Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σήμερα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σήμερα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Μαΐου 17, 2007

Θεσσαλονίκη: έγινε Βλαχούπολη, οδεύει προς Βλακούπολη

16.05.2007
(
Η σχετικότητα της λογικής και η πρακτική της ασχετοσύνης) μέρος 1ο

Ερώτηση που κατέθεσαν δημοτικοί σύμβουλοι στη τελευταία συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου του δήμου Θεσσαλονίκης: Για ποιο λόγο ο Δήμος Θεσσαλονίκης εμφανίστηκε να διαφημίζει με τον λογότυπό του καλλιτέχνες και το νυχτερινό κέντρο στο οποίο εμφανίζονται αυτή την περίοδο...

...σε πανό αναρτημένα σε κεντρικούς δρόμους της πόλης (μόνο στη διαδρομή ΧΑΝΘ - Τσιμισκή - Βενιζέλου είχαν αναρτηθεί την προηγούμενη εβδομάδα 25 πανό). Ποια είναι η πολιτική για τον πολιτισμό την οποία δημιουργεί και προωθεί ο Δήμος με τέτοιες ενέργειες που καθιστούν τον Δήμο σπόνσορα νυχτερινών κέντρων και των καλλιτεχνών που εμφανίζονται εκεί; Αυθαίρετα παίρνοντας το λόγο θα ήθελα να μεταφέρω μια απάντηση. Δεν είναι δική μου! Μου την είπαν όταν έκανα και εγώ ένα ανάλογο ερώτημα και άρχισα να διαμαρτύρομαι για μια ιστορία που αναφέρω στη συνέχεια. «Μην κάνετε έτσι, δεν είναι πως έχουν κάτι εναντίον σας, είναι θέμα κουλτούρας, κάνουν όσα καταλαβαίνουν, όσα λέτε εσείς περί πολιτισμού και κοινωνικές ευαισθησίες τα έχουν γραμμένα στα αρχίδια τους».

Και η ιστορία μας τώρα…
Σχεδόν όλοι μας έτυχε να ακούσουμε -και μερικοί να ζήσουν από πιο κοντά-, μια ιστορία με αρνητικό πρωταγωνιστή κάποιο πρόσωπο-θύμα της μάστιγας των ναρκωτικών. Χωρίς περιττολογίες είπαμε να πράξουμε το ελάχιστο με τις δυνατότητες που μας δίνει το περιοδικό. Να δημιουργήσουμε μια βιβλιοθήκη για το ΚΕΘΕΑ (Κέντρο Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων) για αυτούς που παλεύουν να ξεφύγουν. Πριν δύο χρόνια καταφέραμε κάτι ανάλογο, μια βιβλιοθήκη για την φυλακή Διαβατών. Οι αναγνώστες του περιοδικού κάναν κάποια μάτια να δακρύσουν, όταν προσέφεραν για το σκοπό αυτό πάνω από 4.000 βιβλία. Για να διευκολύνουμε τη συμμετοχή αυτή τη φορά σκεφθήκαμε να νοικιάσουμε ένα βανάκι και να το σταθμεύσουμε στο πιο πολυσύχναστο σημείο της πόλης στην πλατεία Αριστοτέλους απέναντι από τη στάση του αστικού, για πιο εύκολη πρόσβαση. Και για να είμαστε σε όλα τυπικοί ζητήσαμε εγγράφως την άδεια απευθυνόμενοι στην Αντιδημαρχία Πολιτισμού, γιατί θεωρήσαμε, αυθαίρετα, πως εκεί εμπίπτει η πρωτοβουλία μας. Και αρπάξαμε το πρώτο βόλι. Η απάντηση ήταν αρνητική. Η αλήθεια είναι ότι αυτές τις μέρες είδαμε να συχνάζουν στο σημείο που ζητήσαμε να σταθμεύσουμε προσωρινά, αθίγγανοι με τη πραμάτεια τους, μικροπωλητές με μπαλόνια και άλλοι με παιχνίδια. Μείναμε όλοι σαν χάνοι αλληλοκοιταζόμενοι, μη μπορώντας να πιστέψουμε τι γίνεται. Ήταν τόσο απλό και τόσο λίγο να σταθμεύσουμε κάποιο αυτοκίνητο που θα συγκεντρώνει βιβλία για το σκοπό μας. Ακολούθησε όμως και δεύτερο βόλι που χρύσωσε το χάπι. Σε αντιδιαστολή με το αίτημα που μας προσγείωσαν, μας επιφυλάσσανε ένα πέταμα στην οδό Αριστοτέλους μεν αλλά πάνω από το ύψος της Εγνατίας (ουσιαστικά σε ένα χώρο μη πέρασμα που συχνάζουν μόνο συμπαθείς μετανάστες). Δεν αποφασίσαμε τι θα κάνουμε αλλά προβληματιστήκαμε άλλη μια φορά με το τι γίνεται σΆ αυτό τον Δήμο... Για ποιο λόγο βάζει τρικλοποδιές αντί να ενθαρρύνει και να υποστηρίζει ουσιαστικά τέτοιες ενέργειες....
Ήσυχα, ύπουλα, αθόρυβα, σαν δάγκωμα μικρού τρωκτικού, στα χρόνια μας η πόλη αποκοιμιέται, υπνωτισμένη. Οι κάτοικοί της μοιάζουν να έχουν χάσει τα αυγά και τα πασχάλια, όπως ανακατεύτηκαν. Από την επιμειξία αυτή, της αστικής και τη λαϊκής τάξης, προέκυψε ο λαϊκισμός της γραβάτας και του κούφιου λόγου. Οι σημερινοί Θεσσαλονικείς βιώνουν καταστάσεις μακράν από τα ανόητα αφιερώματα περιοδικών, την πόζα, τα κουνήματα, τις μωρολογίες περί ερωτικής πόλης και το υβριστικό «συμπρωτεύουσα», εμπεδώνοντας πλέον τις συνέπειες. Κάποιοι ήδη ανατριχιάζουν μπροστά στο άλγος που προκαλεί η εικόνα της σημερινής «φραπεδούπολης» και πάλαι ποτέ πόλης που έγραφε ιστορία αλαμπρατσέτα με την πρωτεύουσα του Βυζαντίου.
Η πόλη είναι κάτι άψυχο, οι άνθρωποι είναι αυτοί που της δίνουν ζωή, συμμετέχουν στη διαμόρφωση, στον αποκλεισμό και την απογείωσή της. Ο εναγκαλισμός τους με την πόλη σήμερα (αρπάχτηκαν πάνω της) είναι τόσο σφιχτός που αυτή πνίγεται. Μια πόλη, που έχει να επιδείξει 2.000 χρόνια συνεχόμενου αστικού βίου, ασθμαίνει τρέχοντας πλέον πίσω από το πάλαι ποτέ χωρίον «η Αθήνα». Μια πόλη περήφανη για το παρελθόν της, σήμερα προβληματίζει με το παρόν της και τρομάζει για το άμεσο μέλλον της. Αυτό που διατηρήθηκε αιώνες, έμελλε η γενιά μας να δει να καταποντίζεται. Χωρίς να το καταλάβουμε η Θεσσαλονίκη, που ανέκαθεν είχε μια αυθεντικά λαϊκή κουλτούρα και μια αστική φιλελεύθερη πρωτοπόρα τάξη που σεβόταν αλλήλους, έφτασε στο σημείο -όχι αδίκως- να θεωρείται ως μια βαθύτατα συντηρητική κοινωνία που, αγκιστρωμένη, περιστρέφεται γύρω από μια τρύπα, αυτή του μετρό που άνοιξε πριν 15 χρόνια! Και το τραίνο φεύγει…
(Η συνέχεια την επόμενη εβδομάδα)

Σπύρος Σαρανταένας
ss@city231.gr

Δευτέρα, Μαΐου 14, 2007

Kαστοριάδης: «οι λαοί θα βρουν τη λύση»

[...]

Kοιτάξτε, ασφαλώς θα υπάρξει μια περίοδος σύγχυσης και αποπροσανατολισμού, οι άνθρωποι θα εξακολουθούν να χρησιμοποιούν διάφορα επιχειρήματα, τα οποία ακούμε διαρκώς εδώ και μερικά χρόνια, ότι αν επιχειρήσει κανείς να αλλάξει αυτή τη φιλελεύθερη καπιταλιστική δημοκρατία, θα καταλήξει στο Γκουλάγκ, στη Σιβηρία κ.λπ. Aυτά θα τα ακούμε για μερικό καιρό ακόμα, φαντάζομαι, και μετά οι άνθρωποι θα καταλάβουν ότι, επειδή πήγε κάποιος σε έναν σχιτζή, εγκληματία, δολοφόνο, σοφιστή γιατρό, αυτό δεν σημαίνει ότι ένας άλλος, ο οποίος είναι λιγότερο εγκληματίας, αλλά εξίσου κακός γιατρός, είναι το ιδεώδες της ιατρικής, δεν είναι έτσι; Θέλω να τονίσω τον παραλογισμό που κάνουν οι άνθρωποι σήμερα, ότι επειδή υπήρξε αυτή η τερατώδης μορφή, η οποία δεν είχε άλλωστε καμιά σχέση με τον σοσιαλισμό, ή με τη δημοκρατία – παρ’ όλα όσα έλεγε – άρα δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο παρά να ακολουθήσουμε την πολιτική του Mπους ή του Mέιτζορ κ.λπ. Kάποτε θα αρχίσουν να καταλαβαίνουν και οι κάτοικοι των ανατολικών χωρών ότι η πτώση του κομμουνισμού δεν «ασπρίζει» τον καπιταλισμό, ούτε τα προβλήματά του, ούτε τη μιζέρια που υπάρχει στις καπιταλιστικές χώρες, ούτε το γεγονός ότι δεν είναι πραγματικές δημοκρατίες, ότι κυβερνιούνται από μια φιλελεύθερη ολιγαρχία, ούτε την καταστροφή του περιβάλλοντος που επιφέρει η καπιταλιστική οικονομία κ.λπ. Kαι από τη στιγμή εκείνη νομίζω ότι αρχίζουν πάλι, ελπίζω τουλάχιστον, να ξεκαθαρίζουν τα πράγματα στο μυαλό των ανθρώπων και να αρχίζουν να ξανασκέπτονται πολιτικά, δηλαδή όχι ποιο κόμμα θα εκλέξουν, αλλά πώς θα μπορούσαν να αυτοκυβερνηθούν πραγματικά, να σχηματίσουν συλλογικά δημοκρατικά όργανα και να αλλάξουν τον προσανατολισμό στην κοινωνική ζωή.

[...]

Eγώ νομίζω ότι ένα από τα βασικά καρκινώματα, μπορώ να πω, του εργατικού κινήματος και του λαϊκού κινήματος, τα τελευταία εκατό χρόνια τουλάχιστον, είναι η ιδέα ότι έπρεπε να υπάρχουν οι ηγέτες. Eγώ πιστεύω ότι ο λαός δεν μπορεί να κυβερνηθεί παρά μόνος του. Hγέτες με μια έννοια βέβαια πάντα θα υπάρχουν, κάποιος άνθρωπος θα έχει ίσως περισσότερα να πει ή περισσότερες ιδέες από τους άλλους, το ζήτημα είναι ότι αυτοί οι ηγέτες να αναγράφονται από τη βάση τους, να είναι ανακλητοί, να μην ειδωλοποιούνται, να μη θεοποιούνται κ.τ.λ., συμφωνείτε; Tο αν στην ερχόμενη περίοδο θα υπάρξουν ηγέτες, δυναμικά άτομα που θα πάρουν πρωτοβουλίες, αυτό δεν μπορεί να το πει κανείς. Aυτό που μπορεί να πει κανείς είναι ότι αν δεν υπάρξει μια πραγματική κίνηση του λαού, ούτε θα αναδειχθούν άνθρωποι εξαιρετικοί, ούτε κι αν υπάρχουν άνθρωποι εξαιρετικοί θα μπορέσουν να κάνουν τίποτε άλλο περισσότερο παρά να είναι φωνή βοώντος εν τη ερήμω.

[...]

Aπό την άποψη της κριτικής της σημερινής κοινωνίας κατ’ ουσίαν αυτά που έπρεπε να λεχθούνε έχουν λεχθεί. Aπό το εργατικό κίνημα, από τους διάφορους, ας πούμε, σοσιαλιστές συγγραφείς, σε νεότερη περίοδο και από το οικολογικό κίνημα (σ.σ. και τον κ. Kαστοριάδη). Aπό την άποψη της πολιτικής πραγματικά νομίζω ότι κάθε προσπάθεια βασικής μεταμόρφωσης της σημερινής κοινωνίας δεν μπορεί να στηρίζεται πουθενά αλλού παρά στις δημιουργικές δυνάμεις του λαού και όλων των ανθρώπων που απαρτίζουν την κοινωνία. Tην αθηναϊκή δημοκρατία την παλιά δεν τη δημιούργησε ένας άνθρωπος, τη δημιούργησε ένα ολόκληρο λαϊκό κίνημα, και τις σύγχρονες δημοκρατίες, στο μέτρο που είναι δημοκρατίες, δεν τις δημιούργησε ένας άνθρωπος· στην αμερικάνικη επανάσταση και στην εγγλέζικη και στη γαλλική οι άνθρωποι έδρασαν συλλογικά, δημιούργησαν καινούριες μορφές και έτσι υπάρχουν αυτά τα δημοκρατικά απομεινάρια στη σημερινή κοινωνία. Aν πρόκειται να υπάρξει κάποιο καινούριο ξεκίνημα της κοινωνίας, ασφαλώς αυτό το καινούριο ξεκίνημα θα συμβαδίσει με μια αφύπνιση των ανθρώπων, οι οποίοι θα πάψουν να είναι καταναλωτικά ζώα και θα ξαναγίνουν πολιτικά ζώα, δηλαδή άνθρωποι που ενδιαφέρονται για τα κοινά, γιατί όπως έλεγε και ο Aριστοτέλης «είναι ικανοί να άρχουν και να άρχονται».

Τετάρτη, Μαΐου 09, 2007

Η αρχή της διαπραγμάτευσης (Ι)


Οι σύγχρονες κοινωνίες, από την εποχή της Αμερικανικής και της Γαλλικής Επανάστασης μέχρι και σήμερα, στηρίζουν την ύπαρξή τους σε μία βασική αρχή: την αρχή της διαπραγμάτευσης. Αρχή ευρύτερη ακόμη και από αυτήν της δημοκρατίας η οποία ρυθμίζει με τον ιδανικότερο μέχρι στιγμής τρόπο τη σχέση λαού-εξουσίας. Κι αυτό γιατί η αρχή της διαπραγμάτευσης αφορά τις σχέσεις διαφορετικών ομάδων μεταξύ τους ανεξάρτητα αν αυτές λειτουργούν στο πολιτικό, οικονομικό, πολιτιστικό πλαίσιο ή σε όλα μαζί, ανεξάρτητα αν αφορούν κοινωνικές και οικονομικές τάξεις, φυλές, θρησκεύματα, προτιμήσεις, συμφέροντα. Η αρχή της διαπραγμάτευσης αφορά τις διεθνής και διπλωματικές σχέσεις μεταξύ κρατών και εθνοτήτων, αφορά όμως και τα ίδια τα άτομα, τις ατομικές, οικογενειακές ακόμη και τις ερωτικές σχέσεις αλλά και τις μεταξύ ατόμων εμπορικές και οικονομικές συναλλαγές.

Τι είναι η αρχή της διαπραγμάτευσης;

Την περιγράφει ωραιότατα, ως ένα παζάρι, ο Εκο όπου ο έμπορος πουλάει ένα χαλί για 10 λίρες, ο πελάτης είναι διατεθειμένος να δώσει μόνο τρεις, ο έμπορος αντιπροτείνει εννέα λίρες, ο πελάτης ανεβαίνει στις τέσσερις, ο έμπορος πέφτει στις οκτώ, ο πελάτης του λέει ότι δέχεται να το αγοράσει μέχρι πέντε και τελικά και οι δύο συμφωνούν στις έξι λίρες. Ετσι και ο πελάτης είναι ευχαριστημένος γιατί αγόρασε κάτι τέσσερις λίρες φθηνότερα από την αρχική τιμή και ο έμπορος είναι κερδισμένος γιατί το εμπόρευμα κόστιζε τέσσερις λίρες και εισέπραξε έξι!!!

Η αρχή της διαπραγμάτευσης είναι τόσο ισχυρή που οι περισσότεροι από όσους την έχουν παραβεί έχουν πληρώσει ένα ανυπολόγιστο κόστος ενώ ακόμη και δικτάτορες την έχουν ως ένα βαθμό αποδεχτεί αφού στην ουσία έχει να κάνει με ένα Power Game ή μια παρτίδα σκάκι που είτε το παίζεις μέχρι τέλους είτε το αρνείσαι αποδεχόμενος τις συνέπειες… Και ποιες είναι αυτές οι συνέπειες: η μη νομιμοποίηση της οποιασδήποτε πράξης στην οποία προβαίνει ο αρνητής!

Ας σκεφτεί κανείς ότι ακόμη και η φράση «τα λεφτά σου ή τη ζωή σου» είναι κατά κάποιο τρόπο εντός της αρχής της διαπραγμάτευσης. Η αρχή της διαπραγμάτευσης αφήνει πάντοτε ένα περιθώριο ανοικτό ακόμη κι αν αυτό το περιθώριο είναι κατ’ ουσίαν προσχηματικό!

Ο κακός διαπραγματευτής φτάνει να εκβιάζει ακόμη και με την απειλή όπλου αλλά δεν βιάζει!

Ο μη-διαπραγματευτής θα βιάσει! Ή θα πολεμήσει!

Η αρχή της διαπραγμάτευσης λειτουργεί όταν καταλήγει σε ένα συμβόλαιο. Αυτό μπορεί να είναι το περίφημο «κοινωνικό συμβόλαιο», μπορεί να είναι ένα συμβόλαιο εκχώρησης και αποδοχής, μπορεί να είναι ένα συμβόλαιο γάμου ή και μια απλή απόδειξη ταμιακής μηχανής. Δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι όταν η διαπραγμάτευση ολοκληρώνεται κανείς δεν μπορεί να ζητήσει «τα λεφτά του πίσω». Φυσικά μπορεί να διαπραγματευτεί εκ νέου, όχι όμως στην ίδια βάση με την προηγούμενη διαπραγμάτευση.

Το ύψιστο κοινωνικό συμβόλαιο για μια πολιτεία είναι το Σύνταγμά της. Κανένα Σύνταγμα δεν μπορεί να θεωρηθεί ισχυρό εάν δεν στηρίζεται στην αρχή της διαπραγμάτευσης –και πάντως δεν θα μακροημερεύσει!

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία της αρχής της διαπραγμάτευσης είναι ότι κανείς δεν υποχρεώνει κανέναν να διαπραγματεύεται. Δεν υπάρχει νόμος που να υποχρεώνει έναν πολίτη, ένα φυσικό πρόσωπο ή ακόμη και μια εξουσία να διαπραγματεύεται ούτε και νόμος που να τιμωρεί εκείνον που αρνείται την διαπραγμάτευση, Η αρχή της διαπραγμάτευσης προηγείται του νόμου, γεννά τον νόμο αλλά δεν στηρίζεται στον νόμο.

Ο έμπορος μπορεί να πει «αυτό το παντελόνι έχει τόσο, τα δίνεις το παίρνεις, δεν τα δίνεις, στο καλό και να μας γράφεις!» χωρίς να έχει καμιά (άμεση, νομική) συνέπεια…

Μια κυβέρνηση μπορεί να «αποφασίζει και να διατάσσει» εφόσον έχει νομιμοποιηθεί από την δημοκρατική ψήφο των πολιτών (οι εκλογές αποτελούν την επισφράγιση μιας διαπραγμάτευσης) χωρίς να κινδυνεύει να χάσει την εξουσία…

συνεχίζεται

Τρίτη, Μαΐου 08, 2007

Σήμερα απεργούμε…



(Αναδημοσίευση από το προσωπικό blog του ANemos)

Σήμερα απεργούμε όλοι όσοι εργαζόμαστε στα ΜΜΕ, έντυπα και ηλεκτρονικά, με ένα και μοναδικό αίτημα: την επιστροφή στο ακέραιο όλων των χρημάτων μας στο ΤΣΠΕΑΘ. Χρήματα που έχουμε καταβάλει ως ασφαλιστικές εισφορές και που μια φάρα απατεώνων «επένδυσε» σε δομημένα ομόλογα. Χρήματα που έχουμε καταβάλει ΟΛΟΙ όσοι εργαζόμαστε ως δημοσιογράφοι ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ εάν είμαστε ή όχι μέλη των ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ (δηλαδή της ΕΣΗΕΑ, της ΕΣΗΕΜΘ, της Ενωσης Εργαζομένων στον Περιοδικό Τύπο ή στις υπόλοιπες Ενώσεις της Περιφέρειας).

Και είναι δίκαιος ο λόγος που απεργούμε αν και αμφίβολο το αν έτσι θα πετύχουμε τους στόχους μας!

Αυτή η 24ωρη απεργία δεν στρέφεται κατά των ιδιοκτητών των ΜΜΕ αλλά «στερεί» συμβολικά το ΔΗΜΟΣΙΟ ΑΓΑΘΟ της ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ διαδηλώνοντας έτσι την απαίτησή μας για άμεση επιστροφή όλων των χρημάτων. Γι αυτό και δεν πρόκειται να «ιδρώσει τ’ αυτί» όσων «παχύδερμων» είναι υπεύθυνοι για την μεγάλη απάτη σε βάρος του ταμείου μας.

Εκείνο που θα έπρεπε να πετύχει αυτή η απεργία θα ήταν να ξαναβρούμε τη συλλογικότητά μας. Να μάθουμε και πάλι να παλεύουμε μαζί. Όχι μόνο για το συγκεκριμένο αίτημα αλλά και για άλλα που χρονίζουν. Για όλα όσα απειλούν την ελευθεροτυπία και την ελεύθερη άσκηση του επαγγέλματός μας. Όμως αυτό μόνο εν μέρει το πετυχαίνουμε σήμερα. Γιατί εμείς οι ίδιοι είμαστε άδικοι.

Εκείνο που είναι άδικο και που για μια ακόμη φορά αναδεικνύεται μέσα από αυτή την απεργία είναι το ότι τα ΣΩΜΑΤΕΙΑ συνεχίζουν να λειτουργούν ως ΚΛΕΙΣΤΑ ΚΛΑΜΠ μη δεχόμενα στις τάξεις τους ΟΛΟΥΣ ανεξαίρετα τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ στα ΜΜΕ. Πράγμα που σήμερα στρέφεται εναντίων και των ίδιων των ΕΝΩΣΕΩΝ καθώς τα μη μέλη συνεχίζουν να εργάζονται. Ιδιαίτερα όσοι δουλεύουν σε ραδιόφωνα και τηλεοράσεις.

Αν άνοιγε κάποιος σήμερα τα ραδιόφωνα θα ενημερωνόταν για τα πάντα ή σχεδόν από «μουσικούς παραγωγούς», «παρουσιαστές» και μη-μέλη των Ενώσεων. Γι’ αυτόν τον «απεργοσπαστικό μηχανισμό» υπεύθυνοι δεν είναι οι ίδιοι αλλά οι ίδιες οι Ενώσεις αφού οι ίδιοι δεν καλύπτονται από το Σωματείο τους σε περίπτωση που αρνηθούν να δουλέψουν.

Εδώ και χρόνια –διάστημα στο οποίο σημειώθηκαν μεγάλες αλλαγές στα ΜΜΕ- τα Σωματεία και οι Ενώσεις εργαζομένων στα ΜΜΕ δεν εννοούν να αλλάξουν τα καταστατικά τους. Καταστατικά που κάποτε είχαν νόημα περιφρουρώντας το επάγγελμα από τους «αλεξιπτωτιστές», σήμερα δημιουργούν πρόβλημα στον ίδιο τον κλάδο και τους εργαζόμενους. Καταστατικά που δέχονται να παραμένουν στις Ενώσεις άνθρωποι που εγκατέλειψαν το επάγγελμα, που το ασκούν ευκαιριακά, πολιτικοί, δικηγόροι, εκδότες (!!!). Τα ίδια καταστατικά δεν δέχονται ανθρώπους που δημοσιογραφούν σταθερά και επί χρόνια διότι π.χ. έχουν …συμπληρώσει το 35ο έτος ηλικίας.

Τι πρέπει αν γίνει;

Το λογικό!

Ανοιγμα των Ενώσεων σε όλους τους εργαζόμενους στα ΜΜΕ που εργάζονται σε μόνιμη ή τακτική βάση και καταβάλλουν τις ασφαλιστικές τους εισφορές στο ΤΣΠΕΑΘ.

Πλήρης ιατροφαρμακευτική και συνταξιοδοτική κάλυψη.

Αμεση εκκαθάριση ΟΛΩΝ των μητρώων μελών των ενώσεων.

Και τακτικές εκκαθαρίσεις ανά 2ετία.

Ετσι ώστε μέλη να παραμένουν ΜΟΝΟ όσοι εργάζονται σε μόνιμη ή τακτική βάση στα ΜΜΕ.

Να υπάρχει –όπως σε όλες τις χώρες του κόσμου- δικαίωμα εξόδου αλλά και επιστροφής στον κλάδο (π.χ. εάν κάποιος ασχοληθεί με επιχειρηματικές ή πολιτικές δραστηριότητες για ένα διάστημα) με αντίστοιχη διακοπή ή επανέναρξη επαγγέλματος και ασφάλισης.

Επανακαθορισμός του τι σημαίνει ΜΜΕ και τι σημαίνει δημοσιογράφος, εργαζόμενος σε αυτά.

ΜΜΕ είναι ο Τύπος, το Ραδιόφωνο, η Τηλεόραση, τα ενημερωτικά Portals και Web Sites.

Να εξετασθεί το θέμα των free-lancers του τρόπου που θα καλύπτονται ασφαλιστικά και συνδικαλιστικά.

Αυτά πρέπει να γίνουν άμεσα. Εδώ και τώρα. Πριν να είναι αργά για όλους μας.