Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αριστερά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αριστερά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή, Μαρτίου 21, 2008

Δημοψήφισμα για το ασφαλιστικό ΤΩΡΑ!

Αναβάλλεται η ψήφιση

Τσίπρας: Να αποδεχθεί η κυβέρνηση το δημοψήφισμα

Δημοψήφισμα για το Ασφαλιστικό ζήτησε από το βήμα της Βουλής ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέκος Αλαβάνος. Υπέρ της πρότασης τάχθηκε η ΓΣΕΕ και ΛΑΟΣ. Πρόταση δημοψηφίσματος θα υποβάλει και το ΚΚΕ. Εξαιρετικής σημασίας η πρόταση, λέει ο Χρ.Παπουτσής. Έπρεπε να είχαν γίνει διαβουλεύσεις υποστήριξε ο Ευ.Βενιζέλος.

Μιλώντας από το βήμα της Βουλής για το Ασφαλιστικό, ο κ. Αλαβάνος πρότεινε στα κόμματα της αντιπολίτευσης να ενεργοποιήσουν από κοινού την πρόβλεψη του άρθρου 44 του Συντάγματος για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος επί νομοσχεδίων που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα.

Αργότερα, ο κ. Αλαβάνος κάλεσε την κυβέρνηση να προχωρήσει σε δημοψήφισμα, τονίζοντας ότι «δεν πρέπει να ρίξει το μπαλάκι στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας» ο οποίος έχει τη δυνατότητα να το αναπέμψει.

«Πρέπει να κάνετε δημοψήφισμα, αν έχετε στοιχειώδη γενναιότητα. Γιατί δεν πρέπει να ρίξετε το μπαλάκι στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας με βάσει το Σύνταγμα, αν πιστεύει ότι είναι σε βάρος της χώρας και της κοινωνίας μπορεί να προχωρήσει σε αναπομπή του νομοσχεδίου» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Αλαβάνος.

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Παπανδρέου χαρακτήρισε ιδιαίτερα θετική την πρόταση του κ. Αλαβάνου για δημοψήφισμα και πρόσθεσε ότι το ΠΑΣΟΚ θα είναι απέναντι στη κυβέρνηση, η οποία έχει μείνει μόνη της.

Από την πλευρά του ο Ανδρέας Λοβέρδος τόνισε: «Η τριήμερη συζήτηση για τη διενέργεια δημοψηφίσματος -μετά την κατάθεση σχετικής πρότασης από 120 βουλευτές- διενεργείται μετά την ψήφιση του σχεδίου νόμου στο σύνολό του και προ της εκδόσεως του νόμου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

» Συνεπώς, το αμέσως επόμενο κοινοβουλευτικό βήμα, είναι η τριήμερη συζήτηση της πρότασης για διενέργεια δημοψηφίσματος (απαιτούμενη πλειοψηφία τα 3/5). Ως εκ περισσού, η υπογράμμιση ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν δικαιούται να εκδώσει το ψηφισμένο σχέδιο νόμου.»

«Εξαιρετικής σημασίας και εξαιρετικού ενδιαφέροντος» χαρακτήρισε την πρόταση Αλαβάνου ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Χρήστος Παπουτσής. Τη χαρακτήρισε «μία πρόταση που έρχεται να ανταποκριθεί στην πρόταση του κ. Παπανδρέου για ευρύτερη συνεργασία των δυνάμεων της Αριστεράς, ιδιαίτερα όμως απέναντι σε αυτό το νομοσχέδιο». Ο κ. Παπουτσής ζήτησε από το Συνασπισμό να αποδεχθεί κι εκείνος την πρόταση του Γιώργου Παπανδρέου για άμεση συνάντηση των εκπροσώπων των κομμάτων στη Βουλή, «προκειμένου να συζητήσουμε τον τρόπο με τον οποίο θα προχωρήσουμε τις συγκεκριμένες προτάσεις».

Δήλωση με την οποία συμφωνεί με την πρόταση για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος έκανε αμέσως ο βουλευτής του ΛΑΟΣ, Αστέριος Ροντούλης, ενώ λίγο αργότερα το κόμμα του εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία αναφέρει, μεταξύ άλλων:

«Ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός θεωρεί τα δημοψηφίσματα ως ένα ουσιώδες στοιχείο βελτίωσης και ολοκλήρωσης του δημοκρατικού μας πολιτεύματος και έχει επανειλημμένα ζητήσει τη θεσμοθέτηση της υποχρέωσης της εκάστοτε κυβέρνησης να διενεργεί δημοψηφίσματα για όλα τα σοβαρά και κρίσιμα εθνικά και κοινωνικά ζητήματα [...]

»Ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός και σε αυτό το κορυφαίο ζήτημα του Ασφαλιστικού, ζητά δημοψήφισμα» καταλήγει η ανακοίνωση.

Σαφώς πιο επικριτκός εναντι του κ.Αλαβανου, εμφανίστηκε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, που υποστήριξε ότι πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ βιάστηκε. Σύμφωνα με τον βουλευτή Α' Θεσσαλονίκης του ΠΑΣΟΚ, έπρεπε να είχαν προηγηθεί διαβουλεύσεις των κομμάτων και με το ΚΚΕ «ώστε να μην εμφανιστεί υπαναχωρών και προσχωρών ο ΛΑΟΣ να δίνει λύση στη μεγάλης σημασίας πρωτοβουλία». Ο κ. Βενιζέλος συνέχισε λέγοντας ότι «πρέπει με σοβαρότητα να αξιοποιούμε το μομέντουμ και όχι να ψαρεύουμε σε θολά νερά της συγκυρίας».

Εξάλλου, σε γραπτή δήλωσή του, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Αχιλλέας Κανταρτζής τόνισε ότι η κοινοβουλευτική ομάδα του ΚΚΕ «θα υποβάλλει πρόταση για διενέργεια δημοψηφίσματος για τον νέο Ασφαλιστικό Νόμο, συμβάλλοντας στην επίτευξη του αναγκαίου, κατά το Σύνταγμα, αριθμού βουλευτών».

Βεβαίως, πρόσθεσε ο κ. Κανταρτζής, «είναι γνωστό ότι η διενέργεια δημοψηφίσματος εξαρτάται από την κυβερνητική πλειοψηφία και το αποτέλεσμα του δεν έχει δεσμευτικό, για την κυβέρνηση, χαρακτήρα». Επισήμανε τέλος «ότι για να ανακοπεί αυτή η πορεία απαιτείται η συνέχιση, η ένταση και ο συντονισμός των αγώνων των εργαζομένων και η πάλη για την ριζική αλλαγή του συσχετισμού των δυνάμεων».

Θετική η ΓΣΕΕ

Υπέρ της πρότασης «για πραγματοποίηση νομοθετικού δημοψηφίσματος, στο οποίο τα συνδικάτα θα πρωτοστατήσουν, ώστε να εκφραστεί ο ελληνικός λαός πάνω στο εξαιρετικά κρίσιμο αυτό κοινωνικό ζήτημα, το ασφαλιστικό» τάχθηκε με ανακοίνωσή της η ΓΣΕΕ.

Η Συνομοσπονδία καλεί όλους τους βουλευτές, όλων των κομμάτων, να υποστηρίξουν αυτή την πρόταση, καθώς και την κυβέρνηση να την αποδεχτεί.

Τι προβλέπει το Σύνταγμα για το δημοψήφισμα

Σύμφωνα με το άρθρο 44, παράγραφο 2 του Συντάγματος: «Δημοψήφισμα προκηρύσσεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με διάταγμα και για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, εκτός από τα δημοσιονομικά, εφόσον αυτό αποφασιστεί από τα τρία πέμπτα του συνόλου των βουλευτών, ύστερα από πρόταση των δύο πέμπτων του συνόλου και όπως ορίζουν ο Kανονισμός της Bουλής και νόμος για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. Δεν εισάγονται κατά την ίδια περίοδο της Bουλής περισσότερες από δύο προτάσεις δημοψηφίσματος για νομοσχέδιο».



Αλλάζει την πολιτική ατζέντα η πρόταση Αλαβάνου

Πρόταση για διεξαγωγή δημοψηφίσματος στο Ασφαλιστικό από τον Αλ.Αλαβάνο

Παροτρύνω τον Κάρολο Παπούλια να αναπέμψει το νομοσχέδιο Πετραλιά


ΓΣΕΕ: Συλλογή υπογραφών για δημοψήφισμα με θέμα το ασφαλιστικό

Η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ απέστειλαν κείμενο συλλογής υπογραφών στους χώρους εργασίας, στις Ομοσπονδίες, τα Εργατικά Κέντρα και τα Σωματεία, ζητώντας να γίνει δημοψήφισμα για το ασφαλιστικό.

Πρόταση Αλαβάνου για δημοψήφισμα για το ασφαλιστικό

Τα γεγονότα τρέχουν και τρέχουμε κι εμείς για να προλάβουμε. Μιλώντας στην ολομέλεια της Βουλής για το Ασφαλιστικό, ο Αλέκος Αλαβάνος είπε, μεταξύ άλλων: «Είναι σαφές πια ότι υπάρχει μεγάλη διάσταση των θέσεων της κυβέρνησης με τη θέληση της κοινωνίας. Και μ΄ αυτή την έννοια, εμείς ως ΣΥΡΙΖΑ απευθυνόμαστε στα κόμματα της αντιπολίτευσης και τους [...]

Δευτέρα, Μαρτίου 17, 2008

ΒΗΜΑ: Φάκελος Κεντροαριστερά

Εχουν οι σοσιαλιστές ένα καινούργιο όραμα;
Α. ΛΙΑΚΟΣ
Η σοσιαλδημοκρατία ήταν μια δύναμη αποτελεσματική: επέβαλε αλλαγές, θεσμικές, οικονομικές ή κοινωνικές, που άλλαξαν και εκσυγχρόνισαν όχι μόνο τον καπιταλισμό αλλά και τον ίδιο τον σοσιαλισμό. Σήμερα, σε σύγκριση με τη δεκαετία του '60, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης έχουν απoλέσει ικανό ποσοστό της εκλογικής ισχύος τους. Εχουν εισέλθει σε πορεία βραδείας ολίσθησης, καθώς κάθε επόμενη δεκαετία εμφανίζεται εκλογικά λιγότερο αποδοτική από την ...

Κρίση στρατηγικής
Ι. ΛΟΥΛΗΣ
Στη μάχη των «κύκλων κυριαρχίας» είναι γεγονός ότι η Σοσιαλδημοκρατία περνάει κρίση - με την έννοια ότι χάνει περισσότερες μάχες από εκείνες που κερδίζει. Γνωρίζω ότι αρκετοί από τον χώρο της αριστερίζουσας διανόησης θα αποδώσουν την κρίση αυτή σε «ιδεολογικούς λόγους», κάνοντας περίπλοκες αναλύσεις. Και όμως η πραγματικότητα είναι απλή: Η κρίση της Σοσιαλδημοκρατίας δεν είναι ιδεολογική. Αλλά στρατηγική. Με δυο λόγια, αδυνατεί να προσαρμοσθεί στα δεδομένα της «εποχής του ...

Νέα πολιτική βούληση
Α. ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ιστορικά μιλώντας η πορεία της σοσιαλδημοκρατικής Αριστεράς είναι άρρηκτα δεμένη με αυτή του διεκδικητικού και συνεργατικού κινήματος των εργαζομένων και φέρει την ανεξίτηλη σφραγίδα της κοινωνικής ισότητας και του πολιτικού βολονταρισμού. Οποια εκδοχή σοσιαλδημοκρατικού συμβιβασμού ανάμεσα στο κεφάλαιο και στην εργασία και αν διερευνήσουμε, από την πλέον ριζοσπαστική ως την πλέον ρεφορμιστική, θα βρούμε στο επίκεντρό της αυτά τα δύο σημαίνοντα χαρακτηριστικά: την ...

Βιώνουμε την τυραννία της κοινής γνώμης;
Τη νέα κυρίαρχη συνιστώσα των σύγχρονων δημοκρατιών, αυτήν της κοινής γνώμης, αναδεικνύει μέσα από το δοκίμιό του «Η βασίλισσα του κόσμου» (La Reine du monde) ο γάλλος φιλόσοφος Ζακ Ζυλιάρ (Jacques Julliard) ισχυριζόμενος μάλιστα ότι ο ρόλος της είναι πλέον τόσο ισχυρός ώστε καθιστά την αντιπροσωπευτική δημοκρατία στα δυτικά πολιτικά συστήματα «ξεπερασμένη». Μέσα από το συγκεκριμένο δοκίμιο ο Ζυλιάρ χρησιμοποιώντας το παράδειγμα του δημοψηφίσματος του 2005 στη Γαλλία, ή της ...

Πέμπτη, Ιανουαρίου 10, 2008

Πολιτική και νέες τεχνολογίες

Αντιγράφω από τον χθεσινό Αγγελιοφόρο:

Του Πάνου Θεοδωρίδη

Αφορμή, η ζωντανή παρουσία Τσίπρα στο κοινό των μπλόγκερς, που απάντησε σε 15 ερωτήματα (από τα 170 που είχαν υποβληθεί). Γι� αυτούς που δεν ξέρουν ακόμη τι είναι τα μπλογκς, ας περιοριστώ στην αναφορά ότι πρόκειται για μερικά εκατομμύρια προσωπικών ιστολογίων που υπάρχουν στο διαδίκτυο. Στην Ελλάδα, μερικές χιλιάδες. Ξεκίνησαν από ένα είδος ημερολογίου, γρήγορα απλώθηκαν εκφράζοντας προσωπικές ή ομαδικές απόψεις, ενώ υπάρχουν και θεματικά και εμπορικά και ενημερωτικά και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κάποιος. Σηκώνονται αρκετές φορές δημόσιες συζητήσεις για επίμαχα θέματα, αλλά και για θέματα που πονάνε το σινάφι των μπλόγκερς. Τους τελευταίους μήνες, επειδή έχουν αναπτυχθεί και άλλα «δημόσια βήματα», όπως τα βιντεάκια του «Youtube» και η περαντζάδα του «Facebook», οι μπλόγκερς, παρά τις εξαιρέσεις, φαίνεται να «σοβαρεύουν» και πολλοί να υποστηρίζουν ένα είδος κατοχύρωσης του μέσου μέσα από το οποίο εκφράζονται.

Oι πολιτικοί, που στο εξωτερικό κυρίως έχουν αρκετά ταλαιπωρηθεί από τους μπλόγκερς, αλλά και μεγάλες εταιρίες, όμιλοι και άλλοι διαχειριστές κοινωνικών και οικονομικών ζητημάτων βλέπουν ότι ο «παραδοσιακός» τρόπος της παρουσίας τους μέσω προγραμματισμένων ιστοσελίδων δεν είναι πλέον τραβηχτικός. Τα μπλογκς περιέχουν δύο καινοτομίες: τη θεσμοθετημένη ανωνυμία και την προσωπική αντίληψη του κόσμου. Το ότι εξαρτώνται από διαμέσους που μπορούν ενδεχομένως να ελέγχουν το σύνολο της ροής των μπλογκς είναι για την ώρα δευτερεύον ζήτημα.

Oι μπλόγκερς μπορεί να είναι απόμαχοι της ζωής, κεφάτοι ακτιβιστές, μοιρολάτρες καλλιτεχνίζοντες, παιδάκια με ανησυχίες ή λάτρεις ανθέων, ποιημάτων και γκάτζετς, ωστόσο είναι εξαιρετικά προβληματικό που θεωρούνται στοχοποιημένο και «δυναμικό» κοινό, στο οποίο πρέπει κάποιος να διεισδύσει. Τα μπλογκς για την ώρα έχουν το γονίδιο της λερναίας ύδρας: οι κεφαλές τους αντικαθίστανται από πολλαπλάσιες έτσι και τα πειράξεις. Και καθώς η φωτιά που κατέστρεψε την Υδρα είναι στην περίπτωσή μας το τράβηγμα μιας πρίζας, δεν είναι τόσο εύκολος ο έλεγχός του.

Ωστόσο, παρά τις ιδιαιτερότητες, παραμένει μέσον. Μπορεί να υπάρχουν κάποια υβρίδια ενός νέου τύπου γραφής, αλλά όποιος έχει λάβει μέρος σε ψηφιακό φόρουμ ή έχει κουβεντιάσει ένα ζήτημα με τους φίλους του, είναι σε θέση να γίνει ανέτως μπλογκεράς. Το ίδιο συμβαίνει με την ευρυχωρία που γεννά η υπερβολική τεχνολογία και μάρτυράς μου τα χιλιάδες πιανάκια και κλειδοκύμβαλα που παραμένουν ανενεργά στα δωμάτια των εφήβων, αντικαθιστώντας τα παραδοσιακά μαθήματα πιάνου που ήταν για ολίγους.

Φυσικά, η κίνηση Τσίπρα ήταν μια επικοινωνιακή πολιτική κίνηση. Το μόνο μου ερώτημα σχετίζεται με το αν η επιλογή του μέσου οδηγεί σε ιδιόλεκτο, αν, δηλαδή, ένας πολιτικός γνωρίζοντας το ειδικό κοινό στο οποίο απευθύνεται παραλλάζει τη ρητορική του κατά τη σύνθεση των αποδεκτών, όπως ο Γιώργος Αυτιάς, προκειμένου να τον αγαπήσει η «επαρχία» ρίχνει καμιά φορά και κανέναν ιωτακισμό.

Και βέβαια, οι μπλόγκερς γεννήθηκαν για να ξεπεραστούν από κάποια νέα τεχνολογία. Ας μην εμπιστεύονται λοιπόν το πολιτικό τους μέλλον, εκτός αν θέλουν να συμπεριληφθούν σύντομα στις ομάδες που είναι κολλημένες με τα φιλμς και όχι τις ψηφιακές μηχανές και τις κάμερες VHS στην εποχή των DVD...

Σάββατο, Ιανουαρίου 05, 2008

Απ' τον Οκτώβρη στο βαθύ χειμώνα

Απροσδόκητοι κληρονόμοι του τσαρικού καθεστώτος. Το μεγάλο στοίχημα της Ιστορίας.

Απ' τον Οκτώβρη στο βαθύ χειμώνα

Του MOSHE LEWIN*

«Τα εγκλήματα του κομμουνισμού» είναι ο τίτλος του ειδικού τεύχους της επιθεώρησης «Historia». Ενενήντα χρόνια μετά την κατάληψη των χειμερινών ανακτόρων, το κοινωνικό πείραμα που ξεκίνησε τότε μοιάζει να ταυτίζεται μόνο με τον σταλινισμό και τα γκουλάγκ. Ο ιστορικός Μοσέ Λεουίν, ξεφεύγοντας από αυτή τη μονομερή οπτική, επανατοποθετεί τον σοβιετικό κομμουνισμό όπως ο ίδιος αναφέρει μέσα στην ιστορία της Ρωσίας και στοχάζεται γύρω από τα διδάγματα που μπορούμε να αντλήσουμε από αυτή: για την ανάπτυξη και την παρακμή των πολιτικών συστημάτων γενικώς, και ιδιαίτερα γι' αυτά που επικαλούνται το όνομα του σοσιαλισμού.

ΕΙΡΗΝΗ ΓΚΟΝΟΥ
Ο Οκτώβρης του 1917 (1) σημάδεψε την ιστορία του 20ού αιώνα. Η επανάσταση προκάλεσε πολυάριθμες πολεμικές και ιδεολογικές διακηρύξεις, εγκωμιαστικές κριτικές, αλλά και κατηγορηματικές καταδίκες, οι οποίες συγχέονται, από πολλούς παρατηρητές, με την πραγματικότητα. Στη συγκάλυψη αυτής, δε, συμβάλλει η εμμονή στο θεμελιακό γεγονός που υπήρξε η κατάληψη των χειμερινών ανακτόρων.

Ετσι, το 1917, αυτό που κυριαρχούσε ήταν η γενική αναστάτωση σε όλα τα επίπεδα (στρατός, αστυνομία, κρατικός μηχανισμός, οικονομικοί κύκλοι, απόψεις και αντίληψη της πολιτικής ζωής) και ένα χάος το οποίο έμελλε να βαρύνει έντονα στις επιλογές των μπολσεβίκων.

Κάθε σύστημα, του σήμερα ή του παρελθόντος, πρέπει να αναλύεται από τη σκοπιά των ζωντανών δυνάμεών του, από τη δυνατότητά του, ή μη, να μεταρρυθμίζεται, και συνεπώς να βρίσκει μια νέα ζωτικότητα εγκαταλείποντας τον όποιον επικίνδυνο προσανατολισμό.

Οι ιδεολογίες συχνά τυφλώνουν, γιατί αυτοεξυμνούνται: οδηγούν τα ανθρώπινα όντα να ξεχνούν ότι το καθεστώς κάτω από το οποίο ζουν και το οποίο θεωρούν ως το πιο επιθυμητό, άρχισε να λειτουργεί σύμφωνα με άλλους κανόνες, κάτω από τη δράση διαλυτικών οικονομικών και κοινωνικών παραγόντων, που είναι ικανοί να του αφαιρέσουν την ουσία και να αφήσουν να επιβιώσει μόνο η εμφάνισή του.

Μια τέτοια κατάσταση μπορεί να συγκριθεί με ένα θέατρο όπου το σκηνικό και η δράση δεν έχουν καμία σχέση. Το σκηνικό είναι άλλου έργου, ανήκει σε μιαν άλλη εποχή. Οσο για τα όσα διαδραματίζονται, αυτά οδηγούν τελείως αλλού.

Οι κρίσεις και οι φάσεις αποσύνθεσης αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της ροής της ιστορίας. Συχνά, σημαδεύουν το τέλος μιας εποχής, ενός συστήματος. Σε ορισμένες περιπτώσεις, αν υπάρχουν κάποιες δυνάμεις (εσωτερικές ή εξωτερικές), ανοίγει μια νέα σελίδα, που μερικές φορές ονομάζεται «επανάσταση». Παρατηρεί κανείς ότι ένας μεγάλος αριθμός συγγραφέων μιλάει για την επανάσταση που «εκπληρώθηκε» από τους μπολσεβίκους, κάτι το οποίο, συχνά, υπονοεί ότι ήταν «ένοχοι» γι' αυτό.

Οπως έγραψε λίγο αργότερα ο Λένιν, στην αρχή οι μπολσεβίκοι δεν είχαν τίποτα εκτός από συνθήματα: Επανάσταση, Σοσιαλισμός.
Η συγκεκριμένη ανάγνωση των γεγονότων είναι απλώς αξιοθρήνητη. Εκφράζει την πλήρη άγνοια αυτού που συνέβη τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 1917, όταν τίποτε δεν λειτουργούσε στη Ρωσία, όταν η παράλυση της εξουσίας ήταν πλήρης και ολόκληρη η χώρα οδηγείτο προς εξεγέρσεις μεγάλης κλίμακας - προς τον εμφύλιο πόλεμο, με λίγα λόγια, προς το γενικευμένο χάος. Η επανάσταση -γιατί αυτό ακριβώς συνέβαινε- δεν ήταν παρά μια απάντηση στο αυξανόμενο χάος και την προοπτική της ξεκάθαρης εξαφάνισης της Ρωσίας ως έθνους-κράτους.

Επανάσταση ως λύτρωση

Με λίγα λόγια, δεν ήταν η επανάσταση εκείνη που προκάλεσε την κρίση: ήταν μια κρίση πολύ βαθιά η οποία λύθηκε από την επανάσταση των μπολσεβίκων, την ώρα που άλλες δυνάμεις οι οποίες προσπαθούσαν απεγνωσμένα να την ελέγξουν, δεν κατάφεραν παρά να τη βαθύνουν. Αντίθετα με ορισμένες διαδεδομένες ιδέες, εκείνη τη στιγμή, το επίσημο πολιτικό καθεστώς, το οποίο συμβόλιζε η προσωρινή κυβέρνηση που εγκαθιδρύθηκε μετά την πτώση του τσαρισμού, τον Φεβρουάριο του 1917, δεν ήταν παρά ένα σκηνικό - όπου δεν συνέβαινε τίποτε: «εξαντλημένο» και τελειωμένο. Δεν υπήρχε κρατική εξουσία, απλώς μια δήθεν εξουσία.

Η άποψη ότι οι μπολσεβίκοι «πήραν την εξουσία» (από κάποιον) αγνοεί την πραγματικότητα: κανείς δεν κατείχε οποιαδήποτε εξουσία, από την οποία απομακρύνθηκε. Οχι μόνο οι μπολσεβίκοι δεν πήραν την εξουσία από κανέναν, αλλά έπρεπε και να τη δημιουργήσουν.

Οπως έγραψε στη συνέχεια ο Βλαντίμιρ Ιλιτς Ουλιάνοφ, γνωστός ως Λένιν, στην αρχή οι μπολσεβίκοι δεν είχαν τίποτε, εκτός από συνθήματα όπως «σοσιαλισμός», «επανάσταση», κατάργηση των προνομίων και των τίτλων (αριστοκρατία, γραφειοκρατία). Το στοιχείο-κλειδί της επιτυχίας τους, ας μην το ξεχνούμε, ήταν η έκκλησή τους προς τους χωρικούς να απαλλοτριώσουν τη γη που καλλιεργούσαν και την οποία θεωρούσαν δική τους.

Ενα τέτοιο μέτρο θα μπορούσε να σώσει την προσωρινή κυβέρνηση εάν το υιοθετούσε, αλλά η κυβέρνηση τότε έτρεχε πίσω από τους εκπροσώπους των ιδιοκτητών, πεπεισμένη ότι ο σοσιαλισμός ήταν αδύνατος - ένα λανθασμένο συμπέρασμα, βασισμένο, όμως, σε μια σωστή διαπίστωση.

Πράγματι ο σοσιαλισμός ήταν αδύνατος, αλλά οι ηγέτες της προσωρινής κυβέρνησης αρνούνταν να καταλάβουν ότι η αστική δημοκρατική επανάσταση ήταν πολύ δυνατή. Εκεί βρίσκεται το δράμα των πολιτικών κομμάτων που μετείχαν στους συνασπισμούς ανάμεσα στον Φεβρουάριο και τον Νοέμβριο του 1917: το χάος εξαπλωνόταν, και δεν κατάφερναν ούτε να το καταλάβουν, ούτε να το ελέγξουν.

Αυτοί οι οποίοι ανέλαβαν δράση και τελικά τα κατάφεραν, διακινδύνευσαν σημαντικά, όχι γιατί οι Λευκοί (οι μοναρχικοί) ανασυνέτασσαν ήδη τις δυνάμεις τους (ενάντια στην προσωρινή κυβέρνηση), αλλά λόγω της σοβαρότητας της κρίσης και των βαθιών ρήξεων που προκλήθηκαν από μια πλήρη ανατροπή της κοινωνίας.

Οι μπολσεβίκοι τα καταφέρνουν, λοιπόν, αλλά το νικηφόρο κόμμα δεν είναι πραγματικά στην εξουσία, αρχικά, παρά μόνο τυπικώς, σαν μια απλή επιγραφή.

Δεν μπορούσε να αντέξει στο καμίνι των γεγονότων, απέναντι στη μαζική εισροή νέων μελών και στην τεράστια πίεση των καθηκόντων που έπρεπε να εκπληρώσει, για τα οποία ούτε η εμπειρία του πριν από την επανάσταση, ούτε ο χαρακτήρας του το είχαν προετοιμάσει. Γιατί αυτό το κόμμα, ούτε λίγο ούτε πολύ, υπήρχε, με μια πραγματική εσωτερική δημοκρατία, αλλά δεν είχε αντέξει τη θύελλα, όχι εξαιτίας του εμφυλίου πολέμου -οι μπολσεβίκοι βγήκαν από αυτόν νικητές- αλλά λόγω της πίεσης που ασκήθηκε από τα αμέτρητα καθήκοντα διοίκησης και οικοδόμησης του κράτους.

Ενα νέο κόμμα

Το 1921, λίγο πριν εξαγγείλει τη νέα οικονομική πολιτική (ΝΕΡ), μια περίοδο παύσης μετά τον «πολεμικό κομμουνισμό», ο Λένιν κατάλαβε ότι πρέπει να οικοδομήσει ένα νέο κόμμα: ο μπολσεβικισμός, που αποδείκνυε ακόμα τη δυνατότητά του για δράση κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, δεν ήταν πια παρά ένα φάντασμα.

Με το τέλος του εμφυλίου πολέμου (1921), η δράση αλλάζει έστω κι αν το σκηνικό παραμένει ίδιο. Οι μπολσεβίκοι έχουν καταλάβει την εξουσία, αλλά αρκετά βιβλία που είναι αφιερωμένα στο θέμα δεν καταλαβαίνουν ότι το να συνεχίζουν να μιλούν για «μπολσεβίκους» ισοδυναμεί με το να επικαλούνται ένα φάντασμα. Το έργο που παίζεται, και αυτό θα μπορούσε να είναι ο τίτλος του, είναι η μεταμόρφωση ενός επαναστατικού κόμματος σε μια τάξη διαχειριστών.

Συγκεκριμένα, δύο σενάρια συγκρούονται στο σκηνικό: το στοίχημα είναι να προσδιοριστεί το πνεύμα του καθεστώτος που γεννήθηκε από την επανάσταση.

Οπως έδειξα στο βιβλίο «Ο σοβιετικός αιώνας», η σύγκρουση ανάμεσα στον Λένιν και τον Ιωσήφ Στάλιν είναι μια σύγκρουση ανάμεσα σε δύο πολιτικά προγράμματα βαθύτατα ανταγωνιστικά, και όχι ανάμεσα σε δύο πλευρές στο πλαίσιο του ίδιου κόμματος.

Εάν έχουμε στο νου μας την εξαφάνιση του αυθεντικού μπολσεβικισμού, η διαμάχη αντιπαραθέτει έναν Λένιν ο οποίος αφοσιώνεται στην προσπάθεια προσδιορισμού ενός προγράμματος για ένα νέο πολιτικό στρατόπεδο, που θα είναι προσαρμοσμένο στην τελείως καινούρια κατάσταση που γεννήθηκε από τον εμφύλιο πόλεμο, και έναν Στάλιν που διαμορφώνει τη δική του αντίληψη γι' αυτό που πρέπει να είναι το κράτος (με εκείνον επικεφαλής), η οποία βασίζεται σε προτάσεις που δεν έχουν καμία σχέση με τον μπολσεβικισμό, αλλά εκφράζουν κυρίως την αντίληψή του για μια προσωπική εξουσία που τη θεωρεί ως αυτοσκοπό, και η οποία τρέφεται από τη θεώρησή του για την ιστορία της Ρωσίας: αυτό που εκείνη σήμαινε στο παρελθόν και συνεπάγεται για το παρόν.

Τα προγράμματα που αντιπαρατίθενται μετωπικά το 1922-1923, κατά πρώτο λόγο με τη συζήτηση για τη συγκρότηση της Ενωσης των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ) (2), αποκλείουν το ένα το άλλο και δεν προσπαθούν να συγκαλύψουν τον ανταγωνιστικό χαρακτήρα τους. Η διαμάχη ολοκληρώνεται με την ασθένεια και στη συνέχεια με το θάνατο του Λένιν, τον Ιανουάριο του 1924.

Ο σταλινισμός (3) προσφέρει ένα καλό παράδειγμα του τι μπορεί να σημαίνει η γήρανση ενός συστήματος και θέτει επίσης το ζήτημα του να γνωρίζουμε εάν, σε αυτή την περίπτωση, η μακροβιότητά του δεν ήταν «γενετικά προκαθορισμένη» από το γεγονός της ανικανότητάς του να μεταρρυθμιστεί.

Ο σταλινισμός δεν μπορούσε να είναι άλλο πράγμα από αυτό που ήταν, δηλαδή ένα σύστημα ασφαλείας υψηλού βαθμού, οικοδομημένο για και γύρω από έναν αυταρχικό ηγέτη, και με αυτή την έννοια μη μεταρρυθμίσιμο. Ηταν, επίσης, ο λόγος για τον οποίο ο σταλινισμός, εξαιτίας της επίδρασης των αλλαγών που σημειώθηκαν στην κοινωνία από την ίδια την πολιτική του κράτους, δεν μπορούσε παρά να σκάψει τον ίδιο του τον τάφο.

Οταν μελετούμε τον Στάλιν, καταλαβαίνουμε ότι ο συνεχής αγώνας του ενάντια στο επαναστατικό παρελθόν προερχόταν από το γεγονός ότι αυτό το παρελθόν δεν του πρόσφερε καμιά ασφάλεια - δεν είχε ακολουθήσει τα διδάγματά του, του ήταν ακόμη και εχθρικό, όπως έδειξε ο αγώνας του υπέρ μιας μεγαλορωσικής σοβινιστικής Σοβιετικής Ενωσης. Η αναζήτησή του για ένα παρελθόν που του ταίριαζε περισσότερο δεν προκαλεί, λοιπόν, έκπληξη, και ακόμη περισσότερο το γεγονός ότι επικαλείτο την κληρονομιά του αυταρχισμού για να προσδιορίσει τις μεγάλες γραμμές αυτού που έμελλε να είναι η Ενωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών. Μόνο ο τσαρισμός τού πρόσφερε τη νομιμοποίηση που αναζητούσε, γιατί η εξουσία υπό τον τσάρο ασκείτο χωρίς ενδιάμεσους -την αντλούσε άμεσα από τον Θεό.

Πιο εντυπωσιακό υπήρξε, αντίθετα, το γεγονός ότι υιοθέτησε συστηματικά ιδεολογικές δομές της τσαρικής Ρωσίας κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και μετά. Αυτό αποκαλύπτει ότι ο Στάλιν περιφρονούσε το γεγονός -το οποίο ωστόσο ήταν βεβαιωμένο- ότι αυτό το καθεστώς είχε εξαντλήσει όλες του τις δυνατότητες τη στιγμή του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.

Το μοντέλο του Ιβάν

Ο άρχοντας του Κρεμλίνου έμοιαζε να αγνοεί ότι το μοντέλο που ήθελε να υιοθετήσει ήταν φορέας κρίσεων, ήδη νεκρό - χωρίς να μιλήσουμε βέβαια για το αγαπημένο μοντέλο του, τον Ιβάν τον Τρομερό (4), ο οποίος είχε βυθίσει τη χώρα σε μια σκοτεινή περίοδο ταραχών.

Το σταλινικό καθεστώς θα γνωρίσει παρόμοια τύχη, την ίδια στιγμή που, κατά τρόπο παράδοξο, εμφανίζεται, για ολόκληρο τον κόσμο, στο αποκορύφωμα της δόξας του, μετά τη συντριβή του ναζισμού. Το σύστημα παύει τότε να λειτουργεί και μπαίνει σε μια φάση παρακμής, ενώ ο αρχηγός του, ηγέτης μιας νικηφόρας υπερδύναμης, επωφελείται από το μέγιστο γόητρο. Αλλά είναι μια υπερδύναμη με πόδια από άργιλο, και όλοι οι σύντροφοι του Στάλιν το γνωρίζουν.

Σε αυτό το σημείο αξίζει να σταθούμε. Το τσαρικό καθεστώς δεν είχε λυτρωτή, κανένα νόμιμο και ικανό κληρονόμο. Το σταλινικό καθεστώς, από την πλευρά του, είχε λυτρωτή, ανάμεσα στην ομάδα των κοντινών συντρόφων του Στάλιν που περίμεναν ανυπόμονα τη στιγμή κατά την οποία θα μπορούσαν να ριχτούν στη δουλειά και να αναζωογονήσουν ένα καθεστώς με εξωφρενικές δυσλειτουργίες.

Οταν καταγγέλλει τους «κοσμοπολίτες» οι οποίοι «προσκυνούν τη Δύση», όταν οι ανώτατοι αξιωματούχοι πρέπει να φορέσουν τη στολή και όταν οι τίτλοι τους προέρχονται κατευθείαν από τον κατάλογο των βαθμών που είχε εγκαθιδρύσει ο Μεγάλος Πέτρος, όταν οι εβραίοι διανοούμενοι εξοντώνονται, τη στιγμή που ανώτατοι αξιωματούχοι δολοφονούνται [υπόθεση του Λένινγκραντ (5)], και όταν ανοίγει η δίκη των ανθρώπων «με τις λευκές μπλούζες» (6), είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς ότι η Σοβιετική Ενωση έχει μπροστά της μια περίοδο εντυπωσιακής ανάπτυξης.

Στην πραγματικότητα, ένα τμήμα των στενών συνεργατών του Στάλιν, που υποτίθεται ότι ήταν δυναμικοί σταλινικοί -ορισμένοι ήταν πραγματικά!- περνούν στη δράση για να περιορίσουν τις καταστροφές που οφείλονται στον αρχηγό τους. Το κάνουν αρκετά γρήγορα μετά το θάνατό του, τον Μάρτιο του 1953, και κατά τρόπο ριζικό, προωθώντας μια σειρά από σημαντικές μεταρρυθμίσεις που θα συγκεκριμενοποιηθούν κατά τη διάρκεια του 20ού συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης, το 1956.

Ανθρωποι, των οποίων το μίσος για τη Σοβιετική Ενωση ανταποκρίνεται σε μια ψυχολογική ανάγκη την οποία δεν μπορώ να καταλάβω, συγκλονίστηκαν όταν βεβαίωνα ότι η κατάργηση των γκουλάγκ ήταν ένα από τα πρώτα μέτρα που υιοθέτησε η μετα-σταλινική ηγεσία.

Μου φαίνεται πράγματι καθοριστικό να διακρίνουμε τα γκουλάγκ υπό τον Στάλιν, ως οικονομικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα του υπουργείου Εσωτερικών Υποθέσεων (MVD), από το σύστημα των στρατοπέδων, το οποίο είχε μεταρρυθμιστεί σε βάθος, και το οποίο επιβίωσε ύστερα από το θάνατό του.

Επομένως, μπορούμε να αναρωτηθούμε για την επιμονή της Δύσης στα γκουλάγκ, για τους λόγους για τους οποίους αποδέχθηκε χωρίς την παραμικρή επιφύλαξη την επιχειρηματολογία που εξίσωνε τα γκουλάγκ με το σοβιετικό καθεστώς, το οποίο ταυτιζόταν με το απόλυτο κακό. Χαιρέτισε τον υπέρμαχο αυτής της θέσης, τον Αλεξάντερ Σολτζενίτσιν, ως προφήτη.

Ομως ο Σολτζενίτσιν υπερασπιζόταν μια ιδεολογία του παρελθόντος. Μισούσε τους σοσιαλδημοκράτες που είχαν συσπειρωθεί γύρω από την επιθεώρηση Νόβι Μιρ και τον εκδότη της, Αλεξάντερ Τβαρντόβσκι. Ηταν ορκισμένος εχθρός της δυτικής δημοκρατίας. Μήπως αυτός ο κήρυκας μιας μεσαιωνικής ορθοδοξίας ήταν, άραγε, αναγκαίος για να συμπληρωθεί το ιδεολογικό κενό του ψυχρού πολέμου;

Το σοβιετικό σύστημα γνώρισε ακόμη έναν κύκλο παρακμής, με τη λεγόμενη περίοδο της «στασιμότητας», η οποία ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του '60. Αυτή η περίοδος έθεσε το νέο ζήτημα των αντιφατικών προσανατολισμών μέσα στο σύστημα, που παράγονταν με την εμφάνιση ουσιαστικών φορέων αλλαγής.

Κοινωνική αλλαγή

Η αστυφιλία, ο εκσυγχρονισμός μεγάλης κλίμακας της χώρας, είχαν γίνει αναμφισβήτητα φαινόμενα. Εστω και αν το τμήμα του πληθυσμού που ζούσε στην ύπαιθρο παρέμενε σημαντικό, η πλειονότητα των πολιτών κατοικούσε πλέον σε πόλεις, είχε δεχθεί μια εκπαίδευση και είχε εξοικειωθεί με τις νέες τεχνολογίες. Η κατάσταση των γυναικών είχε επίσης γνωρίσει σημαντικές βελτιώσεις. Αυτές οι σημαντικές μεταμορφώσεις της κοινωνίας είχαν επίσης έμμεσες συνέπειες στον αγροτικό πληθυσμό, ο οποίος, χωρίς να μετακινηθεί προς τις πόλεις, υιοθέτησε σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο ζωής τους.

Το γρήγορο αυτό κίνημα γέννησε μια σχετικά νέα κοινωνία των πόλεων. Η αστυφιλία ήταν «νέα», ενώ το γραφειοκρατικοποιημένο κράτος, που είχε συνεργαστεί με το τσαρικό σύστημα, ήταν «παλιό». Παρά τη σχετική νεότητά του, το σύστημα που είχε εγκαθιδρυθεί μετά το 1917 είχε γεράσει πρόωρα.

Αυτό μας παραπέμπει στο ζήτημα των ενδείξεων ζωτικότητας. Το σοβιετικό κράτος ήταν τελείως γραφειοκρατικό και αυστηρά συγκεντρωτικό, ασκώντας έλεγχο από τα πάνω. Ωστόσο, η εξουσία στην κορυφή είχε καταστεί τελείως εξαρτημένη από τον γραφειοκρατικό μηχανισμό, κυρίως από τον μηχανισμό των υπουργείων, ο οποίος είχε πετύχει να εξαναγκάσει την κορυφή να διαπραγματεύεται μαζί του. Προοδευτικά, πέτυχε ώστε η διαπραγμάτευση να εξελιχθεί προς όφελός του, και κατέληξε ακόμη και να πάψει να απαντά σε διαταγές. Ο γραφειοκρατικός μηχανισμός μεταμορφώθηκε σε ένα τέρας που κινούνταν με τη δική του λογική και το οποίο οδήγησε το σύστημα στην άβυσσο.

Το θεμελιώδες γεγονός είναι ότι το κέντρο έχασε την εξουσία και τη δυνατότητά του να ελέγχει τις εξελίξεις. Αποδείχθηκε ανίκανο να κάνει αυτό το οποίο πρέπει να κάνουν τα συστήματα εάν δεν θέλουν να εξαφανιστούν, δηλαδή να μεταρρυθμίζεται, να προσαρμόζεται στις αλλαγές, να αλλάζει στρατηγική και πολιτικό προσανατολισμό, να κερδίζει νέους συμμάχους και να διεξάγει τη μάχη ενάντια στα κυριότερα εμπόδια. Το σύστημα αποπολιτικοποιήθηκε και δεν μπορούσε να επιβάλει οτιδήποτε σε οποιονδήποτε. Κατά τρόπο συμβολικό, η χώρα διευθυνόταν από τον Λεονίτ Μπρέζνιεφ, έναν γενικό γραμματέα που ψυχορραγούσε, αν δεν ήταν ήδη νεκρός.

Η αποπολιτικοποίηση, με την έννοια της απώλειας κάθε δυνατότητας άσκησης πολιτικής, δεν ήταν μόνο ένα σύμπτωμα: είχε φτάσει στο σημείο χωρίς επιστροφή, επιβεβαιώνοντας την ιδέα ότι δεν υπήρχε πια «καθοδηγητικό κόμμα», με την έννοια ενός οργανισμού ικανού να αναπτύσσει συνεπή πολιτική δραστηριότητα.

Ενα τέτοιο κόμμα θα είχε αποφύγει την αξιοθρήνητη εξάρτηση από αυτή τη μάζα των ανώτατων αξιωματούχων των πιο ποικίλων διοικήσεων, οι οποίοι ενδιαφέρονταν αποκλειστικά και μόνο για τα δικά τους συμφέροντα και ήταν και αυτοί με τη σειρά τους επικεφαλής ενός γιγαντιαίου στρατού από ηγετικά στελέχη απασχολημένα να «ιδιωτικοποιήσουν» τις επιχειρήσεις που υποτίθεται ότι διοικούσαν.

Αναλυτές, προγραμματιστές, συγγραφείς, δημοσίευαν, προειδοποιούσαν, προέβλεπαν την καταστροφή, αλλά η κορυφή είχε παραλύσει. Αυτή την εποχή (από το τέλος της δεκαετίας του '60 μέχρι και τη δεκαετία του '80), κάθε κίνηση, σε οποιαδήποτε κατεύθυνση, θεωρείτο μοιραία.

Ο θρύλος, ο οποίος έχει διαδοθεί αρκετά, σύμφωνα με τον οποίο η Σοβιετική Ενωση κατέρρευσε εξαιτίας δαπανών που δεν μπορούσε να αντέξει, και οι οποίες προκαλούνταν από τον ψυχρό πόλεμο και τον ανταγωνισμό στους εξοπλισμούς, δεν είναι, για να εκφραστούμε με αυτοσυγκράτηση, παρά ένα λάθος στη διάγνωση. Το ιντερλούδιο του Γιούρι Αντρόποφ (γενικού γραμματέα του κόμματος ανάμεσα στο 1982 και το 1984) είναι πολύ ενδιαφέρον, αλλά υπήρξε πολύ σύντομο για να μπορέσει να πείσει.

Η σύντομη αυτή περίοδος πρόσφερε στοιχεία που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην αναπολιτικοποίηση του συστήματος και στην κινητοποίησή του για επείγουσες μεταρρυθμίσεις στον οικονομικό και τον πολιτικό τομέα. Οι προϋποθέσεις επιτυχίας υπήρχαν.

Η αποτυχία της ΕΣΣΔ είναι πλούσια σε διδάγματα για τα συστήματα, τους μετασχηματισμούς τους, τους κομπασμούς τους, τη γήρανσή τους, τις κρίσεις τους.

Το να μιλάει κανείς για γήρανση ισοδυναμεί με το να θεωρεί ότι ένα σύστημα περνά διαδοχικά από διαφορετικά στάδια, κατά τη διάρκεια των οποίων ένα καθεστώς δείχνει σημαντικό δυναμισμό, για να γνωρίσει, στη συνέχεια, περιόδους στασιμότητας και κατόπιν παρακμής, που ακολουθούνται από νέες δυναμικές φάσεις. Οι διαφορετικές στιγμές μπορούν να θεωρηθούν ως οι κρίκοι της ίδιας αλυσίδας, όσο το συγκεκριμένο σύστημα μπορεί ακόμα να ταυτίζεται ως τέτοιο και δεν είναι αθεράπευτο.

Τα εν λόγω φαινόμενα και η ορθότητά τους γίνονται καλύτερα κατανοητά αν συγκρίνουμε την ΕΣΣΔ με την Κίνα. Αναμφισβήτητα, μπορούμε να παραλληλίσουμε τα δύο καθεστώτα: το καθεστώς του Μάο Τσε Τουνγκ, όπως και το καθεστώς του Στάλιν, έκανε «μεγάλα άλματα προς τα μπρος», τα οποία ακολουθήθηκαν, σε καθεμία από τις δύο χώρες, από περιόδους στασιμότητας και παρακμής, και μετά από μορφές ανάκαμψης. Ωστόσο, τα δύο καθεστώτα γνώρισαν πολύ διαφορετική εξέλιξη.

Το σοβιετικό σύστημα, το οποίο όμως ήταν πολύ πιο ανεπτυγμένο, βούλιαξε σε μια φάση στασιμότητας και αποδείχθηκε ανίκανο να ξεκινήσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες ωστόσο ήταν απαραίτητες και για τις οποίες η χώρα ήταν έτοιμη. Αντίθετα, το κινεζικό σύστημα -που ανάγεται στον ίδιο τύπο πολιτικού συστήματος με το σοβιετικό- μπόρεσε να ξεκινήσει εντυπωσιακές μεταρρυθμίσεις, μολονότι δεν ήταν πολύ διαφορετικό από το καθεστώς του Στάλιν.

Ηταν πολύ περισσότερο καταπιεστικό και ήλεγχε πιο αυστηρά την κοινωνία απ' ό,τι το σοβιετικό καθεστώς κατά την ίδια εποχή. Αυτό δείχνει ότι το πρόβλημα δεν είναι πρόβλημα των «κομμουνιστικών καθεστώτων», που τόσο έχουν αποδοκιμαστεί, αλλά στις δυνατότητες των ηγεσιών, σε ορισμένα στάδια, να μετασχηματιστούν ή όχι.

Ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας, ή πάντως ο χαρακτήρας χειραφέτησης της Οκτωβριανής Επανάστασης, δεν αμφισβητείται καθόλου.

Αντίθετα, μπορούμε, άραγε, να μιλάμε για ένα σοσιαλιστικό σοβιετικό κράτος; Είναι δύσκολο να υποστηριχθεί μια τέτοια θέση. Το γεγονός ότι αυτοπροσδιορίστηκε το ίδιο ως «σοσιαλιστικό», με ένα «κομμουνιστικό» κόμμα, δεν βασίζεται σε τίποτε άλλο πέρα από τα συνθήματα και τις επίσημες αφίσες.

Ο σοσιαλισμός είναι μία μορφή δημοκρατίας που ξεπερνά όλες τις μορφές που μπορούν να υπάρξουν στον καπιταλιστικό κόσμο. Αυτό δεν μας λέει τίποτε για τον τύπο του οικονομικού συστήματος που μια τέτοια δημοκρατία θα μπορούσε ιδανικά να θέσει σε εφαρμογή. Ας πούμε απλώς ότι αυτό το σύστημα πρέπει να βρίσκεται στα χέρια της κοινωνίας, χωρίς καπιταλιστές ούτε γραφειοκράτες.

Ο στοχασμός πάνω σε αυτό το κράτος, το οποίο αυτοανακηρυσσόταν «σοσιαλιστικό» και διευθυνόταν από ένα «κομμουνιστικό» κόμμα, μπορεί να μας επιτρέψει να προτείνουμε κάποια στοιχεία απάντησης. Οι διακηρύξεις (όπως και οι μύθοι που άλλα κράτη προσπαθούν να διαδώσουν στον κόσμο) ήταν απαραίτητες για να νομιμοποιηθεί το σύστημα μπροστά στον ίδιο τον λαό του και μπροστά στον εξωτερικό κόσμο.

Αλλά αυτές οι διακηρύξεις δεν άντεχαν στη δοκιμασία της πραγματικότητας, όχι μόνο έξω από τη Ρωσία, αλλά στην ίδια τη Ρωσία, όπου, μετά τον Στάλιν, διαμορφώθηκε μια κοινωνία των πόλεων, αναπτυγμένη, μορφωμένη, με πολυάριθμα έμπειρα στελέχη σε όλους τους τομείς, ακόμα και στον τομέα διαχείρισης των δημοσίων υποθέσεων.

Η κοινωνία τότε δεν μπορούσε να θεωρήσει το λόγο για τον «σοσιαλισμό» ως πραγματικότητα.

Το δράμα είναι ότι το βάρος της ιστορίας δεν είχε παραμεριστεί και δεν μπορούσε να παραμεριστεί.

Η γραφειοκρατική «πανίδα» που είχε εγκατασταθεί σε βάθος και η οποία πολλαπλασιαζόταν στην τσαρική Ρωσία, είχε ίσως εξαφανιστεί όσον αφορά τα άτομα, αλλά το φαινόμενο είχε απλώς ξανανθήσει κάτω από μορφές που προσαρμόστηκαν στις σοβιετικές πραγματικότητες.

Το σοβιετικό κράτος αξίζει μια σοβαρή ιστορική μελέτη. Ενα πράγμα είναι ξεκάθαρο, σε κάθε περίπτωση: δεν ήταν σοσιαλιστικό.

Αντίθετα, αυτοί που έκαναν τον Οκτώβρη ήταν σοσιαλιστές. Οι ιδέες στις οποίες πίστευαν και τις οποίες εφάρμοσαν, παραμένουν εξίσου ζωντανές όπως ήταν τότε, όταν στρατεύτηκαν σε αυτή την υπόθεση, καθώς ακούγονταν οι τριγμοί μιας χώρας και ενός έθνους που βρισκόταν στη διαδικασία της αποσύνθεσης, και έκαναν ξανά τη Ρωσία πρωταγωνίστρια της Ιστορίας.

(1) Η κατάληψη της εξουσίας (που συμβολίζεται από την κατάληψη των χειμερινών ανακτόρων του Πέτρογκραντ [Αγίας Πετρούπολης] όπου ήταν η έδρα της προσωρινής κυβέρνησης) έγινε τη νύχτα της 6ης προς την 7η Νοεμβρίου 1917, σύμφωνα με το γρηγοριανό ημερολόγιο το οποίο υιοθετήθηκε από τη Ρωσία μερικούς μήνες αργότερα. Ως τότε, η Ρωσία χρησιμοποιούσε το ιουλιανό ημερολόγιο, στο οποίο η επανάσταση των μπολσεβίκων έγινε τον Οκτώβριο.

(2) Η συζήτηση για τη μελλοντική ΕΣΣΔ αντιπαραθέτει τον Λένιν (υποστηριζόμενον από τους σημαντικότερους ηγέτες, από τον Γκριγκόρι Ζινόβιεφ έως τον Λέον Τρότσκι), υποστηρικτή μιας «ομοσπονδίας» η οποία παραχωρεί μεγάλο αριθμό δικαιωμάτων στις μη ρωσικές δημοκρατίες (μόνο η διπλωματία και οι στρατιωτικές υποθέσεις ήταν αρμοδιότητα της κεντρικής εξουσίας), στον Στάλιν, ο οποίος υποστηρίζει την ιδέα μιας συγκέντρωσης των εξουσιών, στο πλαίσιο της οποίας οι μη ρωσικές δημοκρατίες δεν θα είχαν παρά μια φαινομενική αυτονομία. Από κει προκύπτει και η κατηγορία που εκτόξευσε ο Λένιν κατά του Στάλιν ότι είναι ο συνεχιστής του μεγαλο-ρωσικού σοβινισμού. Γι' αυτό το θέμα, βλέπε «Le Siecle sovietique», σ. 35-51.

(3) Με την έννοια «σταλινισμός», εννοώ αποκλειστικώς την περίοδο κατά την οποία ο Στάλιν ήταν στην εξουσία.

(4) Ιβάν Δ' (1530-1584), ο λεγόμενος Ιβάν ο Τρομερός, πρώτος μεγάλος πρίγκιπας της Μόσχας ο οποίος στέφθηκε επισήμως τσάρος. Θεωρείται από ορισμένους ως ένας από τους ανθρώπους που συνέβαλαν περισσότερο στο μεγαλείο της Ρωσίας. Παραμένει στην ιστορία ως αιμοσταγής τύραννος, λόγω της ωμότητάς του (και, αναμφίβολα, λόγω της τρέλας του).

(5) Το 1950, όλοι οι πρώην ηγέτες του Κομμουνιστικού Κόμματος και της διοίκησης του Λένινγκραντ εκτελέστηκαν. Ο κυριότερος κατηγορούμενος ήταν ο Αλεξέι Κουζνετσόφ, τον οποίο ο Στάλιν είχε ορίσει ως γραμματέα για τα στελέχη του κόμματος. Με αυτή την ιδιότητα ο Κουζνετσόφ θεωρείτο δυνητικός διάδοχος του Στάλιν. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και επικεφαλής του, Γκοσπλάν Νικολάι Βοζνεζένσκι, ήταν ανάμεσα στα θύματα.

(6) Για την καταπίεση των σοβιετικών εβραίων, που αναπτύσσεται μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και κορυφώνεται το 1953 με την κατηγορία της συνωμοσίας που διατυπώθηκε ενάντια στους (εβραίους) γιατρούς του Στάλιν, βλέπε Laurent Rucker, «Staline, Israel et les Juifs», Presses universitaires de France, Παρίσι, 2001.

(7) Βλέπε, «Le Siecle sovietique», ό.π., σ. 151-166 και 204-222.

*Ο MOSHE LEWIN είναι ιστορικός, συγγραφέας κυρίως του «Le Siecle sovietique», Fayard - «Le Monde diplomatique», Παρίσι, 2003
.


LE-MONDE - 06/01/2008

Τρίτη, Δεκεμβρίου 11, 2007

Μαθήματα από την αποτυχία των επαναστάσεων

Παραμένει το γεγονός ότι το έργο του Γκράμσι αντιπροσωπεύει την πρώτη έξοδο από τις απλουστευτικές έννοιες με τις οποίες σκέφτονταν στον 20ό αιώνα όχι μόνον την επανάσταση, αλλά και τη φύση της κοινωνίας και τη σχέση ανάμεσα σε θεσμούς του κράτους και κοινωνία πολιτών. Σήμερα, που με τη λεγόμενη παγκοσμιοποίηση η εξουσία σε παγκόσμια κλίμακα φαίνεται να βασίζεται αρκετά περισσότερο στο δίκτυο των κεφαλαίων παρά στα εθνικά κράτη, παρ' όλο που παραμένει σε αυτά τα τελευταία το μονοπώλιο χρήσης της βίας, οι επεξεργασίες του Γκράμσι στις αρχές της δεκαετίας του '30 θα πρέπει, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, να επαναληφθούν και να εκσυγχρονιστούν. Εφόσον φυσικά δεν έχουν πεταχτεί στα άχρηστα τόσο η έννοια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής όσο και εκείνη της ελευθερίας - συνήθεια που είναι διαδεδομένη τόσο στην παλιά όσο και στη νέα Αριστερά.

Τρίτη, Ιουλίου 31, 2007

Οι παγίδες του σοσιαλφιλελευθερισμού

Του ΠΕΤΡΟΥ ΜΑΚΡΗ

Είναι πλέον αδιαμφισβήτητο ότι, τουλάχιστον σε επίπεδο ηγεσίας, το ευρωσοσιαλιστικό μέτωπο διέρχεται περίοδο προϊούσης απομάκρυνσης από την προοδευτική λαϊκή εκλογική βάση. Οι κοινωνικές δυνάμεις της δημοκρατικής Αριστεράς, σε μεγάλη αναλογία, έχουν παύσει να θεωρούν πολλούς από τους κομματικούς ή κοινοβουλευτικούς ηγέτες τους πόλο έλξης και ανατρεπτικής, κατά του νεοφιλελευθερισμού, συσπείρωσης.

,,,

Πέμπτη, Ιουνίου 14, 2007

"Δεξιό κύμα, ωκεάνιο...

... σαρώνει την Ευρώπη. Συντρίβει τη σοσιαλδημοκρατία, αφανίζει την παλιά Αριστερά, εκμηδενίζει -ή περιορίζει δραστικά- το εναλλακτικό κίνημα και, για πρώτη φορά τόσο παραστατικά, εμφανίζει τη Δεξιά αποενοχοποιημένη και ιδεολογικώς υπερέχουσα... Αναπόφευκτη εξέλιξη: η σοσιαλδημοκρατία νόθευσε τον πολιτικό της λόγο, υιοθέτησε προγραμματικές αξίες του (νεο)φιλελευθερισμού και χαμένη στον λαβύρινθο της διαχειριστικής λογικής απαξίωσε πλήρως το σοσιαλιστικό ιδανικό. Με τη σειρά της, η παλιά Αριστερά, λαβωμένη από το φιάσκο του «Υπαρκτού», σέρνεται στα υπόγεια της αμηχανίας και αδυνατεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την ιδεολογική της ένδεια. Τέλος, το εναλλακτικό κίνημα -ετερόκλητο, αψύ, άμαθο και μπερδεμένο- είτε σύρθηκε οδυνηρά στις ράγες της καθεστωτικής ενσωμάτωσης (Φίσερ, «Πράσινοι»), υποστηρίζοντας εκθύμως ώς και τους γκανγκστερικούς βομβαρδισμούς εναντίον της Σερβίας, είτε βολοδέρνει μεταξύ επιθετικού ακτιβισμού και ιλαρής εσωστρέφειας..."

Δευτέρα, Απριλίου 23, 2007

Η Δικτατορία βρήκε την Αριστερά γερασμένη και ηττημένη

Γραφει ο Aντωνης Kαρκαγιαννης/ karkagiannisant@ath.forthnet.gr

Με συνέλαβαν πολύ πρωί, ξημερώματα, την 21η Απριλίου 1967. Καθώς με οδηγούσαν στο αστυνομικό τμήμα, όπου με υποδέχθηκε ένας πολύ άγριος υπολοχαγός επικεφαλής μιας διμοιρίας στρατού, αισθανόμουν μεγάλη στενοχώρια. Πρώτα γιατί δεν είχα ακόμη κλείσει χρόνο από τότε που είχα απολυθεί από τις φυλακές της Αίγινας, έπειτα από πολυετή κράτηση. Δεν είχα προλάβει να ζήσω ελεύθερος, γιατί αμέσως μετά την αποφυλάκισή μου από την Αίγινα, σε ηλικία 35 ετών, επιστρατεύθηκα με την υποχρέωση να υπηρετήσω έξι μήνες και να πληρώσω τους υπόλοιπους. Απολύθηκα από τον στρατό δύο μήνες πριν από το πραξικόπημα και την εκ νέου σύλληψή μου.

Δεν ήταν όμως αυτό που με στενοχωρούσε τόσο πολύ. Ηταν ότι αφέθηκα να συλληφθώ. Κυριολεκτικά στον ύπνο, με σήκωσαν από το κρεβάτι. Αισθανόμουν ένοχος απέναντι στο Κόμμα, αλλά και απέναντι στον εαυτό μου. Δεν έκανα το καθήκον μου. Αυτό ήταν που με στενοχωρούσε και με κατέθλιβε.

Λίγες ώρες αργότερα, αφού συγκέντρωσαν αρκετούς κρατούμενους στο αστυνομικό τμήμα, με πήγαν στον Ιππόδρομο. Με κατάπληξη βρήκα εκεί όλη την ηγεσία της τότε διφυούς Αριστεράς, της νόμιμης (ΕΔΑ) και της παράνομης (ΚΚΕ), αν και τα όρια μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης ήσαν ασαφή και συγκεχυμένα. Βρήκα εκεί τον Ηλιού, τον Φλωράκη, τον Λουλέ, τον Τρικαλινό, βουλευτές, δημάρχους, δημοσιογράφους της «Αυγής» και της «Δημοκρατικής Αλλαγής», τον Γιάννη Ρίτσο και πολλούς συγκρατουμένους από τις φυλακές. Ελειπαν μόνο τα δύο πιο προβεβλημένα στελέχη της Αριστεράς (της νόμιμης και ταυτόχρονα παράνομης!), ο Μανώλης Γλέζος και ο Λεωνίδας Κύρκος. Οπως μάθαμε αργότερα είχαν συλληφθεί τις πρώτες ώρες της 21ης Απριλίου και κρατούνταν σε ένα μικρό ξενοδοχείο στο Πικέρμι μαζί με τους ηγέτες των άλλων κομμάτων ή στου Γουδή μαζί με τον Ανδρέα Παπανδρέου (δεν θυμάμαι καλά). Ηταν παράδοξο, αλλά αισθάνθηκα μεγάλη ανακούφιση, σα να ξαναβρέθηκα στην «οικογένειά μου». Αργότερα συνειδητοποίησα ότι σχεδόν ολόκληρη η ηγεσία της Αριστεράς συνελήφθη στον ύπνο!

Τα όσα συνέβησαν στον Ιππόδρομο τις τέσσερις μέρες που μείναμε εκεί είναι λίγο - πολύ γνωστά. Ξυλοδαρμοί, τρομοκρατία με επιστέγασμα τη δολοφονία του Ελή μπροστά στα μάτια όλων μας. Σκοπός που γράφω αυτό το σημείωμα δεν είναι για να αφηγηθώ γεγονότα και προσωπικές εμπειρίες εκείνης της εποχής. Μέσα από τα γεγονότα και τα πρόσωπα προσπαθώ ακόμη να καταλάβω τι ήταν και τι ήθελε τότε η οργανωμένη Αριστερά.

Στις 25 Απριλίου μάς μετέφεραν με αρματαγωγό στη Γυάρο και εγκατασταθήκαμε στα κτίρια των φυλακών που υπήρχαν εκεί από την περίοδο 1947-1949. Πολλοί από μας τα γνωρίζαμε καλά, γιατί είχαμε κρατηθεί εκεί σε προηγούμενες περιόδους. Τα κτίρια όμως χωρούσαν το πολύ 500-600 κρατούμενους και στη Γυάρο, μέσα σε μια βδομάδα, συγκεντρώθηκαν περίπου 8.000 κρατούμενοι. Από όλη την Ελλάδα. Πολλοί έρχονταν σε κακό χάλι, χτυπημένοι στα αστυνομικά τμήματα. Αλλά και πολλοί κατέφθαναν οργανωμένοι γύρω από τις νομαρχιακές επιτροπές της ΕΔΑ, με συνθήματα και τραγούδια του Θεοδωράκη, λες και πήγαιναν εκδρομή. Εκτός από την πρώτη αποστολή, τη δική μας, που εγκατασταθήκαμε στα κτίρια των φυλακών, όλοι οι άλλοι εγκαταστάθηκαν σε μεγάλες σκηνές που έστησαν οι ίδιοι σε τέσσερις σχετικά απάνεμους όρμους. (Για μένα, το μεγαλύτερο βασανιστήριο της Γυάρου, και στις δύο περιόδους που κρατήθηκα εκεί, ήταν ο αέρας).

Τότε, κυρίως για να οργανώσουμε τη σίτιση, αλλά και την υγειονομική περίθαλψη, κάναμε έναν κατάλογο όλων των κρατουμένων με ονοματεπώνυμο, ηλικία, τόπο διαμονής και ποια προβλήματα υγείας είχε ο καθένας. Δεν ξέρω αν κάποιος περιέσωσε εκείνον τον κατάλογο. Νομίζω ότι θα ήταν σοβαρό ιστορικό στοιχείο. Οι περισσότεροι κρατούμενοι γνωριζόμασταν μεταξύ μας από προηγούμενες περιόδους κράτησης σε φυλακές και εξορίες. Λιγότεροι από τις οργανώσεις της πολιτικής δράσης.

Σύμφωνα με τον κατάλογο που είχαμε συντάξει, ο μέσος όρος ηλικίας των κρατουμένων ήταν τα 53 χρόνια. Μεγάλος μέσος όρος για ένα κόμμα που θα ήθελε να είναι και... επαναστατικό. Αυτό βέβαια, εν μέρει οφειλόταν στο ότι οι συλλήψεις έγιναν σύμφωνα με παλαιότερους καταλόγους που συνόδευαν το σχέδιο «Περικλής». Εύκολα όμως παρατηρούσες ότι οι κεντρικές και περιφερειακές οργανώσεις στελεχώνονταν από αγωνιστές παλαιοτέρων εποχών, της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου, δοκιμασμένους ήδη στις εξορίες και στις φυλακές.

Η Αριστερά, η νόμιμη και η παράνομη, ήταν ήδη γερασμένη. Οχι μόνον στην ηλικία, αλλά και στις ιδέες και κυρίως στη διάθεση, στο φρόνημα. Μιλούσα με συντρόφους που είχα γνωρίσει σε προηγούμενες περιόδους, από το 1950 και μετά. Η διάθεση ήταν εντελώς διαφορετική. Πρώτα δεν έθεταν κανένα όριο στις προσωπικές θυσίες που απαιτεί η «επανάσταση». Με αυτό το φρόνημα, όσοι επέζησαν του Εμφυλίου Πολέμου, πέρασαν στις δοκιμασίες της μετέπειτα εποχής, πιστεύοντας ότι η ήττα ήταν απλώς ένα επεισόδιο. Ολοι τότε μιλούσαμε για την «επανάσταση» που θα ερχόταν και τελικά δεν ήρθε ποτέ.

Στη Γυάρο το φρόνημα ήταν εντελώς διαφορετικό. Κανείς πλέον δεν μιλούσε για «επανάσταση» και η ήττα επιβεβαιωμένη από το πραξικόπημα ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπα όλων, είτε το ομολογούσαν είτε όχι. Η Αριστερά, όπως συγκροτήθηκε και διαμορφώθηκε στην Κατοχή και στον Εμφύλιο, η Αριστερά της ανάτασης και των θυσιών, η Αριστερά της «επανάστασης» που δεν ήλθε ποτέ δεν ήταν μόνο γερασμένη, αλλά και οριστικά ηττημένη. Οι περισσότεροι κρατούμενοι της Γυάρου το 1967 είχαν ζήσει τουλάχιστον μια δεκαετία ελεύθερης ζωής (εκτός φυλακών και εξοριών) και νόμιμης ή μισονόμιμης πολιτικής δράσης. Στο διάστημα αυτό ερωτεύθηκαν, παντρεύτηκαν, έκαναν παιδιά και ασκούσαν κάποιο επάγγελμα. Οι υποχρεώσεις της ελεύθερης ζωής σε μια ώριμη πλέον ηλικία βάραιναν πολύ περισσότερο από τις υποχρεώσεις απέναντι στην «επανάσταση».

Θα έλεγα ότι η ζωή τούς είχε κερδίσει. Το ίδιο παρατηρήθηκε και αργότερα, μετά την πτώση της Δικτατορίας, όταν η Αριστερά, κυρίως το ΚΚΕ, άρχισε να ανασυγκροτείται ως οργάνωση και διόλου, κατά τη γνώμη μου, ως ιδέα και φρόνημα. Από αυτήν την ανασυγκροτούμενη Αριστερά πέρασαν με ενθουσιασμό μερικές γενιές νέων. Δεν της έμεινε σχεδόν τίποτα. Μόνο μερικές δεκάδες επαγγελματικών στελεχών. Τους υπόλοιπους τους κέρδισε αυτό που λέμε ζωή. Ο έρωτας, η οικογένεια, το επάγγελμα, η φιλοδοξία της επιτυχίας. Να υποθέσω ότι η Αριστερά είναι πλέον ένα αποστειρωμένο στεγανό έξω από τη ζωή;

Στη Γυάρο έμεινα λίγους μήνες μόνο. Επειτα μας πήραν περίπου 500 κρατούμενους και μας μετέφεραν, πάλι με αρματαγωγό, στο Παρθένι της Λέρου...