as if he doesn't have faith in his own company. You've got to pump him up a little, because his fear is contagious. Yes, the OS monopoly is gone, and there's nothing he can do about it. Once he gets through crying, he should open his eyes to how much leverage we still have.

The latest two quarters show we're only getting stronger. With an open, universal operating system, users still crave the familiar look and feel that Microsoft sells them. We've got a suite of applications that work closely together. We've got an application development framework that encourages everybody in the industry to write apps that integrate into our desktop suite - and that increases the market for WinX. The money saved by customers who get a free OS is spent buying our desktop interface and our proprietary apps that run on it, not to mention the service contracts and extended upgrade licenses. Even the open source competition is weaker because the powerful energy that used to be devoted to trying to defeat Microsoft is channeled into improvements in the OS, from which we all benefit. Look at it this way: The open source coders are now working for us.

Yes, I know that independent software companies dominate hundreds of smaller markets, as well as the entire illegal file-sharing world. But when it comes to desktops for the average Joe, WinX is becoming the new standard. Among those who know how the industry works, the phrase "open source threat to Microsoft" seems almost quaint.

You understand now why pronunciation is so important? WinX runs your desktop on top of the open OS. It's not Winux versus Linux, it's WinX plus Linux. That remains the essence of our strategy. We need the open source guys, and I don't want them antagonized.

Obviously, Steve still doesn't get it. He wants to migrate back into a proprietary, or at least a hybrid, path. He's talking about scheduling regular changes into WinX so that non-Microsoft application developers who want to integrate into our desktop are always a step behind. "Let's get them back on the treadmill," he said yesterday.

Finally, if you think that the Sony-Disney-MS deal is important, you better quiet Steve down. When the entertainment companies decide that we're using WinX to control access to their customers, they'll abandon us and build their own open source desktops. We don't have exclusive control anymore, and we can't act like we do. Steve's only answer, when I bring this up, is his old threat of patent Armageddon, which just shows how behind the times he is. He still dreams of a Pax Microsoftius, where you and he reign benevolently over a kingdom of happy, captive users. Steve scares me, Bill. He just doesn't accept what we're doing.

Eτήσια ραντεβού

... και επιδοτούμενα αδιέξοδα, με τους αγρότες

ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

Οι κινητοποιήσεις των βαμβακοπαραγωγών θα μπορούσαν, πλέον, να περιλαμβάνονται στο ημερολόγιο, αφού έχουν αποκτήσει σταθερό ετήσιο χαρακτήρα, εδώ και πολλά χρόνια.
H επανάληψη του φαινομένου και η κανονικότητα που έχει δημιουργήσει, δεν είναι μόνο αφορμή για χιούμορ - έστω και μαύρο. Είναι και αφορμή για μαύρες σκέψεις, όσον αφορά τη λειτουργία και την ποιότητα του συνόλου των παραγόντων του ελληνικού πολιτικού συστήματος.
Τα προβλήματα που οδηγούν στις κινητοποιήσεις παρουσιάζουν, κάθε χρονιά, κάποιες ιδιαιτερότητες. Για παράδειγμα, φέτος έχουμε την υπέρβαση - κατά 102 χιλ. τόνους - της ποσότητας που είχε καθορισθεί πως θα καλλιεργηθεί. H ευθύνη γι' αυτό φαίνεται πως βρίσκεται στη χαλάρωση των ελέγχων, ελέω και της μετεκλογικής περιόδου, αλλά και σε κάποιες αυξήσεις των προς καλλιέργεια εκτάσεων. Οι φετινές ιδιαιτερότητες λοιπόν έχουν, προφανώς, σχέση με ικανότητες και επιλογές της «νέας διακυβέρνησης».
Τα προβλήματα, όμως, τα οποία βρίσκονται στη βάση των ετησίων κινητοποιήσεων, είναι γνωστά και μακροχρόνια, ανεξάρτητα από τις εκάστοτε ιδιαιτερότητες. Ως εκ τούτου, η αδυναμία αντιμετώπισής τους που οδηγεί στην επανάληψη, βαραίνει τους πάντες.
Εν αρχή ην το προϊόν αυτό καθαυτό. H βαμβακοκαλλιέργεια αναπτύχθηκε σε αυτήν την έκταση, ιδιαίτερα στον θεσσαλικό κάμπο, ελέω των κοινοτικών - τότε - επιδοτήσεων και λοιπών «ευκολιών». Με την πάροδο των ετών, έγινε πεντακάθαρο πως η καλλιέργεια του βαμβακιού εστερείτο οποιασδήποτε οικονομικής λογικής. Το προϊόν, από τη μια, δεν είχε κάποιο ιδιαίτερο συγκριτικό πλεονέκτημα ποιότητας και, από την άλλη, ήταν ακριβό. Είναι, για παράδειγμα, γνωστό πως το βαμβάκι Τουρκίας και Αιγύπτου είναι ασύγκριτα καλύτερο και πάνω από τέσσερις φορές φθηνότερο.
Κατά δεύτερον, η βαμβακοκαλλιέργεια εστερείτο και οποιασδήποτε περιβαλλοντικής λογικής. Είναι γνωστό πως αποτελεί μία από τις περισσότερο υδρόφιλες καλλιέργειες. Γι' αυτό, άλλωστε, «στην ποδιά της» επιχειρήθηκε να «σφαχτούν» τα υδάτινα αποθέματα ακόμα και γειτονικών στη Θεσσαλία περιοχών, με κλασικό παράδειγμα την εξαγγελία της δεκαετίας του '80 για τη φαραωνική εκτροπή του Αχελώου. Εξαγγελία που αρκετοί πιστεύουν ακόμα, όπως έδειξαν και οι πρωτοφανείς δηλώσεις του ΥΠΕΧΩΔΕ Γ. Σουφλιά πως θα υπερπηδηθούν (πώς;) οι απαγορεύσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Επιπλέον, η βαμβακοκαλλιέργεια απαιτεί άκρως εντατική χρήση λιπασμάτων. Είναι ο λόγος που η θεσσαλική «μονοκαλλιέργεια» έχει φέρει κοντά την προοπτική ερημοποίησης του κάμπου.
Κατά τρίτον, η προαναφερθείσα έλλειψη οικονομικής λογικής της βαμβακοκαλλιέργειας σημαίνει πως υπό όρους διεθνούς αγοράς θα ήταν παντελώς ασύμφορη. H ανάπτυξη και η συνέχισή της συνδέεται αποκλειστικά με τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις. Αυτό, όμως, οδηγεί σε δομική στρέβλωση του αγροτικού τομέα. Οι αγρότες από παραγωγοί προϊόντων που ζητεί η εγχώρια και η διεθνής αγορά μετατρέπονται σε απλούς αποδέκτες επιδοτήσεων, αδιαφορώντας - κατ' ουσίαν - για την παραγωγή τους. Πρόκειται για μια «ευρωπαϊκά κρατικοποιημένη» γεωργία.
Κατά τέταρτον, η επιδοτούμενη βαμβακοκαλλιέργεια δεν μπορεί να αποσυσχετισθεί από τις ευρύτερες διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης. Στη Διάσκεψη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στο Κανκούν το 2003, οι αγροτικές επιδοτήσεις του «Βορρά» βρέθηκαν στο στόχαστρο των αναπτυσσόμενων και υπανάπτυκτων χωρών. Εκεί ακούστηκε σαν κραυγαλέο και συγκλονιστικό παράδειγμα πως «η ευρωπαϊκή αγελάδα επιδοτείται ημερησίως με 2,5 δολάρια, δηλαδή με μισό δολάριο παραπάνω από το ημερήσιο εισόδημα 2,7 δισ. ανθρώπων, ενώ η ιαπωνική με 7,5 δολάρια, δηλαδή σχεδόν τέσσερις φορές περισσότερο». H αγανάκτηση ήταν εύλογη στο βαθμό που οι επιδοτήσεις εμποδίζουν την πρόσβαση στις αγορές των προϊόντων των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών, καταργώντας - παρά τις ρητορείες περί απελευθέρωσης - τον ανταγωνισμό. Αιχμή αυτών των επικρίσεων και των σχετικών αιτημάτων ήταν οι επιδοτήσεις ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής Ένωσης στο βαμβάκι. H υποχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφεύχθηκε την τελευταία στιγμή εξαιτίας των πιέσων της χώρας μας, που είναι η κυρίως βαμβακοπαραγωγός ευρωπαϊκή χώρα. Και ύστερα από αυτό, η Διάσκεψη του Κανκούν κατέληξε σε αποτυχία.
Τα προαναφερθέντα δείχνουν το εύρος και το βάθος του προβλήματος, αλλά και την απώλεια όρασης του πολιτικού συστήματος. Όχι μόνο δεν αντιμετωπίσθηκαν οι τέσσερις πτυχές του προβλήματος, αλλά είτε μεταφέρονταν οι ευθύνες στην Ευρωπαϊκή Ένωση - που έπαιζε ρόλο «άλλοθι» - είτε θωπεύονταν οι πλέον παράλογες, οπισθοδρομικές ή/και άδικες αντιδράσεις. Εναλλάξ και ανάλογα με τη θέση των δύο μεγάλων κομμάτων, στην κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση.
«Ήμουνα νιος και γέρασα», ακούγοντας τη ρητορική περί της αναγκαίας αναδιάρθρωσης των καλλιεργειών. Αντί, όμως, αυτής που θα σχεδιαζόταν με μακροπρόθεσμα κριτήρια και στρατηγική, υπήρξε αναδιάρθρωση «από τα κάτω», στη βάση βραχυπρόθεσμων κριτηρίων, η οποία διεύρυνε το πρόβλημα, όπως π.χ. με το βαμβάκι. H εξέλιξη ήταν φυσιολογική αφού εκείνη η περιλάλητη αναδιάρθρωση δεν μπορούσε να γίνει με ατομική ευθύνη ενός εκάστου. Ήταν κατ' εξοχήν δημόσια υπόθεση, δηλαδή ανήκε στη σφαίρα των καθηκόντων των πολιτικών κομμάτων, των γεωργικών συνεταιρισμών, των αγροτικών συλλόγων κ.ο.κ.
Όσα, όμως, δεν έγιναν με ευθύνη όλων τα τελευταία χρόνια, πρέπει να γίνουν τώρα με απείρως ταχύτερους ρυθμούς. Από το 2006, δεν θα έχουν νόημα τα ετήσια ραντεβού για... επιδοτούμενα αδιέξοδα. Θα ισχύσει η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική, με την οποία η επιδότηση παύει - σταδιακά - να συνδέεται με το προϊόν και θα κατευθύνεται στον παραγωγό, ως εισοδηματική ενίσχυση. Όσον αφορά την ελληνική περίπτωση, πρόκειται για κοσμογονική αλλαγή, για την οποία δεν έχει μιλήσει κανείς. Μήπως ήρθε καιρός οι αόμματοι να δουν;

ΤΑ ΝΕΑ , 27-01-2005

Πάρτε μέτρα για έλλειμμα, αγορά εργασίας, ασφαλιστικό

Δεν ικανοποιεί την Κομισιόν η πρόοδος που έχει πραγματοποιήσει η χώρα, στα τρία βασικά μέτωπα, το δημοσιονομικό, της παραγωγικότητας, και της απασχόλησης, όπως αναφέρεται σε νέα έκθεση για τα αποτελέσματα της εφαρμογής των βασικών κατευθυντηρίων γραμμών οικονομικής πολιτικής 2003-2005.
Η Επιτροπή στην έκθεση αυτή υπογραμμίζει πως θα πρέπει να ληφθούν επιπλέον μέτρα, για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και την προώθηση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το ελληνικό έλλειμμα ανήλθε το 2004 στο 5,5% του ΑΕΠ, ενώ και σε ό,τι αφορά το χρέος, οι εξελίξεις δεν κρίνονται ικανοποιητικές, παρά την ισχυρή ανάπτυξη.
Το ασφαλιστικό πρόβλημα και η γήρανση του πληθυσμού αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που επιδεινώνουν τη δημοσιονομική εικόνα της χώρας, ενώ η Κομισιόν θεωρεί τις κινήσεις για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού ανεπαρκείς.
«Η μεταρρύθμιση στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης είναι ανεπαρκής για την αποφυγή μελλοντικών επιβαρύνσεων του προϋπολογισμού εξαιτίας της γήρανσης του πληθυσμού» τονίζεται χαρακτηριστικά.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 26, 2005

Collective Intelligence

book review

Collective Intelligence: Mankind's Emerging World in Cyberspace by Pierre Levy, Plenum, New York, $27.95, ISBN 0306456354

The Net has become our symbol for the future. Like clocks, steam engines and nuclear power for earlier generations, we use this icon of technology to imagine what will result from our current period of rapid social change. In Collective Intelligence, Pierre Levy provides a French vision of what will happen when everyone can participate within cyberspace.
Up until now, because the Net was mainly developed in California, it is not surprising that our view of the digital future has long been dominated by gurus from this state. So far, the Californians have proved to be better at making virtual machines than social analyses. Some of their cyber-theories promise not just the invention of synthetic life, but even immortality through uploading our brains into cyberspace.
But lurking behind this techno-mysticism is something much more sinister. In Wired magazine, John Perry Barlow, Kevin Kelly and other Californian ideologues assert that the Net is the sort of unregulated marketplace up to now found only in economics textbooks. Instead of supporting a caring society, they hope that technological progress into the 21st century will inevitably lead back to 19th-century tooth-and-claw capitalism. Their utopia looks like most other people's dystopia.
Levy's book is important because it advocates an alternative future for the Net. As a French intellectual, he doesn't accept free market dogmas. This approach is not simply morally preferable. It is also a precondition for any coherent analysis of what's really happening in the Net. Contrary to the predictions of Wired, it has proved difficult to create a profitable digital economy. While existing products can be promoted or sold online, most Net users are reluctant to pay for visiting Web sites - or even to click on the advertising links placed on them. So why can't the cybercapitalists easily turn the Net into another form of commercial media?
This is because the entrepreneurs were the last people to arrive in cyberspace. Originally invented for military purposes, the Net was quickly hijacked by academics and amateurs as a cheap--even free--method of distributing information and communicating with colleagues. Within cyberspace, most users participate in discussions or publish their work for the pleasure of others recognising their efforts. When Net enthusiasts proclaim that "information wants to be free", they mean it literally.
Rather than being just a business opportunity, Levy claims instead that the Net is a qualitatively new way of living. In the tradition of French philosophy, he explains this insight with a grand abstraction. Inspired by the writings of Gilles Deleuze and Felix Guattari, Levy describes how four types of social spaces have emerged that allow us to live in different ways. Back in the distant past, we wandered the open space of the Earth as nomads. With the emergence of agriculture, we then built the fixed space of the Territory. For the past couple of centuries, increasing numbers of us have survived within the industrialised space of the Commodity. Now we are witnessing the emergence of a fourth way of living: the space of Knowledge formed by cyberspace. Within this virtual world, individuals can think and discuss with each other freely. Once everyone is wired up, we will come together as the "collective intelligence": an inclusive society borne out of the Net. Cyberutopia is imminent.
Levy's visionary anthropology is therefore diametrically opposed to that of the Californian ideologues. Instead of forming a perfect market, the Net opens the space of Knowledge. Crucially, this new space is completely distinct from the space of the Commodity. When we are on-line, we want to learn, play and communicate with one another rather than to make money. Above all, we want to participate within the "collective intelligence" because we suffer from individual alienation caused by capitalism. Like many of the West Coast gurus with whom he takes issue, Levy can become mystical about his vision of cyberspace.
Inspired by Islamic theology, he says in one chapter that the "collective intelligence" is rather similar to God. This New Age rhetoric disguises, however, a specific form of politics. Nearly thirty years on, Levy still champions the most radical demands of the New Left of the Sixties. Back then, these revolutionaries believed that replacing governments or nationalising industries would change very little. Instead, they thought that the ills of modern society could be cured only by everyone directly controlling their own lives. In the industrialised countries, this was prevented by the professionalisation of politics and the passivity of watching television. The New Left therefore demanded the simultaneous creation of direct democracy and interactive media. Once people were no longer represented by others, everyone would be able to participate in the running of society. According to Levy, the Net is about to realise this 1960s revolutionary dream. What proved to be impractical in the past is now possible with new digital technologies. Once we all have access to cyberspace, we will be able to determine our own destiny through a real-time direct democracy: the "virtual agora". According to Levy, cyberspace therefore is the online version of a hippie commune.
While emphasising the Net's noncommercial aspects is preferable to Californian freemarket platitudes, this New Left cybertheory has its own problems. Above all, the formalist method of French philosophy obscures as much as it illuminates. By abstracting too far into theory, Levy avoids examining the messy nature of human activity. For instance, there is in reality no clear separation between the Net and the rest of industrial society. Over the past few centuries, the development of both the market and the state has only been possible through constant improvements in the technologies of physical and symbolic communications. The Net itself is created out of the convergence of already existing industries: telephony, media and computing. What is happening in cyberspace is the intensification of previous trends rather than something completely new. If the Californian ideologues think that the Net can only be a market, then Levy makes exactly the opposite error.
Despite its noncommercial aspects, the Net isn't a world completely separated from money-making. Big corporations contribute to the Net from building PCs to laying networks. Small companies help from writing software to making Web sites. Because the Net has to be a total break with the past, Levy can never admit that one of its major uses is for business communications.
By ignoring the world of work, Levy crucially cannot explain why the Net was developed as a hi-tech gift economy in the first place. Invented by scientists, this technology was originally designed to facilitate a specific way of working. In their specialist fields, the direct application of markets hampers research. Instead of trading with each other, scientists "give" articles to journals and "present" papers at conferences.
Now scientists are no more moral than anyone else. In their professions, the gift economy is adopted because it is a more effective way of working. When the Net expanded beyond its founders, its new users have unconsciously adopted this scientific behaviour. Although commercial interests are using the Net, many others have discovered the benefits of working within the hi-tech gift economy. Rather than forming a "collective intelligence", cyberspace is facilitating new types of collective labour.
Despite these faults, Levy's book is still a useful corrective to the free-market orthodoxy coming out of the West Coast. It is preferable to overemphasise the role of the gift economy within cyberspace than to ignore it altogether. However, both the Californian and French visions of the digital future do share a common vice: the desire to impose a rigid model on an evolving social phenomenon. Yet, the Net precisely encourages the hybridisation and intermixing of different ways of behaving. If we really want to comprehend the digital future, we will have to move beyond the abstractions of both California and France.

The book review first appeared in the New Scientist, 13th December 1997.

The Digital Economy

commodities or gifts?

The Net is now the iconic technology of our age. From California, Wired magazine has achieved global notoriety through its claims that the Net will create the sort of free market capitalism until now only found in neo-classical economics textbooks. Everyone will be able to buy and sell in cyberspace without restrictions. States will no longer be able to control electronic commerce which can cross national borders without hinderance. The Net will allow the whole world to realise the American dream of material riches. Coming from California, this neo-liberal fantasy has even acquired a mystical dimension. By releasing the supposed laws of nature immanent in unregulated capitalism, the information technologies will allegedly lead to the birth of a new race of 'post-humans': cyborg capitalists freed of the restrictions of the flesh. Like Victorian factory-owners, hi-tech neo-liberals believe that their narrow self-interest represents the pinnacle of Darwinian evolution.
The Californian ideology is the fantasy of the 'virtual class': the West Coast entrepreneurs and engineers who hope to make their fortunes out of the Net. Yet, Europeans are not immune from the influence of this Californian dreaming. With the collapse of Stalinism, many intellectuals have adopted a stance of post-modern nihilism which offers no alternative to neo-liberalism. Some on the Left even take a masochistic pleasure in seeing all forms of technological innovation as the triumph of capitalist domination. According to these pessimists, the cause of labour is lost in cyberspace. Yet, the hi-tech neo-liberalism championed by the Californian ideologues is itself an attempt to control the Promethean power of human creativity. As global communications have improved, the wider availability of capital and materials has undermined social power based solely on the monopoly control of wealth. Above all, constant technological innovation makes success in the marketplace increasingly dependant on the skills and enthusiasm of the workforce. In the emerging digital economy, nothing is more precious than human ingenuity.
For over two hundred years, the boredom and discipline of the factory system were accepted as the only possible methods of increasing our material wealth. Under Fordism, workers could live better than medieval aristocrats. However, once the consumer society was no longer a novelty, many people started looking for something beyond money. Ever since the '60s, workers have been seeking more autonomy in their jobs and more freedom in their personal lives. Abandoning traditional conservatism, neo-liberals have used marketisation and privatisation to recuperate these aspirations. For instance, talented workers within the hi-tech industries are promised the possibility of running their own companies and enjoying the independence bought by great wealth. If you have a good idea and lots of luck, you too can become a member of the 'virtual class'.
However, this hi-tech neo-liberalism is a false dream for most people. In the USA, average wages have been falling for twenty years. In the EU, mass unemployment has become a permanent phenomenon. Even the lucky few of the 'virtual class' cannot completely isolate themselves by hiding in their gated suburbs and encrypted cyberspace from the social and ecological problems exacerbated by neo-liberalism. Above all, free market solutions cannot remove alienation within the workplace. Under neo-liberalism, individual autonomy is only expressed through deal-making rather than making useful and beautiful artifacts. The history of computing and hypermedia is filled with sad tales of engineers and artists who have sacrificed their creativity to the demands of paper-shuffling. In place of the Californian ideology, what is now needed is a more profound understanding of the impact of the Net on our society. For, instead of being the technological expression of neo-liberalism, the emergence of the digital economy demonstrates the need to create a twenty-first century form of social democracy.
The origins of the Net itself exposes the fairy tale quality of the Californian ideology. Far from being the product of the free market, it was created as one part of a huge military research programme funded by American tax-payers to counter the threat posed by the launch of the Sputnik satellite by the Soviet Union. Like many Cold War inventions, the Net could have remained a official secret. However, when it was being developed within the universities, academics and students hijacked the new technology for their own purposes. From on-line discussion groups through electronic mail to the Web, the most popular features of the Net were developed by enthusiasts. This non-commercial ethos attracted others who began to develop the Net as a new form of community media. Even today, the majority of the material available on the Net is made by amateurs. Although they have produced much of the hardware, it is the entrepreneurs who were the last people to comprehend the potential of the Net. The reason that Microsoft and other corporations are pouring billions of dollars into cyberspace is precisely because they have to catch up with the widespread use of the Net by state-funded institutions and by DIY culture.
The Net, therefore, is not the harbinger of a globalised unregulated marketplace. On the contrary, its profane history exemplifies the miscegenation of state, commercial and community interests within the emerging digital economy. Each sector will have its part to play and each cannot exist without the other. For example, public intervention is needed to ensure that a broadband network linking all households and businesses is built. If left to unregulated market forces, universal access to the new information services will be very slow in arriving. Yet, the commercial potential of the Net can only be fully realised through the construction of the fibre-optic grid which covers the whole population. As with earlier types of utilities, profitable on-line businesses will only flourish through state regulation - and even ownership - of the digital infrastructure.
Similarly, the further development of DIY culture is also necessary. As the history of the Net demonstrates, hacking, piracy, shareware and open architecture systems all helped to overcome the limitations of both state and commercial interests. Whether for political or profit-making reasons, large institutions are still trying to impose their own proprietary controls over cyberspace. Yet, one of the major attractions of the Net for its users is that it is not tightly controlled by any major public or private bureaucracy. Already, a minority of the population can use the Net to inform, educate and play together outside both the state and the market. Once a broadband network is built, everyone will have the opportunity to join this hi-tech gift economy. Most current Net users don't simply download other people's products. They also want to express themselves through their own web sites or within on-line conferences. Unlike traditional media, the Net is not just a spectacle for passive consumption but also a participatory activity.
Ironically, this DIY culture is also one of the essential preconditions for the development of a successful commercial sector within the Net. By allowing people to acquire some basic knowledge of making hypermedia, the hi-tech gift economy is helping to create a skilled and innovative digital labour force. However, it is very difficult to adapt the traditional factory system to managing these new workers. The rapid spread of personal computing and now the Net are the technological expressions of the desire of many people to escape from the petty controls of the shopfloor and the office. Despite the insecurity of short-term contracts, they want to recover the independence of craft labour which was lost during the process of industrialisation. Because of rapid technological innovation, skilled workers within the hypermedia and computing industries are precisely those best able to assert this desire for autonomy.
While neo-liberals can only can promise success to a privileged few, the reemergence of artisanal methods offers a way of working within the commercial sector which most creative labourers can adopt. Already, digital artisans are the people pushing the cultural and technical limits of hypermedia as far forward as possible. Crucially, their virtual artifacts can be easily reproduced and distributed through the Net. For the first time, artisans can take advantage of the economies of scale up to now only enjoyed by factory-owners. Far from being a return to a low-tech and impoverished past, the contemporary revival of artisanship is therefore at the 'cutting edge' of the development of post-Fordism.
The evolution of capitalism has been reflected through the process of technological advance. While classical liberalism depended on coal-mining and metal-working, Fordism produced electro-magnetic and chemical technologies. At the end of the twentieth century, it is now claimed that the Net is creating a new economic paradigm. However, the full benefit of an innovative technology can only be realised by changing the ways of working. The rise of Fordism didn't just depend on the invention of the motor car and other mass consumer goods. Above all, this form of capitalism relied on the adoption of assembly-line methods of production. Even the Californian ideologues argue that the expansion of the Net depends upon the subordination or cooption of workers by unregulated markets. Despite their overt technological determinism, they implicitly accept that the organisation of labour is at the centre of the emerging digital economy.
However, in practice, hi-tech neo-liberalism is hindering the development of a thriving digital economy. For instance, only a small minority can be lucky enough to become members of the 'virtual class'. The creative potential of most makers of hypermedia will still be limited by Fordist methods of production. This is why we should not be intimidated by simple-minded slogans from California. Instead, we need to comprehend the complexity of the mixed economy being produced by post-Fordism. Above all, we have to recognise that human ingenuity is the most important feature of this emerging digital economy. The state, commercial companies and DIY culture are all different ways of realising the Promethean spirit of human creativity. Under Fordism, the factory worker was seen as a heroic figure - the embodiment of hope of a better future. In contemporary society, the digital artisan has taken over this role. Whether producing inside the public, money-commodity or gift economies, digital artisans represent a future centred on skilled, creative and autonomous labour. The promise of the digital economy lies not just in the practical potential of the new information technologies, but, more importantly, in the emergence of this new type of worker. This is why the digital artisans are pioneers of a social democracy fit for the twenty-first century.
A translated version of this article appeared in Freitag, 18th July 1997.

Τρίτη, Ιανουαρίου 25, 2005

Τα σέβη μας...

...σε έναν «παλιό» του blogging, τον Χρίστο Σαπρίκη και το Πλίνθοι και Κέραμοι αλλά και στο blog του αξιόλογου Μανώλη Ανδριωτάκη

Ο κυνικός διαφημιστής

Το έχουμε διαπιστώσει δεκάδες φορές, οπότε άλλη μία δεν βλάπτει. Οι διαφημιστικές εταιρείες σήμερα επενδύουν στο μέλλον της ελεύθερης αγοράς προσλαμβάνοντας την αφρόκρεμα των πιο κυνικών ανθρώπων ανάμεσά μας. Και γι' αυτή τη μοναδικά απάνθρωπη κι αμοραλιστική στάση τους ανταμείβονται από την αγορά πλουσιοπάροχα -ίσως πιο πλουσιοπάροχα από οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα της λεγόμενης «επικοινωνίας». Αυτό συμβαίνει γιατί η διαφήμιση καταχωρείται στις ριψοκίνδυνες εργασίες ή γιατί είναι μια επαχθής δουλειά;

Σ' ένα πρώτο επίπεδο η διαφήμιση είναι ένας ελκυστικός κλάδος που ασχολείται με την προώθηση προϊόντων. Εξαιρώντας κανείς τα εξαντλητικά ωράρια εργασίας, το εξοντωτικό καθεστώς ανταγωνισμού, την ανασφάλεια και το άλγος που συνεπάγονται όλα αυτά, αναφορικά με τη διαφήμιση και το μάρκετινγκ μόνο εγκωμιαστικά λόγια ακούμε. Γύρω από το επάγγελμα υπάρχει μια αύρα ζωντάνιας και ευμάρειας, τα γραφεία είναι γεμάτα καλοντυμένο νεαρόκοσμο που μιλά με νεολογισμούς, η κουβέντα γίνεται μπρέιν στόρμινγκ, ο στόχος τάργκετ και ούτω καθεξής. Είναι εύλογο, επομένως, κάθε φιλόδοξος νέος να απαντά θετικά στο ενδεχόμενο απασχόλησής του σε μια διαφημιστική επιχείρηση με μεγάλες ώς τεράστιες οικονομικές προοπτικές. Συχνά δεν χρειάζεται ούτε καν απολυτήριο Λυκείου για να γίνεις διαφημιστής.Σ' ένα δεύτερο επίπεδο, η διαφήμιση, όπως όλα τα σύγχρονα επαγγέλματα που ασχολούνται με την αγορά, είναι ένας τομέας με μεγάλη ευθύνη, υπερβολικές απαιτήσεις και τρομερό ρίσκο. Οι υψηλά ιστάμενοι θα σου ξεκαθαρίσουν από την αρχή ότι απ' τους εκατοντάδες απασχολούμενους μόνο μια χούφτα θα κατορθώσει πραγματικά να πλουτίσει και ότι οι υπόλοιποι θα συνεχίσουν να παρηγορούνται με υποσχέσεις και μικρο-επιβραβεύσεις. Εμμεσα γίνεται από τους πάντες η παραδοχή ότι αυτός είναι ο ανταγωνισμός: ένας διαρκής αγώνας, ένας πόλεμος όλων εναντίον όλων -όσο για τους πολλούς- εκείνοι πρέπει να συμφιλιωθούν με την ιδέα της ήττας τους από τους λίγους.Στο τελευταίο επίπεδο, το εν λόγω επάγγελμα είναι μια ανεξέλεγκτη δράση που επιτίθεται στην ίδια τη φύση του ανθρώπου. Κανένα σύστημα αξιών, καμία αναστολή δεν μπορεί να ανακόψει την πορεία που έχει πάρει η διαφήμιση στις μέρες μας. Γι' αυτήν τα πάντα μπορούν να γίνουν υλικό της, τίποτα δεν είναι αρκετά ιερό ώστε να αποκλειστεί από το πλουραλιστικό της σύμπαν. Η διαφήμιση είναι η κακομαθημένη μας μικρή αδελφή. Ο,τι μας ζητήσει της το προσφέρουμε. Με τη διαφορά, όμως, ότι η μικρή έχει ενηλικιωθεί τώρα και τόσο οι απαιτήσεις όσο και τα μέσα που χρησιμοποιεί για να τις ικανοποιήσει είναι απαράδεκτα. Πρέπει κανείς να εχθρεύεται τον άνθρωπο ή εν πάση περιπτώσει να μην έχει καμία εμπιστοσύνη στην αντίληψη των ζωντανών, για να προσπαθεί να τους πουλήσει τα πάντα μέσω του σεξ. Πρέπει κανείς να μισεί τη συνείδηση, όταν έχει κάνει επάγγελμά του το ψέμα. Και πρέπει να είναι εξαιρετικά κυνικός εκείνος που λέγοντας «εγώ κάνω τη δουλειά μου», συμβάλλει καθημερινά με τη δουλειά του στη δημιουργία ενός πιο άδικου, πιο ψεύτικου και λιγότερο ζωντανού κόσμου. Οι επαγγελματίες του χώρου αυτού σού λένε: Αναγκαζόμαστε, δεν είναι επιλογή μας να αναδεικνύουμε ή να επινοούμε ό,τι χειρότερο υπάρχει στα σκουπίδια της ανθρωπότητας - αφού αυτό πουλάει! Λάθος: πουλάει ό,τι προωθείτε εσείς. Αν εσείς δεν ευαισθητοποιηθείτε πρώτοι, ο κόσμος δεν θα μάθει, θα συνεχίσει να εξαπατάται ως θύμα. Δυστυχώς, όμως, για ζητήματα αυτής της υφής κανείς δεν μιλά και κανείς δεν διαμαρτύρεται, πόσω μάλλον οι γκουρού του κλάδου, οι οποίοι τον ανθρωπισμό τους τον θυμούνται μόνο όταν είναι να πουλήσουν ή να αμυνθούν σε κάποιο σεμινάριό τους. Κι όπως όλα δείχνουν, το πιο απίθανο γεγονός της αρχής του 21ου αιώνα είναι μια μαζική απεργία των διαφημιστών.

ΜΑΝΩΛΗΣ ΑΝΔΡΙΩΤΑΚΗΣ
www.andriotakis.gr

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 25/01/2005

Εθνικό διάλογο για την αντικατάσταση του Συμφώνου Σταθερότητας προτείνει ο ΣΥΝ


Την έναρξη διαλόγου σε εθνικό επίπεδο για την αντικατάσταση του Συμφώνου Σταθερότητας από μιά νέα ευρωπαική συμφωνία αειφόρου ανάπτυξης, κοινωνικής προστασίας και απασχόλησης, προτείνει ο ΣΥΝ.Σε συνέντευξη τύπου ο υπεύθυνος για την οικονομική και κοινωνική πολιτική του κόμματος Π. Λαφαζάνης, κατέθεσε εννιά προτάσεις στην κατεύθυνση αυτή.


Ο κ. Λαφαζάνης κατηγόρησε την κυβέρνηση, αλλά και το ΠΑΣΟΚ, ότι απουσιάζουν από την συζήτηση στο πλαίσιο της ΕΕ για αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας και σημείωσε ότι θέση του ΣΥΝ είναι ότι το Σύμφωνο έχει καταστεί στην πράξη ανεφάρμοστο και αναξιόπιστο, μιας και δεν τηρείται, πλέον, απ΄ όλο και περισσότερες χώρες.


Οι προτάσεις του ΣΥΝ είναι:
Η σταδιακή αύξηση του Κοινοτικού Προϋπολογισμού στο 5% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) της Ε.Ε., με κύριο στόχο τη χρηματοδότηση, με βάση και τις νέες ανάγκες της διεύρυνσης της Ε.Ε., της οικονομικής και κοινωνικής σύγκλισης των χωρών μελών.
Η διαμόρφωση της Νομισματικής Πολιτικής της Ε.Ε. από το Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, με τη συνεργασία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και με κύριους στόχους την προώθηση της ανάπτυξης και της απασχόλησης στην Ε.Ε. και όχι μόνο την καταπολέμηση του πληθωρισμού.
Η διαμόρφωση ενός Ευρωπαϊκού Προγράμματος Δημόσιων Επενδύσεων, που θα χρηματοδοτηθεί (εκτός ελλειμμάτων) με ευνοϊκούς όρους από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ίσου προς το 1%, τουλάχιστον, του Κοινοτικού ΑΕΠ, με στόχο την ενίσχυση της ανάπτυξης στην Ε.Ε., τη βελτίωση των υποδομών και την οικολογική αναδιάρθρωση των διάφορων κλάδων της ευρωπαϊκής οικονομίας, συμπεριλαμβανομένου του τομέα ενέργειας.
Η σταδιακή καθιέρωση στην πιο αυξημένη βάση ελάχιστων επιπέδων κοινωνικών παροχών, εργασιακών δικαιωμάτων και μισθολογικών απολαβών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προσαρμοσμένων στο επίπεδο του ΑΕΠ κάθε κράτους μέλους σε σχέση με τον μέσο Κοινοτικό όρο. Η διατήρηση και ενίσχυση, σε κάθε περίπτωση, των σημερινών κοινωνικών, εργασιακών και μισθολογικών εγγυήσεων σε όσες, τυχόν, χώρες έχουν σ΄αυτούς τους τομείς ανώτερα από τα ελάχιστα επίπεδα που θα καθιερωθούν. Στόχος της προσπάθειας είναι η αποτροπή του σημερινού «κοινωνικού ντάμπιγκ», η καταπολέμηση των κοινωνικών ανισοτήτων και της φτώχειας και η σταδιακή σύγκλιση των επιπέδων κοινωνικών παροχών, εργασιακών δικαιωμάτων και μισθολογικών απολαβών σε μια ανώτερη από τη σημερινή βάση, παράλληλα με την οικονομική και κοινωνική σύγκλιση.
Η σταδιακή καθιέρωση ενιαίου φορολογικού συντελεστή των κερδών στις ανώνυμες επιχειρήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο και σ΄ένα υψηλό ποσοστό (π.χ. πάνω από 40%), που μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα σχετικού διαλόγου. Για τα κράτη μέλη με ΑΕΠ κάτω του 75% του μέσου Κοινοτικού όρου θα επιτρέπεται ο συντελεστής αυτός να είναι το πολύ 10% κάτω από τον ενιαίο ευρωπαϊκό φορολογικό συντελεστή. Στόχος του μέτρου είναι η αποτροπή του σημερινού «φορολογικού ντάμπιγκ» σε όφελος των κερδών των επιχειρήσεων, η ενίσχυση των εσόδων του Δημοσίου για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής και η σταδιακή εναρμόνιση σε μια ανώτερη από τη σημερινή βάση του φορολογικού συντελεστή των επιχειρήσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παράλληλα με την οικονομική και κοινωνική σύγκλιση. Ταυτόχρονα, προτείνουμε αυστηρά μέτρα για την κατάργηση της δυνατότητας των ευρωπαϊκών εταιρειών να πληρώνουν λιγότερους φόρους δια της αξιοποίησης εξωχώριων εταιρειών, παράλληλα με αυστηρά μέτρα για τη διακίνηση «μαύρου χρήματος» μέσω αυτών των εταιρειών.
Καθιέρωση ειδικού φόρου 1/000 (φόρος Tobin) στις κερδοσκοπικές μη παραγωγικές κινήσεις κεφαλαίων από και προς την Ε.Ε. Τα έσοδα από το φόρο αυτό αυξάνουν τους ίδιους πόρους της Ε.Ε. και αξιοποιούνται για την ενίσχυση της κοινωνικής πολιτικής, της οικολογικής προστασίας στην Ε.Ε. και της ανθρωπιστικής βοήθειας στον τρίτο κόσμο.
Αυστηρή τήρηση της υποχρέωσης των χωρών μελών της Ε.Ε. να δίνουν το 0,7% του ΑΕΠ ως βοήθεια στον τρίτο κόσμο. Σταδιακή αύξηση αυτής της βοήθειας στο 1% του ΑΕΠ των χωρών μελών. Πρόταση για αντίστοιχο ύψος βοήθειας στον τρίτο κόσμο όλων των χωρών του πλανήτη με κατά κεφαλήν ΑΕΠ από ένα επίπεδο και άνω.
Καθιέρωση και αυστηρή τήρηση των 35 ωρών εβδομαδιαίας εργασίας, χωρίς μείωση των αποδοχών ή αύξηση των ελαστικοτήτων, σε όλες τις χώρες μέλη της Ε.Ε., με προοπτική την περαιτέρω μείωση του ημερήσιου χρόνου εργασίας άνευ μείωσης των αποδοχών. Στόχος της προσπάθειας η αύξηση του ελεύθερου χρόνου των εργαζομένων και η σταδιακή επίτευξη της πλήρους απασχόλησης στην Ε.Ε. Παράλληλα, με την καθιέρωση του 35ωρου, είναι απαραίτητο να ληφθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο μέτρα για την καταπολέμηση των επισφαλών και ευέλικτων εργασιακών σχέσεων.
Κατάργηση των αυθαίρετων ορίων του 3% στο έλλειμμα και του 60% στο δημόσιο χρέος που επιβάλλει το σημερινό Σύμφωνο Σταθερότητας. Ανάληψη από το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών της, τυχόν, παρακολούθησης του ελλείμματος μιας χώρας, μετά από πρόταση ορισμένου αριθμού κρατών μελών ή του ίδιου του Συμβουλίου, χωρίς αυθαίρετα όρια και με σύνθετα κριτήρια που θα αφορούν το ύψος του ΑΕΠ σε σχέση με το μέσο Κοινοτικό όρο, τα επίπεδα κοινωνικής προστασίας, απασχόλησης, δημόσιων επενδύσεων, τους ρυθμούς ανάπτυξης, οικονομικής, κοινωνικής σύγκλισης κ.λ.π., τα οποία μπορεί να προκύψουν ως αποτέλεσμα ενός ουσιαστικού διαλόγου σε νέα βάση.

Δευτέρα, Ιανουαρίου 24, 2005

Ψηφιακό Μανιφέστο - Αρθρο 4 & 5

Ψηφιακό Μανιφέστο
Χτίζοντας το Μέλλον
Μέρος 1ο

4. Θα διαμορφώσουμε και θα χρησιμοποιήσουμε της Νέες Τεχνολογίες με βάση τα δικά μας συμφέροντα. Παρά το ότι αρχικά αναπτύχθηκε για να ενισχύσει την ιεραρχική εξουσία, η πραγματική δύναμη του Δικτύου και της πληροφορικής θα φανεί μέσα από την δική μας αυτόνομη και δημιουργική δουλειά. Εμείς θα μεταλλάξουμε τις μηχανές από εργαλεία κυριαρχίας σε τεχνολογίες απελευθέρωσης.

5. Θα συμβάλουμε στην διαδικασία της δημοκρατικής χειραφέτησης. Ως Ψηφιακοί Ελεύθεροι Τεχνίτες, θα ενωθούμε για να προωθήσουμε την ανάπτυξη του οικονομικού μας ρόλου. Ως Πολίτες θα παρεμβαίνουμε συμμετέχοντας στην δημοκρατική διαδικασία. Ως Ευρωπαίοι θα βοηθήσουμε στο άνοιγμα των κρατικών και εθνικιστικών συνόρων μέσα και έξω από την ήπειρό μας. Θα αντιταχθούμε όμως με κάθε μέσο στην ισοπεδωτική Παγκοσμιοποίηση έτσι όπως την προωθεί ο καπιταλισμός και οι κατεστημένες δυνάμεις της εξουσίας.

(Ολόκληρο το Ψηφιακό Μανιφέστο εδώ)

Δημοκρατία με πολίτες on line

Πλανήτης ΓΗ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΛΗΔΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ lidan@enet.gr

Ιντερνετ: Παράθυρο στον κόσμο και εν δυνάμει εργαλείο δημοκρατίαςΜε το πέρασμα των ετών, την αύξηση των χρηστών και την εξοικείωση με την τεχνολογία, το Διαδίκτυο βρίσκει νέους ρόλους και εκτός από εργαλείο ενημέρωσης κι επικοινωνίας, αναδεικνύεται και σε μέσο κοινωνικής οργάνωσης. Μέσα από τις ιστοσελίδες του γεννιέται μια νέα εν δυνάμει εξουσία: ο «on line πολίτης».Πρόκειται για ένα άλλο είδος ακτιβισμού, στο οποίο μπορεί να συμμετέχουν άνθρωποι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, απαλλαγμένοι από τους συμβατικούς περιορισμούς της γεωγραφίας, της κοινωνικής υποχρέωσης ή της κοινωνικής τάξης. Ερχονται σε επαφή, ανταλλάσσουν απόψεις κι ενδεχομένως αποφασίζουν να συνεργαστούν, από επιλογή και μόνο. Αν και οι δεσμοί τους είναι εικονικοί -δεδομένου ότι ορίζονται από το διαδικτυακό χώρο-, οι ομάδες αυτές μπορούν να εκφράσουν τις απόψεις τους μέσω συλλογικής δράσης χωρίς κανένα από τα παραδοσιακά εμπόδια. Οι στόχοι τους μπορεί να είναι απλοί και σχετικά ταπεινοί -όπως για παράδειγμα μια καμπάνια για την τουριστική ανάπτυξη της υπαίθρου- μέχρι πολύ φιλόδοξοι - π.χ. διαμόρφωση κοινωνικού ρεύματος προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση.Η ιστοσελίδα UK Villages ξεκίνησε πριν από τέσσερα χρόνια ως πηγή πληροφοριών για μικρά χωριά και κοινότητες της Βρετανίας. Αυτή τη στιγμή περιέχει κάθε είδους στοιχεία για 31.500 χωριά και πόλεις της χώρας και έχει προσελκύσει 750.000 επισκέπτες το μήνα. Οι χρήστες μιλούν για πράγματα που τους ενδιαφέρουν και η επικοινωνία ενίοτε οδηγεί σε δράση για προώθηση τοπικών ζητημάτων (όπως η διατήρηση ενός ταχυδρομικού καταστήματος ή η αντίδραση στην εγκατάσταση νέων κεραιών κινητής τηλεφωνίας). Η απήχηση του UK Villages είναι τόσο μεγάλη, ώστε το υπουργείο Περιβάλλοντος, Τροφίμων και Γεωργίας ζήτησε από τους διαχειριστές του να πραγματοποιήσουν έρευνες για λογαριασμό του.Οπως επισημαίνει στους «Σάντεϊ Τάιμς» ο καθηγητής Στίβεν Κόουλμαν, του Ινστιτούτου Ιντερνετ της Οξφόρδης, τα δίκτυα πολιτών αναπτύσσονται σε ένα χώρο πέρα από τη διοίκηση και την αγορά, υπηρετώντας την ανάγκη των πολιτών για γνώση που θα τους δώσει τη δυνατότητα μεγαλύτερης δημιουργικότητας, κινητοποίησης και επιρροής. Το Διαδίκτυο τους επιτρέπει να ενώσουν γρήγορα τις δυνάμεις τους και να οργανωθούν σε αποτελεσματικές ομάδες άσκησης πίεσης, που οι κυβερνητικοί φορείς υποχρεώνονται να ακούσουν.Η αποτελεσματικότητα του Ιντερνετ στην αποτύπωση της κοινής γνώμης αποδεικνύεται από σάιτ όπως το Kikass, το οποίο στοχεύει στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ των νέων και των κέντρων λήψης αποφάσεων. «Μπορούμε να μάθουμε τις απόψεις 1.000 νέων μέσα σε μισή ή μία ώρα», λέει ο Νιλ Ολμοντ, εκ των υπευθύνων της ιστοσελίδας, «Οι απόψεις αυτές διοχετεύονται στη διαδικασία της διαβούλευσης και μπορούν να οδηγήσουν σε καλύτερες πολιτικές, λαμβάνοντας ουσιαστικά υπόψη τις ανάγκες της γενιάς στην οποία απευθύνονται». Υπό αυτή την έννοια τα on line δίκτυα πολιτών αντιπροσωπεύουν μια άνευ προηγουμένου καθαρή μορφή δημοκρατίας, ανταποκρινόμενα σε πραγματικές και όχι υποτιθέμενες ανάγκες. Η διαφαινόμενη επιτυχία τους οφείλεται στο ότι δημιουργούνται από την ίδια τη λαϊκή βάση, ανεξάρτητα από επίσημους θεσμούς, γραφειοκρατικές δομές ή εμπορικά συμφέροντα.Κατά τον Ρίτσαρντ Αλαν, εκπρόσωπο του βρετανικού Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος για θέματα που αφορούν την τεχνολογία της πληροφόρησης, θα ήταν καταστροφικό για τους πολιτικούς να αγνοήσουν τα on line δίκτυα: «Αποδεικνύονται πολύ πιο επιτυχημένα από τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα και τους κυβερνητικούς φορείς. Καθώς τα δίκτυα πολιτών αναπτύσσονται, η συμμετοχή στα κόμματα συρρικνώνεται. Το μήνυμα προς τα κόμματα είναι σαφές: εξέλιξη ή εξαφάνιση».Το τοπίο βρίσκεται προς το παρόν υπό διαμόρφωση. Τα δίκτυα πολιτών μπορεί να απογειωθούν ή να πλαισιωθούν από τις υπάρχουσες δομές. Το πιθανότερο πάντως είναι ότι θα έχουν σημαντικό ρόλο στη δημοκρατία του μέλλοντος.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 22/01/2005

Κυριακή, Ιανουαρίου 23, 2005

Τα όρια της γνώσης

από το Θανάση Γιαλκέτση
Με αφορμή την πρόσφατη έκδοση του έκτου τόμου του έργου του «Η Μέθοδος», ο γάλλος κοινωνιολόγος Εντγκάρ Μορέν έδωσε στο περιοδικό «Le Magazine Litteraire» τη συνέντευξη που ακολουθεί.

-Στο βιβλίο σας επανέρχεστε σε αυτήν τη μεγάλη πολιτική αυταπάτη που υπήρξε ο κομμουνισμός, ο υπαρκτός σοσιαλισμός.

«Εχω στοχαστεί για την κομμουνιστική μου εμπειρία. Πριν από τον πόλεμο είχα διαβάσει τον Τρότσκι, τον Σουβαρίν, και όλες οι αναγνώσεις μου με ωθούσαν να απορρίψω τον σταλινικό κομμουνισμό. Με οδηγούσαν άλλοτε προς τον αριστερισμό και άλλοτε προς το ρεφορμισμό, αλλά όχι προς τοΝ σταλινισμό. Οταν, μετά την κατοχή, έγινε η γερμανική επίθεση στη Ρωσία και η αντίσταση της Μόσχας, στα τέλη του 1941, τότε είπα στον εαυτό μου ότι υπάρχουν δύο μόνο δυνάμεις στον κόσμο -ο ναζισμός και ο κομμουνισμός- αφού η δημοκρατία είχε αποκαλύψει την ανικανότητά της στη διάρκεια της δεκαετίας του 1930. Επηρεασμένος από τον Χέγκελ, από την ιδέα του περί της πανουργίας του λόγου (ο Ναπολέων που νόμιζε ότι ικανοποιεί την προσωπική του φιλοδοξία φέρνει στην πραγματικότητα την επανάσταση στην Ευρώπη), υιοθέτησα δύο βασικά επιχειρήματα για να γίνω κομμουνιστής λέγοντας στον εαυτό μου ότι όλα τα ελαττώματα του συστήματος οφείλονται: 1) στην καθυστέρηση της τσαρικής Ρωσίας που κληρονόμησε ο κομμουνισμός, 2) στην καπιταλιστική περικύκλωση που μετέτρεπε τη Ρωσία σε πολιορκημένο οχυρό. Μετά τη νίκη, σκεφτόμουν, όλα τα θαυμαστά φύτρα του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού θα ανθίσουν. Χωρίς να είμαι αφελής σχετικά με τα γεγονότα, ήμουν κάποιος που έκανε λάθος στο συλλογισμό του. Οταν πραγματοποίησα στη συνέχεια μια οδυνηρή "αποδέσμευση", αναρωτήθηκα πώς μπόρεσα να κάνω αυτό το λάθος και αναζήτησα τις αιτίες στον τρόπο σκέψης μου».

-Μετά τη δεκαετία του '70, τότε που δημοσιεύτηκε ο πρώτος τόμος της «Μεθόδου», αρχίσατε να υπερασπίζεστε την ανάγκη της πολύπλοκης σκέψης. Αν την ορίσουμε αρνητικά, αυτή η πολύπλοκη σκέψη αποφεύγει από τη μια μεριά την υπερβολική ειδίκευση και από την άλλη την αξίωση για ολική, απόλυτη ή οριστική γνώση.

«Η πολύπλοκη σκέψη υιοθετεί μια πορεία ζιγκ-ζαγκ. Το πρόβλημα της πολυπλοκότητας έγκειται στη σύνδεση των γνώσεων με αφετηρία γνωστικά εργαλεία που λείπουν στον τύπο γνώσης που έχουμε διδαχθεί και που θέλησα να αναδείξω με την εργασία μου. Από τη στιγμή που έχουμε να κάνουμε με ένα πολύπλοκο σύνολο δεν μπορούμε να ονειρευόμαστε μιαν απόλυτη και εξαντλητική γνώση. Παραμένει πάντοτε ένα στοιχείο αβεβαιότητας οφειλόμενο στο τυχαίο, στα όρια της γνώσης. Αυτό συνεπάγεται ότι μια πολύπλοκη γνώση δεν θα είναι ποτέ μια πλήρης γνώση. Η οικολογία, για παράδειγμα, συνυπολογίζοντας τις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στο φυσικό περιβάλλον και την ανθρώπινη δραστηριότητα, είναι μια πολύπλοκη επιστήμη, που γίνεται εξάλλου καθημερινά όλο και περισσότερο πολύπλοκη, χωρίς ωστόσο για τον ίδιο λόγο να είναι μια πλήρης επιστήμη. Το ζητούμενο είναι να ζούμε με το συναίσθημα του αναλοκλήρωτου της γνώσης και του διαρκούς μετασχηματισμού της».

-Η πολύπλοκη σκέψη είναι εκείνη που αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην «οικολογία της δράσης», μιαν άλλη έννοια που σας είναι προσφιλής.

«Η γνώση οφείλει πάντοτε να προσδιορίζει το αντικείμενό της με βάση την αρχή που δείχνει ότι ένα κείμενο φωτίζεται από τα συμφραζόμενά του. Η μεγάλη έλλειψη της κλασικής επιστήμης ήταν το ότι απομόνωνε τα πεδία που μελετούσε... Η οικολογία της δράσης σημαίνει ότι κάθε δράση μέσα σε ένα ανθρώπινο περιβάλλον ξεφεύγει βαθμιαία από τις προθέσεις αυτού που την ξεκίνησε, δέχεται τις επιδράσεις και τις αντιδράσεις αυτού του περιβάλλοντος και μπορεί να πλήξει σαν μπούμερανγκ αυτόν που την προώθησε».

-Η πολύπλοκη σκέψη είναι επίσης, κατά τη δική σας γνώμη, ένα αντίδοτο στις απλουστεύσεις και τα παραληρήματα της ιδεολογίας.

«Το χαρακτηριστικό των ιδεολογιών είναι το ότι είναι κλειστές. Επαναλαμβάνω, μετατοπίζοντάς την σε ένα άλλο πεδίο, τη διάκριση που κάνει ο Πόπερ ανάμεσα σε επιστημονική και μη επιστημονική θεωρία. Σύμφωνα με τον Πόπερ, μια επιστημονική θεωρία αποδέχεται τη δυνατότητα της αναίρεσής της. Μια μη επιστημονική θεωρία κρίνει αντίθετα ότι είναι αδιάσειστη. Ετσι, οι δογματικές εκδοχές του μαρξισμού και της ψυχανάλυσης θεωρούν όλες τις αντιρρήσεις εσφαλμένες ή ανόητες. Αλλά υπάρχει και ένας άλλος τρόπος για να ανοίξουμε τον μαρξισμό ή την ψυχανάλυση, επιτρέποντάς τους να διορθωθούν ή να αναπτυχθούν διαφορετικά (...). Ο κόσμος των ιδεών δημιουργεί ισχυρές οντότητες που τείνουν να γίνουν κυρίαρχες. Είναι χαρακτηριστικό των ιδεολογιών, όπως και των Θεών, το γεγονός ότι, παρ' όλο που δημιουργούνται από τον άνθρωπο, γίνονται πολύ πιο ισχυρές από αυτόν, φτάνοντας ώς το σημείο να τον διατάζουν να σκοτώνει και να πεθαίνει γι' αυτές. Η πολύπλοκη σκέψη που υπερασπίζομαι αντιπροσωπεύει για μένα ένα αντίδοτο στην κυριαρχία αυτών των "κατευθυντήριων ιδεών" που χαρακτηρίζουν κάθε ιδεολογικό λόγο».

-Στην κριτική σας προς την επιστημονική γνώση αντλείτε ιδέες από μια φιλοσοφική παράδοση (Χούσερλ, Χάιντεγκερ) σύμφωνα με την οποία η επιστήμη «δεν σκέφτεται»;

«Υιοθετώ το στοιχείο αλήθειας που υπάρχει κατά τη γνώμη μου στην κριτική που άσκησε ο Χούσερλ, όταν εξήγησε ότι υπήρχε ένα τυφλό σημείο στην επιστημονική γνώση, η οποία στρέφεται προς το αντικείμενο αλλά αγνοεί το υποκείμενο που την παράγει. Οσο για τον Χάιντεγκερ, θα διόρθωνα τη φράση του λέγοντας ότι η επιστήμη δεν σκέφτεται τον εαυτό της (...)».


7 - 23/01/2005

Ψηφιακό Μανιφέστο - Αρθρο 3


Ψηφιακό Μανιφέστο
Χτίζοντας το Μέλλον
Μέρος 1ο


3. Η γέννηση του Δικτύου ΔΕΝ σημαίνει, για μας, τον τελικό θρίαμβο της οικονομικής αλλοτρίωσης ούτε και την αντικατάσταση του Ανθρώπου από τις μηχανές. Αντίθετα, η Επανάσταση της Πληροφορίας είναι το τελευταίο στάδιο στην απελευθερωτική διαδικασία του Μοντερνισμού. Η Ιστορία δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ίδια η εξέλιξη της ελευθερίας του ατόμου.

(Ολόκληρο το Ψηφιακό Μανιφέστο εδώ)

Σάββατο, Ιανουαρίου 22, 2005

Η εκδίκηση του Μαρξ

του Τάκη Μίχα
18-01-2005

Αναδημοσίευση από την «Ελευθεροτυπία»

Μεγκνάντ Ντεσάι (επιμέλεια Θοδωρή Πελαγίδη).

Η εκδίκηση του Μαρξ Η αναζωογόνηση του καπιταλισμού και το τέλος του κρατικού σοσιαλισμού.

Αθήνα: Παπαζήσης

Οι νέοι που διαδηλώνουν εναντίον της παγκοσμιοποίησης και του καπιταλισμού ασφαλώς θα αισθάνονταν μεγάλη έκπληξη αν μάθαιναν ότι μεταξύ των ομοϊδεατών τους δεν θα βρουν τον Καρλ Μαρξ.

Όμως αυτό υποστηρίζει ο γνωστός καθηγητής οικονομικών του LSE, Μεγκνάντ Ντεσάι (Meghnad Desai).

Στο προκλητικό αυτό βιβλίο του, ο γνωστός οικονομολόγος υποστηρίζει ότι η άνθηση του καπιταλισμού και της παγκοσμιοποίησης είναι κάτι το οποίο ο Μαρξ θα καλωσόριζε.

Για τον Μαρξ, ο καπιταλισμός θα έφθανε στα όριά του μόνο όταν δεν θα ήταν πια ικανός για πρόοδο, μόνο όταν εξαντλούσε τη δυναμική του· όταν έχανε τον δυναμισμό του.

Όμως αυτό προφανώς δεν έχει συμβεί ακόμα.

Καθημερινά παρατηρούμε νέες επαναστατικές καινοτομίες στους τομείς τής τεχνολογίας, της θεωρητικής φυσικής, της οργάνωσης των επιχειρήσεων.

Επίσης, η παγκοσμιοποίηση, εισάγοντας στις παγκόσμιες αγορές τη δυνατότητα του ανοιχτού ανταγωνισμού στους παραγωγούς τού τρίτου κόσμου, αποδεικνύει ότι ο καπιταλισμός έχει ακόμη τις δυνατότητες να προχωρήσει μπροστά.

Ο Μαρξ ήταν υπερασπιστής του ελεύθερου εμπορίου και όχι φίλος των δασμολογικών φραγμών, των ποσοστώσεων και του προστατευτισμού.

Για τον Ντεσάι, το καταστάλαγμα των απόψεων του Μαρξ βρίσκεται στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», που έγραψε μαζί με τον Ένγκελς (Engels): «Η μπουρζουαζία δεν μπορεί να υπάρξει δίχως διαρκή επαναστατικοποίηση των εργαλείων τής παραγωγής και επομένως των σχέσεων παραγωγής και με αυτές όλων των σχέσεων της κοινωνίας... Διαρκής επαναστατικοποίηση της παραγωγής, αδιάκοπη διατάραξη όλων των κοινωνικών συνθηκών, διαρκής αβεβαιότητα και αναστάτωση διακρίνει την εποχή της μπουρζουαζίας από κάθε άλλη προγενέστερη».

Ο Μαρξ δεν υπήρξε ποτέ προφήτης τού «τέλους τού καπιταλισμού» όπως πολλοί θέλησαν να τον παρουσιάσουν.

Το θέμα του «τέλους τού καπιταλισμού» δεν έχει ασφαλώς μόνο θεωρητική σημασία.

Όπως τονίζει ο συγγραφέας, με την επίκληση της προφητείας ότι ο καπιταλισμός θα πέθαινε σύντομα, διαπράχθηκαν ανείπωτα εγκλήματα.

Ο θάνατος του σοσιαλιστικού πειράματος, που θεμελιώθηκε με την οκτωβριανή επανάσταση στη Ρωσία το 1917, όχι μόνο δεν θα στεναχωρούσε τον Μαρξ, αλλά αντίθετα θα τον χαροποιούσε.

Αν ο Μαρξ είχε να διαλέξει μεταξύ ενός οικονομικού συστήματος το οποίο κατευθύνεται από την αγορά και ενός συστήματος το οποίο κατευθύνεται από την κρατική γραφειοκρατία, αναμφίβολα θα επέλεγε το πρώτο -την αγορά.

Ο Μαρξ δεν προσέβλεπε ούτε στην εθνικοποίηση των βιομηχανιών ούτε στην αντικατάσταση των αγορών από τον κρατικό σχεδιασμό.

Τέλος, η χρησιμοποίηση τρομοκρατικών ενεργειών για την επίτευξη πολιτικών στόχων είναι κάτι το οποίο θα καταδίκαζε απερίφραστα, χαρακτηρίζοντας τέτοιες ενέργειες ως «μπλανκισμό».

Για τον Ντεσάι, ο συνεχιζόμενος δυναμισμός τού καπιταλισμού στην αρχή του 21ου αιώνα είναι η εκδίκηση του Μαρξ απέναντι στους «μαρξιστές», απέναντι σε όλους αυτούς που προέβλεπαν με μηχανιστικό τρόπο την εξαφάνισή του.

Η ιδέα ότι ο καπιταλισμός, όσο διαρκούσε, ήταν προοδευτικός τρόπος παραγωγής του οποίου η αχαλίνωτη ανάπτυξη ήταν προτιμότερη από τις αντιδραστικές εναλλακτικές καταστάσεις λησμονήθηκε.

Τώρα έχει επιστρέψει εκδικητικά.

Ο καπιταλισμός έχει καταστεί πραγματικά παγκόσμιος και δεν έχει εξαντλήσει ακόμα τα όριά του.

Ο συγγραφέας προτείνει την επιστροφή στον Μαρξ για να κατανοήσουμε τη δυναμική του καπιταλισμού.

Παρασκευή, Ιανουαρίου 21, 2005

Αγαπητέ μου υπολογιστή

Από την ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΧΙΝΑ
Εκατόν πενήντα χρόνια έπρεπε να περάσουν πριν εκδοθεί το ημερολόγιο του Σάμιουελ Πέπις. Η Soul Reaver χρειάστηκε, για το δικό της, μόλις μερικά δευτερόλεπτα.

«Ο καιρός περνά τόσο απίστευτα αργά λες και ο κόσμος έχει κλειδωθεί σε μια παγωμένη κορνίζα και εγώ είμαι η μόνη ζωντανή»: έτσι άρχιζε πριν από τρία χρόνια το ηλεκτρονικό της ημερολόγιο στον διαδικτυακό κόμβο Open Diary η ανώνυμη Αμερικανίδα έφηβη· σχεδόν ταυτόχρονα δεκάδες μάτια διάβαζαν την αποθάρρυνσή της. «Εξάντληση, αιώνιά μου εξάντληση, γιατί δεν μπορώ να βρω γαλήνη έστω και για ένα λεπτό;» αναρωτιόταν, σε μια εγγραφή, που αν και δεν πρόκειται να μνημειωθεί όπως εκείνες του Πέπις, σίγουρα δεν υστερεί φιλολογικά από τις δικές του: «Εφαγα στη σοφίτα τα υπολείμματα μιας γαλοπούλας· στην προσπάθειά της να τα ζεστάνει, η γυναίκα μου έκαψε το χέρι της», έγραφε τον Γενάρη του 1660 ο πιο διάσημος ημερολογιογράφος στην ιστορία των αγγλικών γραμμάτων. Οχι και πολύ ενδιαφέρον.

Ομως γιατί να συγκρίνουμε τη νεαρή Αμερικανίδα και τον υπάλληλο του Λόρδου Σάντουιτς; Και οι δύο μπορεί να είναι ημερολογιογράφοι, αλλά η κατεύθυνσή τους είναι εντελώς διαφορετική: ο πρώτος αποβλέπει στη λογοτεχνία, η δεύτερη στην performance art. Το να κρατάς ημερολόγιο κατά τον παλιό τρόπο δεν εκθέτει σε κανέναν τη ζωή σου παρά μόνο στον εαυτό σου και στην αόριστη αφαίρεση που ονομάζεται υστεροφημία, την προσφιλή στον Ντιντερό μούσα· ένα ηλεκτρονικό μπορεί να σε εκθέσει ανεπανόρθωτα στον μπαμπά, τη μαμά, τους εργοδότες σου και στον κάθε αδιάφορο ξένο. Πράγμα που δεν σημαίνει, ασφαλώς, ότι οι ημερολογιογράφοι του κανόνα -συγγραφείς όπως η Πλαθ, ο Κάφκα, η Αναΐς Νιν- δεν έχουν αισθανθεί την ανάσα του πιθανού αναγνώστη στο σβέρκο τους, ή ότι οι πιο ακατέργαστες στιγμές της αυτοέκθεσής τους γίνονταν λιγότερο ακατέργαστες ελλείψει μιας σύνδεσης DSL. Υπάρχει όμως η σωτήρια απόσταση ανάμεσα στη στιγμή της έκφρασης και τη στιγμή της δημοσίευσης κι αυτή έχει καλλιεργήσει το παράδοξο μιας περιφρουρημένης δημόσιας ιδιωτικότητας, την κλασική συγγραφική υποκειμενικότητα του μοντερνιστικού μύθου. Με το online ημερολόγιο μπαίνουμε σε μια εντελώς καινούργια περιοχή: τη διακεκαυμένη ζώνη του Μεγάλου Αδελφού, όπου ναρκισσισμός και οφθαλμολαγνεία συνευρίσκονται και όπου τα όρια μεταξύ εσωτερικής και εξωτερικής ζωής συγχέονται εντελώς.

Μεγάλη μόδα το web loging, το blogging, η συνήθεια των online ημερολογίων· εμμονή που εξαπλώνεται σαν επιδημία. Πριν από μερικά χρόνια αντιμετωπιζόταν σαν μια ανώδυνη και εν πολλοίς ανούσια φλυαρία: σήμερα διεκδικεί, καθώς διαβάζουμε στο CNN.com., μια τέτοια δημοτικότητα, ώστε μπορεί να αποτελέσει την πλατφόρμα για το επόμενο κύμα ανανέωσης και οικονομικών προοπτικών του Διαδικτύου. Ετοιμες είναι να επενδύσουν στην ιντερνετική «μπλογκόσφαιρα» εταιρείες όπως η Google, η America online, η Terra Lycos. Υπό μετάλλαξη και η επικράτεια της ηλεκτρονικής ενημέρωσης. Στο βρετανικό online περιοδικό dot journalism φιγουράρει το ερώτημα: μήπως το blogging είναι η νέα δημοσιογραφία; Ο JD Lasica, αρχισυντάκτης της ηλεκτρονικής επιθεώρησης Online Journalism Review, διαπιστώνει ότι στα weblogs και μόνο στα weblogs καταφεύγουν οι χρήστες του Internet σε αναζήτηση ανάλυσης, κριτικού σχολιασμού, εναλλακτικών προτάσεων, ρεπορτάζ, που καμιά εφημερίδα δεν θα φιλοξενούσε. Δεν είναι απλώς ένας online εσωτερικός μονόλογος, μια «ροή της συνείδησης» που κυλάει αβίαστα, εν πλήρει ελευθερία, χωρίς επιτήρηση και χειραγώγηση τα weblogs, μας λένε οι θιασώτες τους. Δεν είναι αυθαίρετες, αμφιλεγόμενες ως προς την εγκυρότητά τους αφηγήσεις. Συχνά είναι χάρτες θησαυρών, αξιόπιστοι οδηγοί στον παγκόσμιο πολιτικοκοινωνικό λαβύρινθο. Στο χέρι μας είναι να τα αξιοποιήσουμε.


ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 22/01/2005

Ειτε σ'αρέσει, είτε όχι...

Πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Adam L. Penenberg στο Wired News.
Like It or Not, Blogs Have Legs

Εθνικός Διάλογος για την Παιδεία και ο Εντγκάρ Μορέν

Ξεκίνησε σήμερα ο Εθνικός Διάλογος για την Παιδεία..
- Aυλαία σήμερα στον εθνικό διάλογο
- Εθνικό κεφάλαιο η παιδεία, τόνισε ο πρωθυπουργός στην πρεμιέρα του Εθνικού Διαλόγου
- Κριτική για την έως τώρα πολιτική της κυβέρνησης για την Παιδεία από τον Γ.Παπανδρέου
- Ριζική δημοκρατική μεταρρύθμιση, η πρόταση του ΣΥΝ στον Εθνικό Διάλογο για την Παιδεία
- Απορρίπτει το ΚΚΕ τον εθνικό διάλογο για την παιδεία
- Με ομιλία Καραμανλή εν μέσω συλλαλητηρίων ξεκινά ο εθνικός διάλογος για την παιδεία
- Oι επτά πληγές της Aνώτατης Παιδείας
- «Φταίνε όλοι, Πολιτεία, διδάσκοντες, φοιτητές»
- Παιδεία:Διάλογος και κινητοποιήσεις

Eπτά αρχές για την παιδεία του μέλλοντος

O Eντγκάρ Mορέν καταθέτει συγκεκριμένες προτάσεις για τον σχεδιασμό της εκπαίδευσης

Του Θεόδωρου Κρητικού

Εντγκάρ Μορέν-Οι εφτά γνώσεις-κλειδιά για την παιδεία του μέλλοντος-Mετ. Θοδωρής Τσαπακίδης-Eκδόσεις του εικοστού πρώτου
Με αξιοθαύμαστη εμμονή και ανάλογη έμφαση τονίζεται, σε κάθε σχετική ευκαιρία, ότι η σύγχρονη παιδεία και κυρίως η σχολική της θέσπιση οφείλουν να ακολουθούν κατά πόδας τους ρυθμούς των σύγχρονων αλλαγών. Ενώ όμως συχνά πυκνά γίνεται λόγος για «αναγκαία προσαρμογή του σχολείου» σε μια κοινωνία που διαρκώς αλλάζει, σπανίως ακούμε να επισημαίνονται τα πνευματικά μας εφόδια, στα οποία οφείλουμε να εδράζουμε τις μεταρρυθμιστικές μας προτάσεις.
Ο Εντγκάρ Μορέν, που γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα τους γόνιμους τρόπους, με τους οποίους οι επιμέρους γνώσεις υπηρετούν την ολιστική σύλληψη της πραγματικότητας, καταθέτει δημοσίως, για άλλη μια φορά, τη σφαιρική και ολοκληρωμένη του άποψη. Ο Γάλλος συγγραφέας, επιχειρώντας να ανταποκριθεί στο αίτημα για συγκεκριμένες και ουσιαστικές προτάσεις που θα αποσαφηνίζουν το θολό τοπίο της (φερόμενης ως διαρκούς και γενικευμένης) «κρίσης», συνοψίζει σε εφτά γνώσεις-κλειδιά τις εκπαιδευτικές αρχές, στις οποίες οφείλει να εδράζεται η παιδεία του μέλλοντός μας. Οι εν λόγω αρχές, ως απόσταγμα της μακραίωνης πολιτισμικής και διανοητικής μας ιστορίας, συμπυκνώνουν τις γνωστικές μας κατακτήσεις, υποδεικνύοντας συγχρόνως και τις δέουσες προοπτικές των εκπαιδευτικών μας στρατηγικών.
Αρχή πρώτη: Η παιδεία πρέπει να δείξει κατ’ αρχήν «ότι δεν υπάρχει καμία γνώση που να μην απειλείται, σε κάποιο βαθμό, από το λάθος και την ψευδαίσθηση». Τα λάθη του νου, τα διανοητικά λάθη και οι ψευδο-ορθολογισμοί οφείλουν λοιπόν να βρίσκονται στο επίκεντρο των εκπαιδευτικών μας ανησυχιών από την πρώτη κιόλας στιγμή.
Αρχή δεύτερη: Η παιδεία μας οφείλει να μυήσει τον πολίτη της νέας χιλιετίας στους τρόπους και τις μεθόδους, με τις οποίες προσεγγίζονται οι κατηγορίες του πλαισίου, της σφαιρικότητας, του πολυδιάστατου και του πολύπλοκου. Η μέχρι τώρα παιδεία μας «δεν μας έμαθε να συσχετίζουμε τις γνώσεις, αλλά να τις διαχωρίζουμε, να τις περιχαρακώνουμε και να τις απομονώνουμε». Απαιτείται λοιπόν μια μεταρρύθμιση της σκέψης, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίδια μας η ικανότητα να οργανώνουμε τη γνώση.
Αρχή τρίτη: Γνωρίζουμε ήδη ότι ο άνθρωπος είναι ένα πλάσμα της φύσης, που «ανέπτυξε με απίστευτο τρόπο τις δυνητικότητες της ζωής». Γνωρίζουμε, επίσης, ότι ο άνθρωπος ολοκληρώνεται ως πλήρες ανθρώπινο ον «μόνο μέσα από και μέσα στον πολιτισμό». Οφείλουμε, επομένως, να οργανώσουμε «μια βασική και παγκόσμια εκπαίδευση που θα ασχολείται με την ανθρώπινη συνθήκη», με την πληρέστερη δυνατή γνωστική προσέγγιση της ανθρώπινης φύσης.
Αρχή τέταρτη: Η παιδευτική προετοιμασία για την πλανητική μας εποχή φαίνεται πως επείγει. Οφείλουμε επομένως να μη θέτουμε σε αντιπαράθεση το παγκόσμιο και τις πατρίδες, αλλά να «συνδέουμε τις οικογενειακές, τοπικιστικές, εθνικές, ευρωπαϊκές μας πατρίδες, ομόκεντρα, και να τις ενσωματώνουμε μέσα στο συγκεκριμένο σύμπαν της γήινης πατρίδας». Πράγματι, αν η έννοια της πατρίδας παραπέμπει σε μια κοινή ταυτότητα, σε μια σχέση συναισθηματικής υπαγωγής, εν τέλει σε ένα κοινό πεπρωμένο, «τότε μπορούμε να εισαγάγουμε την έννοια της Γης-Πατρίδας».
Αρχή πέμπτη: «Είναι αναγκαίο όσοι έχουν αναλάβει το έργο της εκπαίδευσης να πάνε στην πρώτη γραμμή της αβεβαιότητας των καιρών μας». Αυτό σημαίνει ότι οφείλουμε να επινοήσουμε τη διδασκαλία, με την οποία η σκέψη θα εξοπλιστεί και θα σκληραγωγηθεί για να αντιμετωπίσει την, πανάρχαιη κατά τα άλλα, κατηγορία της αβεβαιότητας.
Αρχή έκτη: Η κατανόηση συνιστά πρωτεύουσα παιδευτική στοχοθεσία. Για την εκπαιδευτική της πρόσληψη, ωστόσο, η μετάδοση και η πρόσληψη των πληροφοριών μέσω της προβεβλημένης ψηφιακής τεχνολογίας δεν φαίνεται να επαρκούν. Απαιτείται ιδιαίτερη παιδευτική προετοιμασία που θα καλλιεργεί τον αυτο-κριτικό έλεγχο. Πρόκειται για διαδικασία, που αναμφιβόλως προϋποθέτει «μια μεταρρύθμιση των αντιλήψεων που επικρατούν».
Αρχή έβδομη: Κάθε πρόοδος που έχει να κάνει με τον άνθρωπο δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει «την ανάπτυξη, συγχρόνως, της αυτονομίας του ατόμου, της συμμετοχής του στην κοινότητα και της συνείδησης του ότι ανήκει στο ανθρώπινο είδος». Επομένως, η ηθική προς την οποία οφείλει να προσανατολίζει σταθερά η εκπαιδευτική μας δοκιμασία, πρέπει να προβάλλει την ανθρωπότητα ως κοινή συνείδηση και, κυρίως, ως πλανητικό πεπρωμένο.
Ο Εντγκάρ Μορέν κατέθεσε την πρότασή του για τη δέουσα παιδεία του μέλλοντός μας στο πλαίσιο των σχετικών αναζητήσεων και συνακόλουθων εκδοτικών πρωτοβουλιών της UNESCO. Υπάρχει, άραγε, καλύτερη πρόταση για τον σχεδιασμό μιας εθνικής εκπαιδευτικής πολιτικής, που θα επιδιώκει τη μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των γνωστικών μας κατακτήσεων;

Ο κ. Θεόδωρος Κρητικός είναι φυσικός, δρ ιστορίας των επιστημών, καθηγητής στο Πειραματικό Λύκειο της Βαρβακείου Σχολής.

Καθημερινή
Kυριακή, 3 Φεβρουαρίου 2002 - Aρχείο