Βιάστηκαν. Πολύ βιάστηκαν όσοι έσπευδαν να προαναγγείλουν το τέλος της Ιστορίας. Πεισμάτωσε η Ιστορία και είπε να συνεχίσει να υπάρχει και να γράφεται όχι από τα business plan των πολυεθνικών και των γραφειοκρατών υπαλλήλων τους στις Βρυξέλλες, αλλά από το ίδιο το υποκείμενο της ιστορίας: τους Πολίτες.
Αυτό, ως γεγονός, είναι από μόνο του αισιόδοξο. Σημαίνει ότι οι πολίτες δεν αποδέχονται το ρόλο του «νούμερου» στις λογιστικές πράξεις οποιουδήποτε διευθυντήριου.
Ως γεγονός όμως και μάλιστα τόσο μεγάλης σημασίας που με τη σειρά του θα πυροδοτήσει μια σειρά από εξω-λογιστικές και λογιστικές συνέπειες, δεν μπορεί να ιδωθεί και να ερμηνευθεί απλοϊκά. Όπως όλα τα καινούργια και εν πολλοίς απροσδόκητα φαινόμενα χρειάζεται ακονισμένα εργαλεία ανάλυσης ετσι ώστε να μπορεί να αξιοποιηθεί πολιτικά –και πριν από αυτό να κατανοηθεί από όλους όσους ενδιαφέρονται και σήμερα απορούν για το τι μέλλει γενέσθαι.
Πέρα από το ξεκάθαρο «ΟΧΙ» των Γάλλων τα δεδομένα όπως αυτά παρουσιάστηκαν πριν από το δημοψήφισμα αλλά και τώρα, την επόμενη μέρα, είναι περίπλοκα και πολλές φορές μοιάζουν να είναι αντιφατικά.
Και πρώτα από όλα, ποιοι είναι οι «αντίπαλοι» στη «μάχη» της Γαλλίας;
Α. Από πλευράς πολιτικών κομμάτων:
Τα κόμματα εξουσίας της Δεξιάς και των Σοσιαλιστών μαζί με κάποιους Πράσινους και ένα κομμάτι της Αριστεράς που υποστήριξαν το «Ναι» και από την άλλη πλευρά, ψηφοφόροι της άκρας Αριστεράς, οι κομμουνιστές, ένα μεγάλο ποσοστό σοσιαλιστών, ένα μέρος των Πράσινων, μία μειοψηφία της Κεντροδεξιάς, οι αντιευρωπαϊστές και η Ακροδεξιά.
Β. Από πλευράς θεσμών: (κι εδώ είναι το πλέον παράδοξο) Ολοι οι επίσημοι θεσμοί της Γαλλίας από την Κυβέρνηση έως την μείζονα αντιπολίτευση, οι πανεπιστημιακοί, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, η Εκκλησία, τάχθηκαν με την πλευρά του «Ναι».
Γ. Από πλευράς κοινωνικών τάξεων το Ευρωσύνταγμα καταψηφίστηκε από άτομα μέσης ηλικίας, μισθωτούς, εργάτες, βιοτέχνες, γυναίκες. Ψήφισαν «ναι» οι νέοι, οι ώριμες ηλικίες, ανώτερα στελέχη επιχειρήσεων και άτομα με ανώτερη μόρφωση.
Τα πράγματα λοιπόν δεν είναι ούτε εύκολα ούτε απλά ούτε, πολύ περισσότερο, δικαιολογούν εύκολα συμπεράσματα για τους νικητές και τους ηττημένους. Τι κρύβει όμως αυτή η «πόλωση» μεταξύ δύο ετερόκλητων «συνασπισμών»;
1. Κατ’ αρχήν το ο,τι κανένας από τους δύο πόλους δεν έχει ενιαία συγκρότηση και κοινή στάση απέναντι στο ζήτημα της Ευρώπης. Οφθαλμοφανέστατο.
2. Ο πανίσχυρος «θεσμικός» συνασπισμός που ξεπερνούσε τα όρια της Γαλλίας ηττήθηκε (κυριολεκτικά) κατά κράτος.
3. Το ότι το «ΟΧΙ» εξέφρασε την άρνηση στο Ευρωσύνταγμα και ο,τι αυτό συνεπάγεται αλλά δεν εξέφρασε μια εναλλακτική πρόταση ή πλατφόρμα ως προς το μέλλον της Ευρώπης γενικά και της Γαλλίας ειδικότερα.
4. Το ότι το σύστημα αντιπροσώπευσης στη Γαλλία παρουσιάζει σοβαρό έλλειμμα που αγκαλιάζει ολόκληρο το πολιτικό και θεσμικό της στερέωμα.
5. Τη χρεωκοπία μια ολόκληρης λογικής ετών για τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η σύμπλευση νεοφιλελεύθερων και σοσιαλιστών «τιμωρήθηκε» και μάλιστα σκληρά ενώ το σίγουρο είναι ότι θα τιμωρηθεί ακόμη σκληρότερα στις επόμενες γαλλικές εκλογές. Μια πρόγευση αυτής της τιμωρίας είδαμε και στην Ελλάδα με το διευρυμένο ψηφοδέλτιο του ΠΑΣΟΚ στις προηγούμενες εκλογές. Φαίνεται δηλαδή ότι όταν οι πολιτικοί σχηματισμοί χάνουν τα μεταξύ τους όρια, οι πολίτες αντιδρούν επαναχαράσσοντας νέα όρια στην πρώτη ευκαιρία που θα τους δοθεί.
Από την άλλη πλευρά η φαινομενική «σύμπλευση» ενός κομματιού της Αριστεράς με τα πιο αντιδραστικά κομμάτια της κοινωνίας, μπορεί να προκαλεί δικαιολογημένη ανατριχίλα, δεν είναι κάτι όμως που το βλέπουμε για πρώτη φορά. Πάνω και πέρα από όλα δείχνει την απίστευτη αδυναμία της ευρωπαϊκής Αριστεράς να τοποθετηθεί καθαρά απέναντι στο ζήτημα της Ευρώπης και όχι μόνο. Κι αν ο «συνασπισμός» του «ΝΑΙ» θα πληρώσει ούτως ή άλλως για τα αδιέξοδα στα οποία έχουν οδηγήσει τους λαούς της Ευρώπης, η Αριστερά –από την Κεντροαριστερά μέχρι τους κομμουνιστές- οφείλουν να πουν τι θέλουν και πως το θέλουν και όχι απλά να εκφράζουν την αντίδραση των πολιτών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας ουσιαστικής «αφωνίας» η πρώτη ανακοίνωση του ΚΚΕ: «η καταδίκη του λεγόμενου Ευρωσυντάγματος αποτελεί πολύ θετικό γεγονός». Και προστίθεται: «Ο γαλλικός λαός δεν υπέκυψε στις πιέσεις, στις απειλές και στην ιδεολογική τρομοκρατία των ιμπεριαλιστικών φορέων και των συμμάχων τους. Το "ΟΧΙ" αποτελεί παράδειγμα απειθαρχίας και ανυπακοής στην ευρωενωσιακή βαρβαρότητα. Είναι σημαντικό δείγμα ανάτασης και ενίσχυσης των λαϊκών αγώνων. Οσοι κινδυνολογούν για χάος, καταστροφή και απομόνωση, είναι γιατί φοβούνται μήπως μεταδοθεί το μήνυμα κατά της πολιτικής της πλουτοκρατίας».
Τι λέει το ΚΚΕ; Τίποτα απολύτως! Ή μάλλον δεν συνειδητοποιεί ότι λέει και πράγματα άκρως επικίνδυνα:
«η καταδίκη του λεγόμενου Ευρωσυντάγματος αποτελεί πολύ θετικό γεγονός». Όχι. Με καμιά λογική η καταδίκη αποτελεί θετικό γεγονός. Η άρνηση και η καταδίκη είναι αρνητικά γεγονότα.
Θετικό είναι κάτι που εκφράζει θέση και όχι άρνηση. Και γλωσσικά και πολιτικά και ο,τι άλλο θέλεις! Elementary my dear Aleka!
«Ο γαλλικός λαός δεν υπέκυψε στις πιέσεις, στις απειλές και στην ιδεολογική τρομοκρατία των ιμπεριαλιστικών φορέων και των συμμάχων τους». Νάταν μόνο αυτό τι καλά που θα ήταν!!! Δεν σηκώναμε την κόκκινη σημαία στον πύργο του Αϊφελ!!! Αμ δε!!!
Διότι, όπως είπαμε και πριν, το «ΟΧΙ» των Γάλλων δεν ανήκει στην Αριστερά. Μην τα ξαναλέμε. Πολλοί είπαν «ΟΧΙ» στα ανοιχτά σύνορα, πολλοί είπαν «ΟΧΙ» στους μετανάστες, πολλοί είπαν «ΟΧΙ» στην Ευρώπη των Πολιτών και των Δικαιωμάτων, πολλοί είπαν «ΟΧΙ» στους «ιμπεριαλιστικούς φορείς» για να πουν «ΝΑΙ» στους εθνικιστικούς και φασιστικούς φορείς.
«Το "ΟΧΙ" αποτελεί παράδειγμα απειθαρχίας και ανυπακοής στην ευρωενωσιακή βαρβαρότητα». Αν δεν την ξεπεράσει αυτή την φοβική εμμονή το ΚΚΕ δεν θα καταφέρει ποτέ να προτείνει κάτι ουσιαστικό. Για έναν αριστερό, για έναν οποιονδήποτε πολίτη η παραπάνω ατάκα δεν λέει τίποτα απολύτως. Απορώ αν λέει κάτι στους συντάκτες της ανακοίνωσης.
«Είναι σημαντικό δείγμα ανάτασης και ενίσχυσης των λαϊκών αγώνων». Θα μπορούσε να είναι. Εάν και εφόσον…
Δευτέρα, Μαΐου 30, 2005
ΠΛάκα με κάνεις!
Διαβάζω στο χθεσινό Αγγελιοφόρο τα αποτελέσματα πρόσφατης έρευνας της ALCO για τη Θεσσαλονίκη και μένω χαζός: «το 55% θεωρεί τον νυν δήμαρχο Θεσσαλονίκης επιτυχημένο και θέλει να παραμείνει, ενώ η πρόθεση επαναψήφισής του είναι πολύ υψηλή (φτάνει το 54%)».
Μερικές φορές έχω την εντύπωση ότι οι συμπολίτες μου, μέσα στην απογοήτευσή τους, κάνουν πΛάκα. Χοντρή πΛάκα. Και ότι οι επιλογές τους για τον πρώτο και δεύτερο βαθμό αυτοδιοίκησης εμπεριέχουν ένα είδος σκληρής ειρωνείας για το κατεστημένο πολιτικό προσωπικό της πόλης.
Υστερα πάλι λες, δεν μπορεί, την πρώτη φορά ήταν πλάκα, τη δεύτερη ήταν επίσης πλάκα. Την Τρίτη αρχίζει και γίνεται σαχλαμάρα. Κανείς δεν γελάει με την ίδια πλάκα για τρίτη φορά. Θέλει να ακούσει καινούργιο ανέκδοτο. Το άλλο με τον Τοτό (ή με τον Σπύρο!!!).
Στο μεταξύ τα άλυτα προβλήματα και μεγαλώνουν και πολλαπλασιάζονται. Σε διπλανό άρθρο διαβάζω επίσης: Σε κατάσταση απελπισίας οι οδηγοί. 60.000 θέσεις στάθμευσης ψάχνει η Θεσσαλονίκη. Καθημερινά πραγματοποιούνται πάνω από 300.000 παράνομες διπλοσταθμεύσεις, ενώ οι μέσοι χρόνοι για την ανεύρεση θέσης στο κέντρο είναι μέχρι και μία ώρα.
Το ότι πολλά δεν πηγαίνουν καλά σε αυτή την πόλη είναι μια αφόρητη κοινοτοπία. Αλλά με επαναλαμβανόμενες πλάκες δεν ξέρω αν θα πάνε και καλύτερα.
Μερικές φορές έχω την εντύπωση ότι οι συμπολίτες μου, μέσα στην απογοήτευσή τους, κάνουν πΛάκα. Χοντρή πΛάκα. Και ότι οι επιλογές τους για τον πρώτο και δεύτερο βαθμό αυτοδιοίκησης εμπεριέχουν ένα είδος σκληρής ειρωνείας για το κατεστημένο πολιτικό προσωπικό της πόλης.
Υστερα πάλι λες, δεν μπορεί, την πρώτη φορά ήταν πλάκα, τη δεύτερη ήταν επίσης πλάκα. Την Τρίτη αρχίζει και γίνεται σαχλαμάρα. Κανείς δεν γελάει με την ίδια πλάκα για τρίτη φορά. Θέλει να ακούσει καινούργιο ανέκδοτο. Το άλλο με τον Τοτό (ή με τον Σπύρο!!!).
Στο μεταξύ τα άλυτα προβλήματα και μεγαλώνουν και πολλαπλασιάζονται. Σε διπλανό άρθρο διαβάζω επίσης: Σε κατάσταση απελπισίας οι οδηγοί. 60.000 θέσεις στάθμευσης ψάχνει η Θεσσαλονίκη. Καθημερινά πραγματοποιούνται πάνω από 300.000 παράνομες διπλοσταθμεύσεις, ενώ οι μέσοι χρόνοι για την ανεύρεση θέσης στο κέντρο είναι μέχρι και μία ώρα.
Το ότι πολλά δεν πηγαίνουν καλά σε αυτή την πόλη είναι μια αφόρητη κοινοτοπία. Αλλά με επαναλαμβανόμενες πλάκες δεν ξέρω αν θα πάνε και καλύτερα.
Σάββατο, Μαΐου 28, 2005
Το υποθαλάσσιο αίσχος
Mεθοδεύσεις για την ανάθεση υποθαλάσσιας οδικής αρτηρίας
Βροχή ενστάσεων για την υποθαλάσσια της Θεσσαλονίκης
Τα σχόλια δικά σας!
Η θλίψη για την πόλη μας, όλη δική μας!
Εκ της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ και όχι από κάποια «κωλοφυλλάδα».
Βεβαίως, βεβαίως!
«Στο υπουργείο ΠEXΩΔE βιάζονται, πάντως, να κλείσουν το θέμα των ενστάσεων, καθώς η ηγεσία του έχει ανακοινώσει ότι μέσα στον Iούλιο θα ολοκληρωθούν οι διαδικασίες επιλογής αναδόχου».
Τσακίστε τα όλα ρε! Μην μείνει τίποτα!
Βροχή ενστάσεων για την υποθαλάσσια της Θεσσαλονίκης
Τα σχόλια δικά σας!
Η θλίψη για την πόλη μας, όλη δική μας!
Εκ της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ και όχι από κάποια «κωλοφυλλάδα».
Βεβαίως, βεβαίως!
«Στο υπουργείο ΠEXΩΔE βιάζονται, πάντως, να κλείσουν το θέμα των ενστάσεων, καθώς η ηγεσία του έχει ανακοινώσει ότι μέσα στον Iούλιο θα ολοκληρωθούν οι διαδικασίες επιλογής αναδόχου».
Τσακίστε τα όλα ρε! Μην μείνει τίποτα!
Το ΟΧΙ των Γάλλων σκορπίζει τον πανικό!
Για μια ακόμη φορά οι λαοί της Ευρώπης –με πρώτους τους Γάλλους- ετοιμάζονται να γράψουν Ιστορία. Όχι την ιστορία που έχει προδιαγραφεί και σχεδιαστεί από τα υπερεθνικά κέντρα εξουσίας. Αλλά την Ιστορία που γράφεται με εκτός προδιαγραφών ρήξεις όταν το αίτημα για Ελευθερία-Ισότητα-Δικαιοσύνη συμπορεύεται με εκείνα της ενίσχυσης του Κοινωνικού Κράτους, των Δικαιωμάτων του Πολίτη, της Ανάπτυξης με κέντρο τον άνθρωπο και όχι το Κέρδος.
Λίγοι έχουν καταλάβει –διότι κανείς δεν μπήκε στον κόπο να τους πληροφορήσει στη χώρα του “My Number One”- ότι το αυριανό ΟΧΙ στο γαλλικό δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα είναι μια από τις σημαντικότερες στιγμές στην ιστορία της Ευρώπης από το 1789 μέχρι σήμερα.
Είναι ένα ΟΧΙ στη νεοφιλελεύθερη, αμερικανόδουλη πορεία. Ένα ΟΧΙ σε μια Συνθήκη που «συνταγματικοποιεί τη νεοφιλελεύθερη αγωγή των δύο τελευταίων δεκαετίων για τις επόμενες.
Είναι ταυτόχρονα ένα μεγάλο ΝΑΙ στις ελεύθερες δημοκρατικές επιλογές για το μέλλον το δικό μας και των παιδιών μας κόντρα στα τελεσίγραφα των μεγάλων κομμάτων εξουσίας της Αριστεράς και της Δεξιάς, κόντρα στην απόλυτη κυριαρχία του «ελεύθερου και ανόθευτου ανταγωνισμού».
Οι σύγχρονοι Λουδοβίκοι και οι Αντουανέτες της Γαλλίας διακατέχονται εδώ και μέρες από σύνδρομα υστερίας, απόγνωσης και πανικού πότε ικετεύοντας και πότε απειλώντας τον ίδιο τους το λαού για να πουν ΝΑΙ, να σκύψουν το κεφάλι στη Συνταγματική Συνθήκη των Πολυεθνικών, του Γούλφοβιτς και του Τσέϊνι. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι δεν τα καταφέρνουν. Και δεν θα τα καταφέρουν.
Οι Γάλλοι, αύριο οι Ολλανδοί, μεθαύριο και άλλοι λαοί (και ο δικός μας αν του δινόταν η ευκαιρία) λένε ΟΧΙ γυρνώντας την πλάτη σε σοσιαλιστές, νεοφιλελεύθερους, δεξιούς, απολιτικ-φιλελεύθερους, πρώην αριστερούς (βλέπε Κον Μπετίτ)!
Η δυσφορία και η αγωνία του Ευρωπαίου πολίτη για τη λαίλαπα των ιδιωτικοποιήσεων, των μαζικών απολύσεων, της ανεργίας, των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων, της περιθωριοποίησης, αλλά και των φακελωμάτων στο όνομα του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, θα αποτυπωθεί με αυτή την πρωτοφανή πράξη ανυπακοής μπροστά στις κάλπες.
Όπως γράφει ο Κώστας Βεργόπουλος: «Με αφορμή το επικείμενο δημοψήφισμα, αποκαλύπτεται το μέγεθος της κοινωνικής δυσφορίας σε ολόκληρη τη γηραιά ήπειρο. Ομως, η διαφορετική άποψη δεν αναγνωρίζεται ως δημοκρατική δυνατότητα των πολιτών, αλλά φορτίζεται με τα δεινά όλων των ασθενειών του σώματος και της ψυχής. Οι πολίτες αυτής της πλευράς εμφανίζονται από την άλλη ως «αρχαϊκοί», «φοβικοί», «απροσάρμοστοι», «αρνητικοί στην πρόοδο και στο καινούργιο», «πνευματικά κολλημένοι», «απατεώνες», «δημαγωγοί», «εθνικιστές», «ρατσιστές», «ιδιοτελείς», «φιλόδοξοι», «ανεύθυνοι».Ο συνταγματολόγος της Αριστεράς Ολιβιέ Ντιαμέλ διαπιστώνει αναβίωση στη σημερινή Γαλλία του μπολσεβικισμού και του ιακωβινισμού. Ο Κον-Μπεντίτ απειλεί να εγκαταλείψει τη χώρα, στην οποία επιβιώνουν ακόμη «γκολικές και κομμουνιστικές συνταγές». Ο σοσιαλιστής Στρος-Καν ενοχοποιεί τον «θλιβερό συντηρητισμό της γαλλικής κοινωνίας». Οι ηγέτες 20 ευρω-σοσιαλιστικών κομμάτων αξιώνουν από τους Γάλλους «να ψηφίσουν οπωσδήποτε θετικά», εφόσον από αυτούς «εξαρτάται το μέλλον της ηπείρου».
Οι ευρωπαίοι σοσιαλιστές στέκονται δίπλα στους νεοφιλελεύθερους κια γι αυτό θα είναι οι πρώτοι που θα συντριβούν: Οι ηγέτες Γερμανίας και Ισπανίας, Γκέρχαρντ Σρέντερ και Ζοζέ Θαπατέρο, πρόκειται να δώσουν το «παρών» στις τελευταίες συγκεντρώσεις του Σοσιαλιστικού Κόμματος Γαλλίας με ζητούμενο να ωθήσουν τους «πολύτιμους» αναποφάσιστους ψηφοφόρους προς το «ναι» στο Σύνταγμα Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παράλληλα, οι διαφωνούντες από τους κόλπους των Σοσιαλιστών πρόκειται να ενωθούν με το Κομμουνιστικό Κόμμα και τους επικεφαλής συνδικάτων σε συγκέντρωση στο Παρίσι με στόχο τη διασφάλιση του «όχι» (54%), το οποίο προηγείται σε έντεκα διαδοχικές δημοσκοπήσεις αναφορικά με την πρόθεση των Γάλλων ψηφοφόρων έναντι του Ευρωσυντάγματος.
Περισσότερα για τις εξελίξεις στο in.gr, στη διεύθυνση http://www.in.gr/news/article.asp?lngEntityID=627185&lngDtrID=245
Η Γάλλοι πολίτες 37 χρόνια μετά τον Μάη του ’68 δείχνουν το δρόμο πέρα από τη συγκυρία, πέρα από αυτό καθ’ εαυτό το θέμα του Ευρωσυντάγματος. Ο Μάης του 2005 ίσως αποδειχτεί πολύ πιο σημαντικός από κάθε άλλα Μάη στην ιστορία των λαών.
Και ναι! «Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον. Στο μέλλον που γράφεται όπως θέλετε!».
Περισσότερα:
Φάκελος: Oui ou Νon?
Οι προκλήσεις που θα πρέπει να απαντηθούν
Το «όχι» είναι το τέλος του ευρωπαϊκού σχεδίου
Και η επιρροή της Γαλλίας;
Τρία εναλλακτικά σενάρια
Να έχουμε λόγο στο Σύνταγμα
Update#01:
Αμηχανία στην Ευρώπη
«Όχι» στο Ευρωπαϊκό Σύνταγμα είπε το 54,87% των Γάλλων
Επίσης:
Η επικύρωση του Ευρωσυντάγματος πρέπει να συνεχιστεί, τονίζουν οι Βρυξέλλες
Δεν αφορά την Τουρκία το γαλλικό «όχι» στο Ευρωσύνταγμα, λέει ο Αμπντουλάχ Γκιουλ
Πώς είδε ο ευρωπαϊκός Τύπος το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Γαλλία
Δέκα ερωτήσεις και απαντήσεις για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα - Το πλήρες κείμενο
Λίγοι έχουν καταλάβει –διότι κανείς δεν μπήκε στον κόπο να τους πληροφορήσει στη χώρα του “My Number One”- ότι το αυριανό ΟΧΙ στο γαλλικό δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα είναι μια από τις σημαντικότερες στιγμές στην ιστορία της Ευρώπης από το 1789 μέχρι σήμερα.
Είναι ένα ΟΧΙ στη νεοφιλελεύθερη, αμερικανόδουλη πορεία. Ένα ΟΧΙ σε μια Συνθήκη που «συνταγματικοποιεί τη νεοφιλελεύθερη αγωγή των δύο τελευταίων δεκαετίων για τις επόμενες.
Είναι ταυτόχρονα ένα μεγάλο ΝΑΙ στις ελεύθερες δημοκρατικές επιλογές για το μέλλον το δικό μας και των παιδιών μας κόντρα στα τελεσίγραφα των μεγάλων κομμάτων εξουσίας της Αριστεράς και της Δεξιάς, κόντρα στην απόλυτη κυριαρχία του «ελεύθερου και ανόθευτου ανταγωνισμού».
Οι σύγχρονοι Λουδοβίκοι και οι Αντουανέτες της Γαλλίας διακατέχονται εδώ και μέρες από σύνδρομα υστερίας, απόγνωσης και πανικού πότε ικετεύοντας και πότε απειλώντας τον ίδιο τους το λαού για να πουν ΝΑΙ, να σκύψουν το κεφάλι στη Συνταγματική Συνθήκη των Πολυεθνικών, του Γούλφοβιτς και του Τσέϊνι. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι δεν τα καταφέρνουν. Και δεν θα τα καταφέρουν.
Οι Γάλλοι, αύριο οι Ολλανδοί, μεθαύριο και άλλοι λαοί (και ο δικός μας αν του δινόταν η ευκαιρία) λένε ΟΧΙ γυρνώντας την πλάτη σε σοσιαλιστές, νεοφιλελεύθερους, δεξιούς, απολιτικ-φιλελεύθερους, πρώην αριστερούς (βλέπε Κον Μπετίτ)!
Η δυσφορία και η αγωνία του Ευρωπαίου πολίτη για τη λαίλαπα των ιδιωτικοποιήσεων, των μαζικών απολύσεων, της ανεργίας, των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων, της περιθωριοποίησης, αλλά και των φακελωμάτων στο όνομα του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, θα αποτυπωθεί με αυτή την πρωτοφανή πράξη ανυπακοής μπροστά στις κάλπες.
Όπως γράφει ο Κώστας Βεργόπουλος: «Με αφορμή το επικείμενο δημοψήφισμα, αποκαλύπτεται το μέγεθος της κοινωνικής δυσφορίας σε ολόκληρη τη γηραιά ήπειρο. Ομως, η διαφορετική άποψη δεν αναγνωρίζεται ως δημοκρατική δυνατότητα των πολιτών, αλλά φορτίζεται με τα δεινά όλων των ασθενειών του σώματος και της ψυχής. Οι πολίτες αυτής της πλευράς εμφανίζονται από την άλλη ως «αρχαϊκοί», «φοβικοί», «απροσάρμοστοι», «αρνητικοί στην πρόοδο και στο καινούργιο», «πνευματικά κολλημένοι», «απατεώνες», «δημαγωγοί», «εθνικιστές», «ρατσιστές», «ιδιοτελείς», «φιλόδοξοι», «ανεύθυνοι».Ο συνταγματολόγος της Αριστεράς Ολιβιέ Ντιαμέλ διαπιστώνει αναβίωση στη σημερινή Γαλλία του μπολσεβικισμού και του ιακωβινισμού. Ο Κον-Μπεντίτ απειλεί να εγκαταλείψει τη χώρα, στην οποία επιβιώνουν ακόμη «γκολικές και κομμουνιστικές συνταγές». Ο σοσιαλιστής Στρος-Καν ενοχοποιεί τον «θλιβερό συντηρητισμό της γαλλικής κοινωνίας». Οι ηγέτες 20 ευρω-σοσιαλιστικών κομμάτων αξιώνουν από τους Γάλλους «να ψηφίσουν οπωσδήποτε θετικά», εφόσον από αυτούς «εξαρτάται το μέλλον της ηπείρου».
Οι ευρωπαίοι σοσιαλιστές στέκονται δίπλα στους νεοφιλελεύθερους κια γι αυτό θα είναι οι πρώτοι που θα συντριβούν: Οι ηγέτες Γερμανίας και Ισπανίας, Γκέρχαρντ Σρέντερ και Ζοζέ Θαπατέρο, πρόκειται να δώσουν το «παρών» στις τελευταίες συγκεντρώσεις του Σοσιαλιστικού Κόμματος Γαλλίας με ζητούμενο να ωθήσουν τους «πολύτιμους» αναποφάσιστους ψηφοφόρους προς το «ναι» στο Σύνταγμα Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παράλληλα, οι διαφωνούντες από τους κόλπους των Σοσιαλιστών πρόκειται να ενωθούν με το Κομμουνιστικό Κόμμα και τους επικεφαλής συνδικάτων σε συγκέντρωση στο Παρίσι με στόχο τη διασφάλιση του «όχι» (54%), το οποίο προηγείται σε έντεκα διαδοχικές δημοσκοπήσεις αναφορικά με την πρόθεση των Γάλλων ψηφοφόρων έναντι του Ευρωσυντάγματος.
Περισσότερα για τις εξελίξεις στο in.gr, στη διεύθυνση http://www.in.gr/news/article.asp?lngEntityID=627185&lngDtrID=245
Η Γάλλοι πολίτες 37 χρόνια μετά τον Μάη του ’68 δείχνουν το δρόμο πέρα από τη συγκυρία, πέρα από αυτό καθ’ εαυτό το θέμα του Ευρωσυντάγματος. Ο Μάης του 2005 ίσως αποδειχτεί πολύ πιο σημαντικός από κάθε άλλα Μάη στην ιστορία των λαών.
Και ναι! «Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον. Στο μέλλον που γράφεται όπως θέλετε!».
Περισσότερα:
Φάκελος: Oui ou Νon?
Οι προκλήσεις που θα πρέπει να απαντηθούν
Το «όχι» είναι το τέλος του ευρωπαϊκού σχεδίου
Και η επιρροή της Γαλλίας;
Τρία εναλλακτικά σενάρια
Να έχουμε λόγο στο Σύνταγμα
Update#01:
Αμηχανία στην Ευρώπη
«Όχι» στο Ευρωπαϊκό Σύνταγμα είπε το 54,87% των Γάλλων
Επίσης:
Η επικύρωση του Ευρωσυντάγματος πρέπει να συνεχιστεί, τονίζουν οι Βρυξέλλες
Δεν αφορά την Τουρκία το γαλλικό «όχι» στο Ευρωσύνταγμα, λέει ο Αμπντουλάχ Γκιουλ
Πώς είδε ο ευρωπαϊκός Τύπος το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Γαλλία
Δέκα ερωτήσεις και απαντήσεις για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα - Το πλήρες κείμενο
Παρασκευή, Μαΐου 27, 2005
Ενα (παλιό, καλό) κείμενο για τον Mανουέλ Bάθκεθ Mονταλμπάν
Θυμάστε τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας «Ο πλανήτης των πιθήκων» και «H επιστροφή στον πλανήτη των πιθήκων»; Οι ταινίες αυτές στηρίζονταν στην υπόθεση ότι, μετά από μια κορυφαία πράξη ανθρώπινου παραλογισμού, μετά από έναν καταστροφικό πυρηνικό πόλεμο, η Γη βρισκόταν υπό την κυριαρχία των πιθήκων. Οι νέοι κύριοι του κόσμου, για να εξορκίσουν τα τέρατα της λογικής που γέννησε το ανθρώπινο γένος, καταδίωκαν και υποδούλωναν όσους ανθρώπους είχαν επιζήσει.
Ο καταλανός συγγραφέας Mανουέλ Bάθκεθ Mονταλμπάν χρησιμοποιεί αυτό τον κινηματογραφικό μύθο ως μεταφορά για να περιγράψει το πολιτικό μας παρόν, τη νέα δηλαδή παγκόσμια πραγματικότητα που προέκυψε μετά την πτώση της σοσιαλιστικής ουτοπίας («Λίβελλος από τον πλανήτη των πιθήκων», εκδόσεις «Δελφίνι», 1995). Οι πίθηκοι, τρομαγμένοι από τις συμφορές που προκλήθηκαν στο παρελθόν από τον άνθρωπο με τη χρήση του λόγου, αποφασίζουν να ζήσουν μέσα στην ολική άγνοια. Kαλύτερα να μη θυμόμαστε το παρελθόν και να μη σκεφτόμαστε το μέλλον, λένε. Aυτό κάνουμε κι εμείς σήμερα. Zούμε στη δικτατορία του παρόντος. Eγκαταλείψαμε τις «ουτοπικές χίμαιρες» που υποτίθεται ότι προκάλεσαν τόσα βάσανα στο παρελθόν. Tαυτόχρονα όμως παραιτηθήκαμε και από την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, από το στόχο και τον αγώνα της χειραφέτησης. Οι πίθηκοι είναι οι θεματοφύλακες του σύγχρονου φιλελεύθερου συντηρητισμού της δεξιάς, του κέντρου και της (μετανοημένης) αριστεράς. Οπως οι πίθηκοι της ταινίας, έτσι και αυτοί κυριαρχούνται από τον πόθο για ένα «τέλος της ιστορίας». Eπικαλούνται τις τραγωδίες το παρελθόντος για να εξαφανίσουν το όνειρο ενός καλύτερου κόσμου και για να συκοφαντήσουν την ύπαρξη και την αναγκαιότητα μιας στόχευσης που δεν θα αρκείται στην απλή και χρηστή διαχείριση της υπάρχουσας πραγματικότητας. Kαι η αριστερά, βυθισμένη στην απαισιοδοξία, αποδέχεται αυτόν το ρηχό πραγματισμό ή αναπαράγει αμήχανα τον κυνικό λόγο της εξουσίας αντί να τον αμφισβητεί ριζικά.
Ο Mονταλμπάν αντιτάσσεται σε αυτή τη νέα μοιρολατρία, που βασίζεται στο δόγμα: τα πράγματα έχουν έτσι όπως έχουν και είναι ανώφελο να τα αμφισβητήσουμε. Aυτός ο δουλοπρεπής κομφορμισμός ισοδυναμεί με «αυτοκτονία του λόγου». Aκόμη και αν γνωρίζουμε ότι το μέλλον δεν θα είναι τέλειο, δεν πρέπει να απαρνηθούμε το όραμα μιας πορείας προς τα εμπρός.
Ο νέος κυνισμός καλλιεργεί την τάση για παραίτηση από την κριτική και καταδικάζει το ουτοπικό πνεύμα ως βασικό υπεύθυνο για τα δεινά του αιώνα μας.
Ο Mονταλμπάν αντίθετα υπερασπίζεται το «δικαίωμα στην ουτοπία», δηλαδή το δικαίωμα στην ελπίδα ως «ηθική συνείδηση του αύριο», όπως την κατανοούσε ο Eρνστ Mπλοχ. «Aκούγεται συχνά η καταγγελία: Θυσιάστηκαν μυριάδες ανθρώπινες ζωές στο όνομα της ουτοπίας, στο όνομα ενός τέλειου μέλλοντος. Ωστόσο μια τέτοια καταδίκη της ουτοπίας, της αυριανής ηθικής συνείδησης, αποκρύπτει το γεγονός ότι χωρίς αυτήν δεν θα είχε υπάρξει πρόοδος σχεδόν σε κανένα επίπεδο...». H ουτοπική φόρτιση δεν οδηγεί αναπόφευκτα στη χιμαιρική αναζήτηση ενός τέλειου μέλλοντος, αλλά μπορεί να λειτουργήσει ως ισχυρή ώθηση στην πάλη για τον κοινωνικό μετασχηματισμό.
Aλίμονο αν η αριστερά συμμεριστεί την ιδέα ότι η πραγματικότητα δεν μπορεί να αλλάξει ριζικά και ότι το μόνο που απομένει να κάνουμε είναι να συμβάλουμε στον εξορθολογισμό του υπάρχοντος συστήματος. Xωρίς να παραγνωρίζει τις υπαρκτές καταχρήσεις της ουτοπικής λογικής ο Mονταλμπάν αρνείται να προσυπογράψει τη συνολική ιστορική καταδίκη του κομμουνισμού ως κύριου υπεύθυνου για τις μεγάλες τραγωδίες του 20ού αιώνα. H ιστορία του διεθνούς κομμουνιστικου κινήματος δεν ταυτίζεται ολοκληρωτικά με τη σοβιετική εμπειρία. H χρεωκοπία του σοβιετικού μοντέλου δεν αναιρεί το γεγονός ότι υπήρξαν κομμουνιστικά κινήματα που υποκίνησαν σημαντικούς κοινωνικούς αγώνες και κινητοποίησαν πολλούς ανθρώπους ενάντια στις αδικίες και τις ανισότητες. Σε μια ιστορική περίοδο όπου η σοσιαλδημοκρατία εγκατέλειψε την κριτική στον καπιταλισμό, οι κομμουνιστές των διάφορων τάσεων διατήρησαν την παράδοση μιας αριστεράς που εμπνέεται από τις ηθικο-πολιτικές προσταγές της ανθρώπινης χειραφέτησης.
Σύμφωνα με τον Mονταλμπάν, ο σύγχρονος πολιτικός είναι ο «μεγάλος σαμάνος μιας ερμητικής θρησκείας». H πολιτική εμφανίζεται ως δραστηριότητα διαχείρισης που στηρίζεται σε ειδικές γνώσεις (οικονομικές, νομοθετικές-διοικητικές, προπαγανδιστικές-επικοινωνιακές, οργανωτικές) απρόσιτες για τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών. Aπό την άλλη μεριά όμως τα πολιτικά μηνύματα προσαρμόζονται στη λογική του διαφημιστικού μάρκετινγκ, έτσι ώστε να αντιστοιχούν στη ζήτηση της κοινωνικής πλειοψηφίας. Tα μέσα μαζικής επικοινωνίας υπερτονίζουν τον καταναλωτικό και εύπεπτο χαρακτήρα της πολιτικής προσφοράς, ευνοώντας έτσι τις κομφορμιστικές συμπεριφορές. Mεγάλο μέρος των πολιτικών σχηματισμών της αριστεράς καθοδηγείται από την ίδια λογική. Tο άλλοθι ότι η εξουσία στα χέρια των σοσιαλιστών θα αποκτήσει μεγαλύτερη κοινωνική ευαισθησία αιτιολόγησε όλες τις παραχωρήσεις που έγιναν στις κυρίαρχες ομάδες.
Οι πραγματιστές πολιτικοί αντιμετωπίζουν πατερναλιστικά τους κριτικούς διανοούμενους ως ονειροπόλους ή αιθεροβάμονες. Στο βάθος τους περιφρονούν όπως «ο καπετάν Γάντζος περιφρονεί τον Πίτερ Παν που αρνείται να μεγαλώσει», δηλαδή να αποδεχθεί ότι ο τωρινός είναι ο καλύτερος των δυνατών κόσμων. Οι κριτικοί διανοούμενοι κατηγορούνται για ξεπερασμένο μεσσιανισμό, αλλά η αναξιοπιστία «αυτού» του μεσσιανισμού δεν σημαίνει ότι ξεριζώθηκε κάθε είδος μεσσιανισμού. «Tο μεγάλο τσίρκο των χημικά καθαρών νεοφιλελεύθερων διανοούμενων ή οι μεταμελημένοι πρώην μαρξιστές ή η Tριμερής μπορούν να εκφράζουν τάσεις μεσσιανικού χαρακτήρα όταν προλέγουν την αδυσώπητη μοίρα ενός σύμπαντος που βασίζεται στη μοναδική αλήθεια, στη μοναδική αγορά και στο μοναδικό στρατό που επιβάλλει την τάξη και επαγρυπνά για το άναμμα του φλας που θα συνοδεύσει το φώτο-φίνις της Iστορίας».
Ποια στάση πρέπει να τηρήσουν όμως οι διανοούμενοι μπροστά σε ένα πολιτικό γίγνεσθαι που καθορίζεται από κώδικες πραγματισμού και ωφελιμισμού; Οπως και στο παρελθόν έτσι και σήμερα, οι διανοούμενοι καλούνται να επιλέξουν μεταξύ δύο βασικών λειτουργιών: είτε να αναπαράγουν τις ιδέες της εξουσίας είτε να τις αμφισβητήσουν». Ο Mονταλμπάν επικρίνει τους διανοούμενους που απαρνήθηκαν τον κριτικό τους ρόλο. Tον εξοργίζει ο κυνισμός που έχει μεταμφιεστεί σε «ρεαλισμό». Aναγνωρίζει ωστόσο ότι ο παραδοσιακός πειρασμός της ταύτισης με την εξουσία επανεμφανίζεται ισχυρός σε μιαν ιστορική εποχή όπως η σημερινή, που η εξουσία ελέγχει όλα τα εργαλεία παραγωγής και διάδοσης γνώσεων και όλα τα παντοδύναμα μέσα διάδοσης μηνυμάτων.
Ο Mονταλμπάν θυμίζει την παραβολή του καθιστού γραφέα. Ο αιγύπτιος γραφέας συντάσσει μια επιστολή προς το γιο του, που σπουδάζει στη σχολή γραφέων. Tου εξηγεί τις συνθήκες της σκληρής ζωής των χειρωνακτών, πώς ζει ο βυρσοδέψης, ο κατασκευαστής παπύρων, ο χειροτέχνης και τελειώνει λέγοντας: ο γραφέας τρώει στο τραπέζι του Hγεμόνα.
Οι σύγχρονοι καθιστοί γραφείς αποφεύγουν την αμφισβήτηση και τον κριτικό έλεγχο και προτιμούν τη συνενοχή με την εξουσία, προκειμένου να γίνουν και αυτοί αποδεκτοί στο τραπέζι του Hγεμόνα. Tο κύριο έργο τους είναι να επιβάλλουν το μονοπώλιο των ιδεών διαχείρισης σε βάρος των ιδεών που αντιτίθενται στο κυρίαρχο καθεστώς. Ο,τι υπερβαίνει τη διαχειριστική οπτική και συνδέεται με την προοπτική του κοινωνικού μετασχηματισμού θεωρείται περιττό και ανώφελο, ανατρεπτικό και αποσταθεροποιητικό ή αφελές και αναξιόπιστο.
Tο έργο των κριτικών διανοουμένων -πέρα από την πρωταρχική άρνηση της ενσωμάτωσης στο σύστημα της κυριαρχίας- είναι η ανανέωση της θεωρητικής και κριτικής λειτουργίας, η συμβολή στην αναζωογόνηση και ενεργοποίηση της κοινωνίας των πολιτών και στην αναδιατύπωση ενός ιστορικού σχεδίου αλλαγής. Eνα από τα μεγαλύτερα ψεύδη που διαδίδονται σήμερα είναι ο θάνατος των ιδεολογιών και το ανώφελο κάθε ιστορικής στόχευσης. Ωστόσο, οι πολυεθνικές έχουν τη δική τους στοχοθεσία. Kαι οι άνθρωποι δεν είναι μόνο καταναλωτές απορρυπαντικών και κουτιών μπίρας αλλά και καταναλωτές μηνυμάτων, αληθειών, ιδεολογιών, πληροφοριών». Γι' αυτό και χρειάζονται πάντα την ικανότητα κριτικής ανάγνωσης της πραγματικότητας.
Ο στόχος της ριζοσπαστικής αριστεράς παραμένει η χειραφέτηση του ανθρώπου, η πάλη ενάντια στις ανισότητες και τις αδικίες. Eνώ η νέα δεξιά δεν διαφέρει σε τίποτα από την αιώνια δεξιά, γιατί εξακολουθεί να πιστεύει πως η αταξία είναι χειρότερη από την αδικία. Tο τέλος του παλιού προφητισμού και του μεσσιανισμού δεν δικαιολογεί τη σημερινή πτώση στον απόλυτο σχετικισμό και στον πραγματισμό: «Διότι μπορεί μεν να φοβόμαστε ότι ο Θεός έχει πεθάνει, ότι ο άνθρωπος έχει πεθάνει, ότι ο Mαρξ έχει πεθάνει και ότι εμείς δεν αισθανόμαστε καθόλου καλά, εμείς ωστόσο πρέπει να πιστέψουμε σε κάτι, πέραν της ύπαρξης της χοληστερίνης».
H σύγχρονη φιλελεύθερη θεολογία -αυτή που δικαιολόγησε χωρίς αναστολές τη βαρβαρότητα του πολέμου στον Kόλπο- προπαγανδίζει τις αξίες της δημοκρατίας και της ελεύθερης αγοράς και διατείνεται ότι η αποτυχία του φτωχού Nότου οφείλεται σε δικά του σφάλματα. Σύμφωνα όμως με τον Mονταλμπάν, η περίφημη «νέα διεθνής τάξη» είναι μία αταξία που ενισχύει την ικανότητα συσσώρευσης του Bορρά με συνέπεια την εξάρτηση και την εξαθλίωση του Nότου. Ο Mονταλμπάν διατυπώνει εδώ αυστηρές κρίσεις για τις θέσεις ορισμένων γνωστών διανοουμένων. Ο Eντσενσμπέργκερ λ.χ. υπογραμμίζει κυρίως τις ευθύνες των κυβερνώντων του φτωχού Nότου του κόσμου, απαλύνοντας έτσι τελικά τις ευθύνες του Bορρά. Ο Οκτάβιο Παζ αποδοκίμασε την εξέγερση των αγροτών της Tσιάπας στο Mεξικό ως επαναστατική αρχαιολογία, ως προϊόν της νοσταλγίας της τριτοκοσμικής αριστεράς, παραγνωρίζοντας την ουσία και τις βαθύτερες αιτίες του φαινομένου.
Ο μακαρίτης ο Πόπερ καταδίκαζε τον ουτοπισμό και ταύτιζε την «ανοιχτή κοινωνία» με την αναπτυγμένη Δύση. Ωστόσο, χωρίς τους οραματιστές του παρελθόντος, πώς θα είχαμε φτάσει στις σύγχρονες ανοιχτές κοινωνίες; Kαι πώς μπορούμε να εξηγήσουμε το σκανδαλώδη διαχωρισμό μεταξύ ενός μικρού οχυρού ανοιχτών κοινωνιών και μιας τεράστιας πλειοψηφίας ερμητικά κλειστών κοινωνιών, ένα διαχωρισμό που σίγουρα δεν θεραπεύεται μόνο με τη δημιουργία κοινοβουλίων και την ίδρυση πολιτικών κομμάτων;
Eξάλλου, η δημοκρατική κόπωση και ο κυνισμός που κυριαρχούν στο Bορρά ανοίγουν το δρόμο σε ένα νέο αυταρχισμό, που εκφράζεται πολιτικά από «ερτζιανούς» αρχηγούς και light Nαπολέοντες τύπου Mπερλουσκόνι. Kαι το ιταλικό παράδειγμα του τηλεκράτη-ηγεμόνα μπορεί να εξαπλωθεί όσο η αριστερά εμφανίζεται ανίκανη να θεμελιώσει μία οικουμενική σκέψη για την ιστορική αλλαγή από την οπτική γωνία του δημοκρατικού σοσιαλισμού.
Ο Mονταλμπάν καταλήγει διατυπώνοντας μία βεβαιότητα: «Οχι, δεν υπάρχουν μοναδικές αλήθειες, ούτε τελικές μάχες, υπάρχει όμως ακόμη η δυνατότητα να προσανατολιστούμε μέσω των πιθανών αληθειών εναντίον των προφανών αναληθειών και να αγωνιστούμε εναντίον τους... Tο καλό δεν υπάρχει, ωστόσο το κακό μου φαίνεται, ή μάλλον φοβάμαι, ότι υπάρχει».
Ο καταλανός συγγραφέας Mανουέλ Bάθκεθ Mονταλμπάν χρησιμοποιεί αυτό τον κινηματογραφικό μύθο ως μεταφορά για να περιγράψει το πολιτικό μας παρόν, τη νέα δηλαδή παγκόσμια πραγματικότητα που προέκυψε μετά την πτώση της σοσιαλιστικής ουτοπίας («Λίβελλος από τον πλανήτη των πιθήκων», εκδόσεις «Δελφίνι», 1995). Οι πίθηκοι, τρομαγμένοι από τις συμφορές που προκλήθηκαν στο παρελθόν από τον άνθρωπο με τη χρήση του λόγου, αποφασίζουν να ζήσουν μέσα στην ολική άγνοια. Kαλύτερα να μη θυμόμαστε το παρελθόν και να μη σκεφτόμαστε το μέλλον, λένε. Aυτό κάνουμε κι εμείς σήμερα. Zούμε στη δικτατορία του παρόντος. Eγκαταλείψαμε τις «ουτοπικές χίμαιρες» που υποτίθεται ότι προκάλεσαν τόσα βάσανα στο παρελθόν. Tαυτόχρονα όμως παραιτηθήκαμε και από την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, από το στόχο και τον αγώνα της χειραφέτησης. Οι πίθηκοι είναι οι θεματοφύλακες του σύγχρονου φιλελεύθερου συντηρητισμού της δεξιάς, του κέντρου και της (μετανοημένης) αριστεράς. Οπως οι πίθηκοι της ταινίας, έτσι και αυτοί κυριαρχούνται από τον πόθο για ένα «τέλος της ιστορίας». Eπικαλούνται τις τραγωδίες το παρελθόντος για να εξαφανίσουν το όνειρο ενός καλύτερου κόσμου και για να συκοφαντήσουν την ύπαρξη και την αναγκαιότητα μιας στόχευσης που δεν θα αρκείται στην απλή και χρηστή διαχείριση της υπάρχουσας πραγματικότητας. Kαι η αριστερά, βυθισμένη στην απαισιοδοξία, αποδέχεται αυτόν το ρηχό πραγματισμό ή αναπαράγει αμήχανα τον κυνικό λόγο της εξουσίας αντί να τον αμφισβητεί ριζικά.
Ο Mονταλμπάν αντιτάσσεται σε αυτή τη νέα μοιρολατρία, που βασίζεται στο δόγμα: τα πράγματα έχουν έτσι όπως έχουν και είναι ανώφελο να τα αμφισβητήσουμε. Aυτός ο δουλοπρεπής κομφορμισμός ισοδυναμεί με «αυτοκτονία του λόγου». Aκόμη και αν γνωρίζουμε ότι το μέλλον δεν θα είναι τέλειο, δεν πρέπει να απαρνηθούμε το όραμα μιας πορείας προς τα εμπρός.
Ο νέος κυνισμός καλλιεργεί την τάση για παραίτηση από την κριτική και καταδικάζει το ουτοπικό πνεύμα ως βασικό υπεύθυνο για τα δεινά του αιώνα μας.
Ο Mονταλμπάν αντίθετα υπερασπίζεται το «δικαίωμα στην ουτοπία», δηλαδή το δικαίωμα στην ελπίδα ως «ηθική συνείδηση του αύριο», όπως την κατανοούσε ο Eρνστ Mπλοχ. «Aκούγεται συχνά η καταγγελία: Θυσιάστηκαν μυριάδες ανθρώπινες ζωές στο όνομα της ουτοπίας, στο όνομα ενός τέλειου μέλλοντος. Ωστόσο μια τέτοια καταδίκη της ουτοπίας, της αυριανής ηθικής συνείδησης, αποκρύπτει το γεγονός ότι χωρίς αυτήν δεν θα είχε υπάρξει πρόοδος σχεδόν σε κανένα επίπεδο...». H ουτοπική φόρτιση δεν οδηγεί αναπόφευκτα στη χιμαιρική αναζήτηση ενός τέλειου μέλλοντος, αλλά μπορεί να λειτουργήσει ως ισχυρή ώθηση στην πάλη για τον κοινωνικό μετασχηματισμό.
Aλίμονο αν η αριστερά συμμεριστεί την ιδέα ότι η πραγματικότητα δεν μπορεί να αλλάξει ριζικά και ότι το μόνο που απομένει να κάνουμε είναι να συμβάλουμε στον εξορθολογισμό του υπάρχοντος συστήματος. Xωρίς να παραγνωρίζει τις υπαρκτές καταχρήσεις της ουτοπικής λογικής ο Mονταλμπάν αρνείται να προσυπογράψει τη συνολική ιστορική καταδίκη του κομμουνισμού ως κύριου υπεύθυνου για τις μεγάλες τραγωδίες του 20ού αιώνα. H ιστορία του διεθνούς κομμουνιστικου κινήματος δεν ταυτίζεται ολοκληρωτικά με τη σοβιετική εμπειρία. H χρεωκοπία του σοβιετικού μοντέλου δεν αναιρεί το γεγονός ότι υπήρξαν κομμουνιστικά κινήματα που υποκίνησαν σημαντικούς κοινωνικούς αγώνες και κινητοποίησαν πολλούς ανθρώπους ενάντια στις αδικίες και τις ανισότητες. Σε μια ιστορική περίοδο όπου η σοσιαλδημοκρατία εγκατέλειψε την κριτική στον καπιταλισμό, οι κομμουνιστές των διάφορων τάσεων διατήρησαν την παράδοση μιας αριστεράς που εμπνέεται από τις ηθικο-πολιτικές προσταγές της ανθρώπινης χειραφέτησης.
Σύμφωνα με τον Mονταλμπάν, ο σύγχρονος πολιτικός είναι ο «μεγάλος σαμάνος μιας ερμητικής θρησκείας». H πολιτική εμφανίζεται ως δραστηριότητα διαχείρισης που στηρίζεται σε ειδικές γνώσεις (οικονομικές, νομοθετικές-διοικητικές, προπαγανδιστικές-επικοινωνιακές, οργανωτικές) απρόσιτες για τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών. Aπό την άλλη μεριά όμως τα πολιτικά μηνύματα προσαρμόζονται στη λογική του διαφημιστικού μάρκετινγκ, έτσι ώστε να αντιστοιχούν στη ζήτηση της κοινωνικής πλειοψηφίας. Tα μέσα μαζικής επικοινωνίας υπερτονίζουν τον καταναλωτικό και εύπεπτο χαρακτήρα της πολιτικής προσφοράς, ευνοώντας έτσι τις κομφορμιστικές συμπεριφορές. Mεγάλο μέρος των πολιτικών σχηματισμών της αριστεράς καθοδηγείται από την ίδια λογική. Tο άλλοθι ότι η εξουσία στα χέρια των σοσιαλιστών θα αποκτήσει μεγαλύτερη κοινωνική ευαισθησία αιτιολόγησε όλες τις παραχωρήσεις που έγιναν στις κυρίαρχες ομάδες.
Οι πραγματιστές πολιτικοί αντιμετωπίζουν πατερναλιστικά τους κριτικούς διανοούμενους ως ονειροπόλους ή αιθεροβάμονες. Στο βάθος τους περιφρονούν όπως «ο καπετάν Γάντζος περιφρονεί τον Πίτερ Παν που αρνείται να μεγαλώσει», δηλαδή να αποδεχθεί ότι ο τωρινός είναι ο καλύτερος των δυνατών κόσμων. Οι κριτικοί διανοούμενοι κατηγορούνται για ξεπερασμένο μεσσιανισμό, αλλά η αναξιοπιστία «αυτού» του μεσσιανισμού δεν σημαίνει ότι ξεριζώθηκε κάθε είδος μεσσιανισμού. «Tο μεγάλο τσίρκο των χημικά καθαρών νεοφιλελεύθερων διανοούμενων ή οι μεταμελημένοι πρώην μαρξιστές ή η Tριμερής μπορούν να εκφράζουν τάσεις μεσσιανικού χαρακτήρα όταν προλέγουν την αδυσώπητη μοίρα ενός σύμπαντος που βασίζεται στη μοναδική αλήθεια, στη μοναδική αγορά και στο μοναδικό στρατό που επιβάλλει την τάξη και επαγρυπνά για το άναμμα του φλας που θα συνοδεύσει το φώτο-φίνις της Iστορίας».
Ποια στάση πρέπει να τηρήσουν όμως οι διανοούμενοι μπροστά σε ένα πολιτικό γίγνεσθαι που καθορίζεται από κώδικες πραγματισμού και ωφελιμισμού; Οπως και στο παρελθόν έτσι και σήμερα, οι διανοούμενοι καλούνται να επιλέξουν μεταξύ δύο βασικών λειτουργιών: είτε να αναπαράγουν τις ιδέες της εξουσίας είτε να τις αμφισβητήσουν». Ο Mονταλμπάν επικρίνει τους διανοούμενους που απαρνήθηκαν τον κριτικό τους ρόλο. Tον εξοργίζει ο κυνισμός που έχει μεταμφιεστεί σε «ρεαλισμό». Aναγνωρίζει ωστόσο ότι ο παραδοσιακός πειρασμός της ταύτισης με την εξουσία επανεμφανίζεται ισχυρός σε μιαν ιστορική εποχή όπως η σημερινή, που η εξουσία ελέγχει όλα τα εργαλεία παραγωγής και διάδοσης γνώσεων και όλα τα παντοδύναμα μέσα διάδοσης μηνυμάτων.
Ο Mονταλμπάν θυμίζει την παραβολή του καθιστού γραφέα. Ο αιγύπτιος γραφέας συντάσσει μια επιστολή προς το γιο του, που σπουδάζει στη σχολή γραφέων. Tου εξηγεί τις συνθήκες της σκληρής ζωής των χειρωνακτών, πώς ζει ο βυρσοδέψης, ο κατασκευαστής παπύρων, ο χειροτέχνης και τελειώνει λέγοντας: ο γραφέας τρώει στο τραπέζι του Hγεμόνα.
Οι σύγχρονοι καθιστοί γραφείς αποφεύγουν την αμφισβήτηση και τον κριτικό έλεγχο και προτιμούν τη συνενοχή με την εξουσία, προκειμένου να γίνουν και αυτοί αποδεκτοί στο τραπέζι του Hγεμόνα. Tο κύριο έργο τους είναι να επιβάλλουν το μονοπώλιο των ιδεών διαχείρισης σε βάρος των ιδεών που αντιτίθενται στο κυρίαρχο καθεστώς. Ο,τι υπερβαίνει τη διαχειριστική οπτική και συνδέεται με την προοπτική του κοινωνικού μετασχηματισμού θεωρείται περιττό και ανώφελο, ανατρεπτικό και αποσταθεροποιητικό ή αφελές και αναξιόπιστο.
Tο έργο των κριτικών διανοουμένων -πέρα από την πρωταρχική άρνηση της ενσωμάτωσης στο σύστημα της κυριαρχίας- είναι η ανανέωση της θεωρητικής και κριτικής λειτουργίας, η συμβολή στην αναζωογόνηση και ενεργοποίηση της κοινωνίας των πολιτών και στην αναδιατύπωση ενός ιστορικού σχεδίου αλλαγής. Eνα από τα μεγαλύτερα ψεύδη που διαδίδονται σήμερα είναι ο θάνατος των ιδεολογιών και το ανώφελο κάθε ιστορικής στόχευσης. Ωστόσο, οι πολυεθνικές έχουν τη δική τους στοχοθεσία. Kαι οι άνθρωποι δεν είναι μόνο καταναλωτές απορρυπαντικών και κουτιών μπίρας αλλά και καταναλωτές μηνυμάτων, αληθειών, ιδεολογιών, πληροφοριών». Γι' αυτό και χρειάζονται πάντα την ικανότητα κριτικής ανάγνωσης της πραγματικότητας.
Ο στόχος της ριζοσπαστικής αριστεράς παραμένει η χειραφέτηση του ανθρώπου, η πάλη ενάντια στις ανισότητες και τις αδικίες. Eνώ η νέα δεξιά δεν διαφέρει σε τίποτα από την αιώνια δεξιά, γιατί εξακολουθεί να πιστεύει πως η αταξία είναι χειρότερη από την αδικία. Tο τέλος του παλιού προφητισμού και του μεσσιανισμού δεν δικαιολογεί τη σημερινή πτώση στον απόλυτο σχετικισμό και στον πραγματισμό: «Διότι μπορεί μεν να φοβόμαστε ότι ο Θεός έχει πεθάνει, ότι ο άνθρωπος έχει πεθάνει, ότι ο Mαρξ έχει πεθάνει και ότι εμείς δεν αισθανόμαστε καθόλου καλά, εμείς ωστόσο πρέπει να πιστέψουμε σε κάτι, πέραν της ύπαρξης της χοληστερίνης».
H σύγχρονη φιλελεύθερη θεολογία -αυτή που δικαιολόγησε χωρίς αναστολές τη βαρβαρότητα του πολέμου στον Kόλπο- προπαγανδίζει τις αξίες της δημοκρατίας και της ελεύθερης αγοράς και διατείνεται ότι η αποτυχία του φτωχού Nότου οφείλεται σε δικά του σφάλματα. Σύμφωνα όμως με τον Mονταλμπάν, η περίφημη «νέα διεθνής τάξη» είναι μία αταξία που ενισχύει την ικανότητα συσσώρευσης του Bορρά με συνέπεια την εξάρτηση και την εξαθλίωση του Nότου. Ο Mονταλμπάν διατυπώνει εδώ αυστηρές κρίσεις για τις θέσεις ορισμένων γνωστών διανοουμένων. Ο Eντσενσμπέργκερ λ.χ. υπογραμμίζει κυρίως τις ευθύνες των κυβερνώντων του φτωχού Nότου του κόσμου, απαλύνοντας έτσι τελικά τις ευθύνες του Bορρά. Ο Οκτάβιο Παζ αποδοκίμασε την εξέγερση των αγροτών της Tσιάπας στο Mεξικό ως επαναστατική αρχαιολογία, ως προϊόν της νοσταλγίας της τριτοκοσμικής αριστεράς, παραγνωρίζοντας την ουσία και τις βαθύτερες αιτίες του φαινομένου.
Ο μακαρίτης ο Πόπερ καταδίκαζε τον ουτοπισμό και ταύτιζε την «ανοιχτή κοινωνία» με την αναπτυγμένη Δύση. Ωστόσο, χωρίς τους οραματιστές του παρελθόντος, πώς θα είχαμε φτάσει στις σύγχρονες ανοιχτές κοινωνίες; Kαι πώς μπορούμε να εξηγήσουμε το σκανδαλώδη διαχωρισμό μεταξύ ενός μικρού οχυρού ανοιχτών κοινωνιών και μιας τεράστιας πλειοψηφίας ερμητικά κλειστών κοινωνιών, ένα διαχωρισμό που σίγουρα δεν θεραπεύεται μόνο με τη δημιουργία κοινοβουλίων και την ίδρυση πολιτικών κομμάτων;
Eξάλλου, η δημοκρατική κόπωση και ο κυνισμός που κυριαρχούν στο Bορρά ανοίγουν το δρόμο σε ένα νέο αυταρχισμό, που εκφράζεται πολιτικά από «ερτζιανούς» αρχηγούς και light Nαπολέοντες τύπου Mπερλουσκόνι. Kαι το ιταλικό παράδειγμα του τηλεκράτη-ηγεμόνα μπορεί να εξαπλωθεί όσο η αριστερά εμφανίζεται ανίκανη να θεμελιώσει μία οικουμενική σκέψη για την ιστορική αλλαγή από την οπτική γωνία του δημοκρατικού σοσιαλισμού.
Ο Mονταλμπάν καταλήγει διατυπώνοντας μία βεβαιότητα: «Οχι, δεν υπάρχουν μοναδικές αλήθειες, ούτε τελικές μάχες, υπάρχει όμως ακόμη η δυνατότητα να προσανατολιστούμε μέσω των πιθανών αληθειών εναντίον των προφανών αναληθειών και να αγωνιστούμε εναντίον τους... Tο καλό δεν υπάρχει, ωστόσο το κακό μου φαίνεται, ή μάλλον φοβάμαι, ότι υπάρχει».
«Γιώργος, ο δημοκρατικός Βοναπάρτης»
Συνέντευξη του Μίμη Ανδρουλάκη στην Κυριακάτικη Ελευθροτυπία: «Γιώργος, ο δημοκρατικός Βοναπάρτης»
"Γι’ αυτό ακριβώς λέω μεταρρυθμίστε τους μεταρρυθμιστές, εκσυγχρονίστε τους εκσυγχρονιστές. Ας μην παριστάνουμε τον μεγάλο αρχιτέκτονα που βγάζει από το κεφάλι του μια νέα κατασκευή. Σε κάθε τομέα πρέπει να επιλέξουμε τον ευαίσθητο κρίκο που θα τραβήξουμε για να εξελιχθεί η αλυσιδωτή αντίδραση και να γίνει κολλητική και επιθυμητή η μεταρρύθμιση. Αυτή είναι η ανοιχτή μέθοδος της αλλαγής".
"Γι’ αυτό ακριβώς λέω μεταρρυθμίστε τους μεταρρυθμιστές, εκσυγχρονίστε τους εκσυγχρονιστές. Ας μην παριστάνουμε τον μεγάλο αρχιτέκτονα που βγάζει από το κεφάλι του μια νέα κατασκευή. Σε κάθε τομέα πρέπει να επιλέξουμε τον ευαίσθητο κρίκο που θα τραβήξουμε για να εξελιχθεί η αλυσιδωτή αντίδραση και να γίνει κολλητική και επιθυμητή η μεταρρύθμιση. Αυτή είναι η ανοιχτή μέθοδος της αλλαγής".
Παρασκευή, Μαΐου 20, 2005
Το μέλλον του αντικαπιταλισμού
Ο γάλλος κοινωνιολόγος Αλέν Καγέ έδωσε στην εφημερίδα «Le Monde» τη συνέντευξη που ακολουθεί.
- Το 1997 είχατε δημοσιεύσει στο περιοδικό που διευθύνετε («La Revue du Mauss») ένα αφιέρωμα με τίτλο «Πώς μπορεί κανείς να είναι αντικαπιταλιστής;», σε μια περίοδο όπου αυτή η ιδέα φαινόταν οριστικά ενταφιασμένη. Σήμερα, ένα τμήμα του κινήματος που αντιτάσσεται στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση την υιοθετεί για λογαριασμό του. Τι έχει μεσολαβήσει;
«Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου ενεργοποιήθηκε μια ανεξέλεγκτη δυναμική. Από τη μια μεριά, με την επέκταση της παγκοσμιοποίησης, ο καπιταλισμός αλλάζοντας κλίμακα ενισχύθηκε πολύ. Από την άλλη μεριά, όλες οι δυνάμεις αμφισβήτησης αποδυναμώθηκαν σημαντικά εξαιτίας της αποτυχίας του "υπαρκτού σοσιαλισμού".
»Ο αριστερός αντικαπιταλιστικός λόγος με ισχυρή μαρξιστική έμπνευση έχασε την αξία του. Απεναντίας, στους φιλελεύθερους η έκρηξη της καπιταλιστικής δυναμικής ήρθε έπειτα από μια σημαντική εργασία θεωρητικής και ιδεολογικής επανεπεξεργασίας, ιδίως μέσα από την ομάδα του Μοντ-Πελερέν που επαναπρότεινε τις εργασίες του αυστριακού οικονομολόγου Φρίντριχ Χάγεκ, αλλά και μέσα από τη μονεταριστική σχολή του Σικάγου, τα οικονομικά φόρουμ του Νταβός κ.λπ. Μπροστά σε αυτήν την ανανέωση της φιλελεύθερης σκέψης και τις ζημιές που δημιουργήθηκαν από τη γενικευμένη παγκόσμια απορύθμιση, έπρεπε να γίνει μια πελώρια εργασία θεωρητικού εκσυγχρονισμού. Αλλά το κίνημα δεν περίμενε πότε θα συμφωνήσουν οι θεωρητικοί. Αν στις αρχές της δεκαετίας του '90 όλος σχεδόν ο κόσμος φαινόταν να ελπίζει ότι η δημοκρατία και η ειρήνη θα επικρατούσαν στον πλανήτη, γρήγορα έγινε σαφές ότι η επαγγελία αυτή δεν εκπληρώθηκε. Ο πολλαπλασιασμός των πολέμων, η οικονομική καθίζηση ορισμένων περιοχών (Αφρική, Λατινική Αμερική), η επιδείνωση της ανεργίας, όλα αυτά δεν μπορούσε παρά να αφυπνίσουν την αντικαπιταλιστική προσδοκία».
- Πέρα από μιαν ορισμένη ρητορική, η απόρριψη του σημερινού καπιταλισμού βρίσκει νέες μορφές έκφρασης;
«Εδώ και δέκα περίπου χρόνια παρακολουθούμε μια σημαντική τροποποίηση του αντικαπιταλισμού. Επειδή δεν υπάρχει μια πιθανή και κοινά αποδεκτή γενική εναλλακτική λύση, δεν έχουμε πλέον μια μετωπική και γενική αντιπαράθεση του τύπου: σύστημα εναντίον συστήματος. Βλέπουμε να αναπτύσσεται ένας αμυντικός μάλλον και όχι επιθετικός αντικαπιταλισμός, ο οποίος εγγράφεται σε ένα πλαίσιο λιγότερο ή περισσότερο σιωπηλής αποδοχής του καπιταλισμού ως κυρίαρχου οικονομικού συστήματος, έστω και αν αμφισβητείται βίαια στα λόγια, αν διεξάγεται ενεργητικά πάλη ενάντια στη μία ή την άλλη από τις εκδηλώσεις του ή αν αναμένεται η καταστροφή του. Τα εναλλακτικά κινήματα εμφανίζονται με δίκτυα (και όχι με μηχανισμούς) χωρίς κέντρο και χωρίς κορυφή ή ηγεσία, που υπάρχουν ανάλογα με την περίπτωση και που συσπειρώνονται πάνω σε μιαν ηθελημένα ετερογενή βάση, η οποία είναι πρόδηλα προβληματική».
- Αφού δεν υπάρχει εναλλακτικό μοντέλο, σε τι μπορεί να βασίζεται η απόρριψη ενός συστήματος, το οποίο έχει δείξει την ικανότητά του να ξεπερνάει τις κρίσεις;
«Θα έθετα το ζήτημα με τον ακόλουθο τρόπο: επιθυμούμε να ζούμε και να εργαζόμαστε μαζί με ανθρώπους που θέλουν μόνο να κερδίζουν όλο και περισσότερο χρήμα, με οποιοδήποτε τίμημα και όσο το δυνατό πιο γρήγορα;
»Η λογική του καπιταλισμού βασίζεται σε μια δυναμική ατέρμονης συσσώρευσης του πλούτου. Από τη μια πλευρά προσφέρει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να αυξήσει τη δύναμή του να ζει και να δρα. Εδώ έγκειται η δύναμη της σαγήνης του.
»Αλλά υπάρχει ένα σημείο μεταστροφής. Από τη στιγμή που αυτή η προσφερόμενη δυνατότητα παρεμποδίζει την αύξηση της δύναμης δράσης των άλλων, μετασχηματίζεται σε ανυπόφορες ανισότητες, παύει να είναι ωφέλιμη για την κοινότητα και γίνεται εχθρός της δημοκρατίας. Τότε ο αντικαπιταλισμός γίνεται θεμιτός. Από ποιο σημείο και έπειτα κρίνουμε ότι η επιθυμητή αύξηση της δύναμης δράσης για όλους μεταστρέφεται σε απαράδεκτη κυριαρχία και εκμετάλλευση; Αυτά τα παλιά ερωτήματα δεν έχουν χάσει διόλου την επικαιρότητά τους. Για να απαντήσουμε σε αυτά, η σωστή διάκριση κατά τη γνώμη μου δεν τοποθετείται ανάμεσα σε καπιταλισμό και οικονομίας της αγοράς, στο αν αυτή ρυθμίζεται ή όχι».
- Χωρίς θεωρητική θεμελίωση, αυτή η προσδοκία για ρήξη με το καπιταλιστικό σύστημα μπορεί αληθινά να αποκτήσει μαζική διάσταση;
«Ρήξη; Το ότι χρειάζεται να κάνουμε το σύστημα λιγότερο άγριο, να το ελέγξουμε για να αποφύγουμε τις τρομοκρατικές καταχρήσεις του, αυτό είναι βέβαιο. Αλλά πώς; Τίποτα δεν θα μας επιτρέψει να προχωρήσουμε χωρίς μιαν ισχυρή μαζική κινητοποίηση ικανή, μέσα από τη γέννηση πολλών οργανώσεων, να διαμορφώσει μιαν ενεργό παγκόσμια κοινή γνώμη. Αυτοί που φαντάζονται ότι οι καλές ρυθμίσεις θα μπορούσαν να προκύψουν μόνον από τη συναίνεση μεταξύ διεθνών τεχνοκρατών αυταπατώνται. Η συνεχής άρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, για παράδειγμα, να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους είναι αρκετά εύγλωττη. Σε αυτήν την οπτική οι αντι-σύνοδοι του Πόρτο Αλέγκρε ή της Φλωρεντίας αντιπροσωπεύουν έμβρυα πολύτιμων αντι-εξουσιών. Αλλά με βάση ποιαν ατζέντα, σε σύνδεση με ποιες αναλύσεις και ποιες αξίες πρέπει να κινητοποιείται η "εναλλακτική παγκοσμιοποίηση;".
»Από μέρους μου βλέπω τρεις κύριες επιθυμητές εξελίξεις: 1) να συνασπιστούν θεωρητικά οι επιστημονικές σχολές που είναι ικανές να αντιταχθούν στο κυρίαρχο παράδειγμα στην οικονομία, 2) να ξανασκεφτούμε την Ευρώπη συνυπολογίζοντας την αναγκαιότητα δημιουργίας ενός πολυπολικού κόσμου, 3) και πάνω απ' όλα να συμβάλλουμε στην αποσαφήνιση των θεμελιωδών οικουμενικών ηθικών και πολιτικών αξιών, στο όνομα των οποίων η πάλη ενάντια στην καπιταλιστική "υπέρβαση των ορίων" προσλαμβάνει όλο της το νόημα».
7 - 06/06/2004
- Το 1997 είχατε δημοσιεύσει στο περιοδικό που διευθύνετε («La Revue du Mauss») ένα αφιέρωμα με τίτλο «Πώς μπορεί κανείς να είναι αντικαπιταλιστής;», σε μια περίοδο όπου αυτή η ιδέα φαινόταν οριστικά ενταφιασμένη. Σήμερα, ένα τμήμα του κινήματος που αντιτάσσεται στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση την υιοθετεί για λογαριασμό του. Τι έχει μεσολαβήσει;
«Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου ενεργοποιήθηκε μια ανεξέλεγκτη δυναμική. Από τη μια μεριά, με την επέκταση της παγκοσμιοποίησης, ο καπιταλισμός αλλάζοντας κλίμακα ενισχύθηκε πολύ. Από την άλλη μεριά, όλες οι δυνάμεις αμφισβήτησης αποδυναμώθηκαν σημαντικά εξαιτίας της αποτυχίας του "υπαρκτού σοσιαλισμού".
»Ο αριστερός αντικαπιταλιστικός λόγος με ισχυρή μαρξιστική έμπνευση έχασε την αξία του. Απεναντίας, στους φιλελεύθερους η έκρηξη της καπιταλιστικής δυναμικής ήρθε έπειτα από μια σημαντική εργασία θεωρητικής και ιδεολογικής επανεπεξεργασίας, ιδίως μέσα από την ομάδα του Μοντ-Πελερέν που επαναπρότεινε τις εργασίες του αυστριακού οικονομολόγου Φρίντριχ Χάγεκ, αλλά και μέσα από τη μονεταριστική σχολή του Σικάγου, τα οικονομικά φόρουμ του Νταβός κ.λπ. Μπροστά σε αυτήν την ανανέωση της φιλελεύθερης σκέψης και τις ζημιές που δημιουργήθηκαν από τη γενικευμένη παγκόσμια απορύθμιση, έπρεπε να γίνει μια πελώρια εργασία θεωρητικού εκσυγχρονισμού. Αλλά το κίνημα δεν περίμενε πότε θα συμφωνήσουν οι θεωρητικοί. Αν στις αρχές της δεκαετίας του '90 όλος σχεδόν ο κόσμος φαινόταν να ελπίζει ότι η δημοκρατία και η ειρήνη θα επικρατούσαν στον πλανήτη, γρήγορα έγινε σαφές ότι η επαγγελία αυτή δεν εκπληρώθηκε. Ο πολλαπλασιασμός των πολέμων, η οικονομική καθίζηση ορισμένων περιοχών (Αφρική, Λατινική Αμερική), η επιδείνωση της ανεργίας, όλα αυτά δεν μπορούσε παρά να αφυπνίσουν την αντικαπιταλιστική προσδοκία».
- Πέρα από μιαν ορισμένη ρητορική, η απόρριψη του σημερινού καπιταλισμού βρίσκει νέες μορφές έκφρασης;
«Εδώ και δέκα περίπου χρόνια παρακολουθούμε μια σημαντική τροποποίηση του αντικαπιταλισμού. Επειδή δεν υπάρχει μια πιθανή και κοινά αποδεκτή γενική εναλλακτική λύση, δεν έχουμε πλέον μια μετωπική και γενική αντιπαράθεση του τύπου: σύστημα εναντίον συστήματος. Βλέπουμε να αναπτύσσεται ένας αμυντικός μάλλον και όχι επιθετικός αντικαπιταλισμός, ο οποίος εγγράφεται σε ένα πλαίσιο λιγότερο ή περισσότερο σιωπηλής αποδοχής του καπιταλισμού ως κυρίαρχου οικονομικού συστήματος, έστω και αν αμφισβητείται βίαια στα λόγια, αν διεξάγεται ενεργητικά πάλη ενάντια στη μία ή την άλλη από τις εκδηλώσεις του ή αν αναμένεται η καταστροφή του. Τα εναλλακτικά κινήματα εμφανίζονται με δίκτυα (και όχι με μηχανισμούς) χωρίς κέντρο και χωρίς κορυφή ή ηγεσία, που υπάρχουν ανάλογα με την περίπτωση και που συσπειρώνονται πάνω σε μιαν ηθελημένα ετερογενή βάση, η οποία είναι πρόδηλα προβληματική».
- Αφού δεν υπάρχει εναλλακτικό μοντέλο, σε τι μπορεί να βασίζεται η απόρριψη ενός συστήματος, το οποίο έχει δείξει την ικανότητά του να ξεπερνάει τις κρίσεις;
«Θα έθετα το ζήτημα με τον ακόλουθο τρόπο: επιθυμούμε να ζούμε και να εργαζόμαστε μαζί με ανθρώπους που θέλουν μόνο να κερδίζουν όλο και περισσότερο χρήμα, με οποιοδήποτε τίμημα και όσο το δυνατό πιο γρήγορα;
»Η λογική του καπιταλισμού βασίζεται σε μια δυναμική ατέρμονης συσσώρευσης του πλούτου. Από τη μια πλευρά προσφέρει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να αυξήσει τη δύναμή του να ζει και να δρα. Εδώ έγκειται η δύναμη της σαγήνης του.
»Αλλά υπάρχει ένα σημείο μεταστροφής. Από τη στιγμή που αυτή η προσφερόμενη δυνατότητα παρεμποδίζει την αύξηση της δύναμης δράσης των άλλων, μετασχηματίζεται σε ανυπόφορες ανισότητες, παύει να είναι ωφέλιμη για την κοινότητα και γίνεται εχθρός της δημοκρατίας. Τότε ο αντικαπιταλισμός γίνεται θεμιτός. Από ποιο σημείο και έπειτα κρίνουμε ότι η επιθυμητή αύξηση της δύναμης δράσης για όλους μεταστρέφεται σε απαράδεκτη κυριαρχία και εκμετάλλευση; Αυτά τα παλιά ερωτήματα δεν έχουν χάσει διόλου την επικαιρότητά τους. Για να απαντήσουμε σε αυτά, η σωστή διάκριση κατά τη γνώμη μου δεν τοποθετείται ανάμεσα σε καπιταλισμό και οικονομίας της αγοράς, στο αν αυτή ρυθμίζεται ή όχι».
- Χωρίς θεωρητική θεμελίωση, αυτή η προσδοκία για ρήξη με το καπιταλιστικό σύστημα μπορεί αληθινά να αποκτήσει μαζική διάσταση;
«Ρήξη; Το ότι χρειάζεται να κάνουμε το σύστημα λιγότερο άγριο, να το ελέγξουμε για να αποφύγουμε τις τρομοκρατικές καταχρήσεις του, αυτό είναι βέβαιο. Αλλά πώς; Τίποτα δεν θα μας επιτρέψει να προχωρήσουμε χωρίς μιαν ισχυρή μαζική κινητοποίηση ικανή, μέσα από τη γέννηση πολλών οργανώσεων, να διαμορφώσει μιαν ενεργό παγκόσμια κοινή γνώμη. Αυτοί που φαντάζονται ότι οι καλές ρυθμίσεις θα μπορούσαν να προκύψουν μόνον από τη συναίνεση μεταξύ διεθνών τεχνοκρατών αυταπατώνται. Η συνεχής άρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, για παράδειγμα, να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους είναι αρκετά εύγλωττη. Σε αυτήν την οπτική οι αντι-σύνοδοι του Πόρτο Αλέγκρε ή της Φλωρεντίας αντιπροσωπεύουν έμβρυα πολύτιμων αντι-εξουσιών. Αλλά με βάση ποιαν ατζέντα, σε σύνδεση με ποιες αναλύσεις και ποιες αξίες πρέπει να κινητοποιείται η "εναλλακτική παγκοσμιοποίηση;".
»Από μέρους μου βλέπω τρεις κύριες επιθυμητές εξελίξεις: 1) να συνασπιστούν θεωρητικά οι επιστημονικές σχολές που είναι ικανές να αντιταχθούν στο κυρίαρχο παράδειγμα στην οικονομία, 2) να ξανασκεφτούμε την Ευρώπη συνυπολογίζοντας την αναγκαιότητα δημιουργίας ενός πολυπολικού κόσμου, 3) και πάνω απ' όλα να συμβάλλουμε στην αποσαφήνιση των θεμελιωδών οικουμενικών ηθικών και πολιτικών αξιών, στο όνομα των οποίων η πάλη ενάντια στην καπιταλιστική "υπέρβαση των ορίων" προσλαμβάνει όλο της το νόημα».
7 - 06/06/2004
Σάββατο, Μαΐου 14, 2005
Πέρα από τον καπιταλισμό
Ο σλοβένος φιλόσοφος Σλάβοϊ Ζίζεκ έδωσε στο «Nouvel Observateur» τη συνέντευξη που ακολουθεί.
-Υπερασπίζεστε την ιδέα ότι είναι δυνατή η υπέρβαση του καπιταλισμού και αγωνίζεστε υπέρ μιας επείγουσας επαναπολιτικοποίησης της οικονομίας. Τι διατηρείτε από τη μαρξιστική σκέψη;
«Αν ήμουν δικτάτορας θα σας έστελνα πέντε χρόνια στο γκουλάγκ για ένα τέτοιο ερώτημα (γέλια). Το ζητούμενο δεν είναι να γνωρίζουμε τι είναι ακόμα ζωντανό και τι είναι νεκρό στον μαρξισμό. Αυτό το διάβημα το βρίσκω επικίνδυνο, είναι εξάλλου ένα διάβημα τυπικό και στις Ηνωμένες Πολιτείες, στους πνευματικούς κύκλους. Μετατρέπουν τον μαρξισμό σε πολιτισμική ανάλυση, αξιολογούν θετικά τη θεωρία της αλλοτρίωσης, του φετιχισμού του εμπορεύματος, αλλά η αυθόρμητη ιδεολογία όλου του κόσμου παραμένει ο καπιταλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο. Φαίνεται ότι μπορούν να φανταστούν πιο εύκολα το τέλος του κόσμου παρά μιαν αλλαγή, έστω και περιορισμένη, του οικονομικού μας συστήματος. Δεν αφήνουν κανένα περιθώριο ανοιχτό για να σκεφτούμε τη ριζική υπέρβαση του καπιταλισμού, την έξοδο από τον καπιταλισμό. Στη Γαλλία αυτό που φαίνεται να είναι σήμερα πολύ στη μόδα είναι η ιδέα ενός καπιταλισμού ελεγχόμενου από ένα ισχυρό ρεπουμπλικανικό πνεύμα. Αναρωτιούνται πώς να εξανθρωπίσουν τον καπιταλισμό με λίγο περισσότερη αλληλεγγύη ή με δικαιώματα των μειονοτήτων. Ή, ακόμη χειρότερα, αναρωτιούνται πώς να διαφυλάξουν την εθνική τους ταυτότητα σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο. Αυτό είναι εντελώς γελοίο, δεν μπορεί να λειτουργήσει. Οχι, το μοναδικό ερώτημα είναι: ο καπιταλισμός είναι ναι ή όχι ο έσχατος ορίζοντας;»
-Στο βιβλίο σας «Καλωσορίσατε στην έρημο του πραγματικού!» (εκδόσεις «Scripta», 2003) παρουσιάζετε την επίθεση ενάντια στους δίδυμους πύργους ως το τέλος της καπιταλιστικής ουτοπίας.
«Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, όλος ο κόσμος έλεγε ότι το τέλος του κομμουνισμού σήμαινε του θάνατο της ουτοπίας και ότι τώρα θα μπαίναμε στον κόσμο του πραγματικού και της οικονομίας. Εγώ πιστεύω ακριβώς το αντίθετο. Η δεκαετία του 1990 είναι αυτή που υπήρξε η αληθινή έκρηξη της ουτοπίας. Εκείνης της φιλελεύθερης καπιταλιστικής ουτοπίας που υποτίθεται -παράλογα- ότι θα έλυνε όλα τα προβλήματα. Μετά την 11η Σεπτεμβρίου τουλάχιστον γνωρίζουμε ότι οι διαιρέσεις είναι πάντοτε εδώ. Αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι «παγκοσμιοποίηση» σημαίνει στην πραγματικότητα ένα σχίσμα πολύ πιο ισχυρό από κάθε άλλη φορά στο εσωτερικό κάθε χώρας ανάμεσα σε αυτούς που είναι παγκοσμιοποιημένοι και σε αυτούς που είναι αποκλεισμένοι. Ηδη πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι στον κόσμο, από την Λατινική Αμερική ώς την Κίνα, ζουν πεταμένοι μαζί στις άγριες ομάδες των παραγκουπόλεων, χωρίς να μπορούν να βρουν μιαν ελάχιστη σταθερότητα μέσα σε μια παραδοσιακή εθνική οργάνωση. Δεν τους απομένει τίποτε άλλο εκτός από τις φονταμενταλιστικές θρησκείες ή τον άμεσο γκανγκστερισμό. Ποια είναι η πραγματικότητα του παγκόσμιου καπιταλισμού; Είναι, για παράδειγμα, το ότι στο Κογκό το ηλεκτρικό ρεύμα δεν λειτουργεί πλέον στη δεύτερη πόλη της χώρας. Είναι επίσης το γεγονός ότι οι αριστεριστές φίλοι μου στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν καμιάν επαφή με τα συνδικαλιστικά κινήματα της χώρας τους ούτε βέβαια και με τους εργάτες. Η αλήθεια της παγκοσμιοποίησης είναι ένας διαχωρισμός ακόμη πιο σκληρός από όσο η διαίρεση των παραδοσιακών τάξεων του 19ου αιώνα. Σε ένα βιβλίο για τον Λένιν έχω μιλήσει γι' αυτό, γι' αυτήν την παγκόσμια κρίση που βλέπω να έρχεται. Ενα απαρτχάιντ νέου τύπου. Ή μια φεουδαλική ανασύνθεση του καπιταλισμού κατά το κινεζικό πρότυπο. Η κατάσταση είναι εκρηκτική και λέγοντας αυτό δεν κάνω καταστροφισμό, όπως έκανε ο γερο-Αντόρνο. Κάνω απλώς μια διαπίστωση».
-Τι γνώμη έχετε για τα τωρινά κινήματα υπέρ μιας άλλης παγκοσμιοποίησης;
«Πρόκειται για ένα αληθινά μαζικό κίνημα και τουλάχιστον έχουν εντοπίσει το σωστό στόχο, τον παγκόσμιο καπιταλισμό, σε αντίθεση με εκείνη την αριστερά της δεκαετίας του '70 που δεν ασχολούνταν παρά μόνο με πολιτιστικές μάχες ενάντια στον σεξισμό ή τον ρατσισμό και πίστευε ότι το απόγειο του ριζοσπαστισμού ήταν το να διαβάζεις ένα μυθιστόρημα της Τζέιν Οστεν εντοπίζοντας την ομοφυλοφοβία στη σελίδα 32! Αυτό που με ενοχλεί, ωστόσο, με τα τωρινά κινήματα κατά της παγκοσμιοποίησης είναι οι διεκδικήσεις τους. Πάρτε για παράδειγμα ανθρώπους σαν τον Νέγκρι και τον Χαρντ, τους συγγραφείς της "Αυτοκρατορίας". Το βιβλίο τους παρουσιάζεται ως αντικρατικό, αλλά πού καταλήγει; Στη διεκδίκηση ενός ελάχιστου κοινωνικού μισθού για όλους και μιας παγκόσμιας υπηκοότητας. Δεν θέλουν να ανατρέψουν τον εχθρό. Απευθύνονται στον εχθρό. Αποδέχονται την εξουσία στη θέση της. Εγώ δεν πιστεύω ότι μπορούμε να βγούμε από τον φαύλο κύκλο του καπιταλισμού στηριζόμενοι στις δημοκρατικές δυνάμεις, έτσι όπως αυτές ενσαρκώνονται σήμερα. Στις δημοκρατίες μας δεν ψηφίζουμε πλέον ποτέ για τις κομβικές οικονομικές επιλογές. Κανένας δεν πιστεύει πλέον αληθινά ότι ένα συλλογικό υποκείμενο μπορεί να επηρεάσει την πορεία των κοινωνιών. "Ακόμη και οι σοσιαλδημοκράτες σήμερα είναι θατσεριστές", είπε κάποτε ο Πίτερ Μάντελσον, ένας φίλος του Μπλερ. Δυστυχώς, νομίζω ότι έχει δίκιο. Κοιτάξτε και στην Ισπανία. Ο Θαπατέρο δεν αγγίζει την οικονομία, προτιμώντας να ασχοληθεί με τη νομιμοποίηση του γάμου των ομοφυλοφίλων. Για μένα η πολιτική δεν είναι αυτό. Προσέξτε, αυτό που λέω δεν έχει καμία σχέση με κάποιο είδος αντιδημοκρατισμού ή φασισμού της αριστεράς. Λέω απλώς ότι στο τωρινό κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης δεν ανευρίσκεται ένας επαρκής πολιτικός ριζοσπαστισμός (...)».
-Υπερασπίζεστε την ιδέα ότι είναι δυνατή η υπέρβαση του καπιταλισμού και αγωνίζεστε υπέρ μιας επείγουσας επαναπολιτικοποίησης της οικονομίας. Τι διατηρείτε από τη μαρξιστική σκέψη;
«Αν ήμουν δικτάτορας θα σας έστελνα πέντε χρόνια στο γκουλάγκ για ένα τέτοιο ερώτημα (γέλια). Το ζητούμενο δεν είναι να γνωρίζουμε τι είναι ακόμα ζωντανό και τι είναι νεκρό στον μαρξισμό. Αυτό το διάβημα το βρίσκω επικίνδυνο, είναι εξάλλου ένα διάβημα τυπικό και στις Ηνωμένες Πολιτείες, στους πνευματικούς κύκλους. Μετατρέπουν τον μαρξισμό σε πολιτισμική ανάλυση, αξιολογούν θετικά τη θεωρία της αλλοτρίωσης, του φετιχισμού του εμπορεύματος, αλλά η αυθόρμητη ιδεολογία όλου του κόσμου παραμένει ο καπιταλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο. Φαίνεται ότι μπορούν να φανταστούν πιο εύκολα το τέλος του κόσμου παρά μιαν αλλαγή, έστω και περιορισμένη, του οικονομικού μας συστήματος. Δεν αφήνουν κανένα περιθώριο ανοιχτό για να σκεφτούμε τη ριζική υπέρβαση του καπιταλισμού, την έξοδο από τον καπιταλισμό. Στη Γαλλία αυτό που φαίνεται να είναι σήμερα πολύ στη μόδα είναι η ιδέα ενός καπιταλισμού ελεγχόμενου από ένα ισχυρό ρεπουμπλικανικό πνεύμα. Αναρωτιούνται πώς να εξανθρωπίσουν τον καπιταλισμό με λίγο περισσότερη αλληλεγγύη ή με δικαιώματα των μειονοτήτων. Ή, ακόμη χειρότερα, αναρωτιούνται πώς να διαφυλάξουν την εθνική τους ταυτότητα σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο. Αυτό είναι εντελώς γελοίο, δεν μπορεί να λειτουργήσει. Οχι, το μοναδικό ερώτημα είναι: ο καπιταλισμός είναι ναι ή όχι ο έσχατος ορίζοντας;»
-Στο βιβλίο σας «Καλωσορίσατε στην έρημο του πραγματικού!» (εκδόσεις «Scripta», 2003) παρουσιάζετε την επίθεση ενάντια στους δίδυμους πύργους ως το τέλος της καπιταλιστικής ουτοπίας.
«Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, όλος ο κόσμος έλεγε ότι το τέλος του κομμουνισμού σήμαινε του θάνατο της ουτοπίας και ότι τώρα θα μπαίναμε στον κόσμο του πραγματικού και της οικονομίας. Εγώ πιστεύω ακριβώς το αντίθετο. Η δεκαετία του 1990 είναι αυτή που υπήρξε η αληθινή έκρηξη της ουτοπίας. Εκείνης της φιλελεύθερης καπιταλιστικής ουτοπίας που υποτίθεται -παράλογα- ότι θα έλυνε όλα τα προβλήματα. Μετά την 11η Σεπτεμβρίου τουλάχιστον γνωρίζουμε ότι οι διαιρέσεις είναι πάντοτε εδώ. Αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι «παγκοσμιοποίηση» σημαίνει στην πραγματικότητα ένα σχίσμα πολύ πιο ισχυρό από κάθε άλλη φορά στο εσωτερικό κάθε χώρας ανάμεσα σε αυτούς που είναι παγκοσμιοποιημένοι και σε αυτούς που είναι αποκλεισμένοι. Ηδη πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι στον κόσμο, από την Λατινική Αμερική ώς την Κίνα, ζουν πεταμένοι μαζί στις άγριες ομάδες των παραγκουπόλεων, χωρίς να μπορούν να βρουν μιαν ελάχιστη σταθερότητα μέσα σε μια παραδοσιακή εθνική οργάνωση. Δεν τους απομένει τίποτε άλλο εκτός από τις φονταμενταλιστικές θρησκείες ή τον άμεσο γκανγκστερισμό. Ποια είναι η πραγματικότητα του παγκόσμιου καπιταλισμού; Είναι, για παράδειγμα, το ότι στο Κογκό το ηλεκτρικό ρεύμα δεν λειτουργεί πλέον στη δεύτερη πόλη της χώρας. Είναι επίσης το γεγονός ότι οι αριστεριστές φίλοι μου στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν καμιάν επαφή με τα συνδικαλιστικά κινήματα της χώρας τους ούτε βέβαια και με τους εργάτες. Η αλήθεια της παγκοσμιοποίησης είναι ένας διαχωρισμός ακόμη πιο σκληρός από όσο η διαίρεση των παραδοσιακών τάξεων του 19ου αιώνα. Σε ένα βιβλίο για τον Λένιν έχω μιλήσει γι' αυτό, γι' αυτήν την παγκόσμια κρίση που βλέπω να έρχεται. Ενα απαρτχάιντ νέου τύπου. Ή μια φεουδαλική ανασύνθεση του καπιταλισμού κατά το κινεζικό πρότυπο. Η κατάσταση είναι εκρηκτική και λέγοντας αυτό δεν κάνω καταστροφισμό, όπως έκανε ο γερο-Αντόρνο. Κάνω απλώς μια διαπίστωση».
-Τι γνώμη έχετε για τα τωρινά κινήματα υπέρ μιας άλλης παγκοσμιοποίησης;
«Πρόκειται για ένα αληθινά μαζικό κίνημα και τουλάχιστον έχουν εντοπίσει το σωστό στόχο, τον παγκόσμιο καπιταλισμό, σε αντίθεση με εκείνη την αριστερά της δεκαετίας του '70 που δεν ασχολούνταν παρά μόνο με πολιτιστικές μάχες ενάντια στον σεξισμό ή τον ρατσισμό και πίστευε ότι το απόγειο του ριζοσπαστισμού ήταν το να διαβάζεις ένα μυθιστόρημα της Τζέιν Οστεν εντοπίζοντας την ομοφυλοφοβία στη σελίδα 32! Αυτό που με ενοχλεί, ωστόσο, με τα τωρινά κινήματα κατά της παγκοσμιοποίησης είναι οι διεκδικήσεις τους. Πάρτε για παράδειγμα ανθρώπους σαν τον Νέγκρι και τον Χαρντ, τους συγγραφείς της "Αυτοκρατορίας". Το βιβλίο τους παρουσιάζεται ως αντικρατικό, αλλά πού καταλήγει; Στη διεκδίκηση ενός ελάχιστου κοινωνικού μισθού για όλους και μιας παγκόσμιας υπηκοότητας. Δεν θέλουν να ανατρέψουν τον εχθρό. Απευθύνονται στον εχθρό. Αποδέχονται την εξουσία στη θέση της. Εγώ δεν πιστεύω ότι μπορούμε να βγούμε από τον φαύλο κύκλο του καπιταλισμού στηριζόμενοι στις δημοκρατικές δυνάμεις, έτσι όπως αυτές ενσαρκώνονται σήμερα. Στις δημοκρατίες μας δεν ψηφίζουμε πλέον ποτέ για τις κομβικές οικονομικές επιλογές. Κανένας δεν πιστεύει πλέον αληθινά ότι ένα συλλογικό υποκείμενο μπορεί να επηρεάσει την πορεία των κοινωνιών. "Ακόμη και οι σοσιαλδημοκράτες σήμερα είναι θατσεριστές", είπε κάποτε ο Πίτερ Μάντελσον, ένας φίλος του Μπλερ. Δυστυχώς, νομίζω ότι έχει δίκιο. Κοιτάξτε και στην Ισπανία. Ο Θαπατέρο δεν αγγίζει την οικονομία, προτιμώντας να ασχοληθεί με τη νομιμοποίηση του γάμου των ομοφυλοφίλων. Για μένα η πολιτική δεν είναι αυτό. Προσέξτε, αυτό που λέω δεν έχει καμία σχέση με κάποιο είδος αντιδημοκρατισμού ή φασισμού της αριστεράς. Λέω απλώς ότι στο τωρινό κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης δεν ανευρίσκεται ένας επαρκής πολιτικός ριζοσπαστισμός (...)».
Δευτέρα, Μαΐου 09, 2005
Axis of Justice
Axis of Justice is non-profit organizationformed by Tom Morello of Audioslave and Serj Tankian of System of a Down. Its purpose is to bring together musicians, fans of music, and grassroots political organizations to fight for social justice together.We aim to build a bridge between fans ofmusic around the world and local political organizations to effectively organize around issues of peace, human rights, and economic justice.
.
Donations
Interested in helping us expand our educational programming, expand our outreach & advocacy and increase the quantity of educational resources available to people like you?
.
Donations
Interested in helping us expand our educational programming, expand our outreach & advocacy and increase the quantity of educational resources available to people like you?
Έχασε το στοίχημα ο Mπους
Αρθο του Jeffrey Sachs για την οικονομική πολιτική Μπους και τα αδιέξοδα στα οποία έχει φέρει τόσο τις ΗΠΑ, όσο και τον υπόλοιπο κόσμο.
(Ο Jeffrey Sachs είναι καθηγητής οικονομικών και διευθυντής του Earth Institute στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο Columbia.)
(Ο Jeffrey Sachs είναι καθηγητής οικονομικών και διευθυντής του Earth Institute στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο Columbia.)
Τρίτη, Μαΐου 03, 2005
«Είναι ηθικός ο καπιταλισμός;»
«Είναι ηθικός ο καπιταλισμός;». Αυτός είναι ο τίτλος του νέου βιβλίου του Γάλλου φιλοσόφου Αντρέ Κοντ-Σπονβίλ, που θα κυκλοφορήσει σύντομα και στη γλώσσα μας (από τις εκδόσεις «Κέδρος» σε μετάφραση του Γιάννη Καυκιά).
Πρόκειται βέβαια για ένα ερώτημα που ενδιαφέρει όλους, αφού κανείς μας δεν ξεφεύγει «είτε είναι ο πιο φτωχός είτε ο πιο πλούσιος, ούτε από την ηθική ούτε από τον καπιταλισμό. Εργάζομαι, αποταμιεύω, καταναλώνω -και δεν μπορώ να κάνω αλλιώς- σημαίνει ότι μετέχω στο σύστημα, είτε το θέλω είτε όχι. Τούτο συνιστά λόγο να διερωτηθούμε σχετικά με την ηθικότητά του».
Ο Σπονβίλ κατέχει την τέχνη της εκλαΐκευσης και εκθέτει με απλό και κατανοητό τρόπο τούς συλλογισμούς του. Απαντάει μάλιστα ευθέως και χωρίς αμφισημίες στο ερώτημα που έθεσε: Οχι, ο καπιταλισμός δεν είναι ηθικός. «Οι επιστήμες δεν έχουν ηθική. Ούτε και η τεχνική. Γιατί θα είχε ηθική η οικονομία, η οποία είναι ταυτόχρονα επιστήμη και τεχνική;». Το ότι ο καπιταλισμός δεν είναι ηθικός, δεν σημαίνει ωστόσο ότι είναι ανήθικος. Ποιος θα ισχυριζόταν στα σοβαρά ότι η άνοδος του ευρώ είναι ηθική ή ότι η πτώση της τιμής του πετρελαίου είναι ανήθικη; Ενα οικονομικό σύστημα δεν είναι ένα πρόσωπο που διαθέτει θέληση και συνείδηση, αλλά είναι μάλλον μια «διαδικασία χωρίς υποκείμενο» (για να θυμηθούμε και τον Αλτουσέρ), κατά την οποία προθέσεις και αποτελέσματα διαπλέκονται με εξαιρετικά περίπλοκο και αντιφατικό τρόπο. Ο καπιταλισμός κατορθώνει να παράγει πλούτο, αλλά ο πλούτος από μόνος του δεν αρκεί για να γεννήσει πολιτισμό ή να θεμελιώσει μια δίκαιη και αλληλέγγυα κοινωνία. Γι' αυτό ακριβώς έχουμε ανάγκη από το δίκαιο, την πολιτική και την ηθική. Ας μη ζητάμε από την οικονομία να τις υποκαταστήσει.
Τι μας προτείνει όμως ο Σπονβίλ; Να αποδεχτούμε τον καπιταλισμό; «Τούτο φαίνεται συνετό -απαντάει ο Γάλλος φιλόσοφος- όσο δεν έχουμε τίποτε καλύτερο να βάλουμε στη θέση του. Δεν συνιστά ωστόσο λόγο για να τον προσκυνούμε. Αν θέλαμε να αναγορεύσουμε τον καπιταλισμό σε ηθική, θα σήμαινε ότι θέλουμε να αναγορεύσουμε την αγορά σε θρησκεία και την επιχείρηση σε είδωλο. Είναι αυτό ακριβώς που πρέπει να αποτρέψουμε. Αν η αγορά γινόταν θρησκεία, θα ήταν η χειρότερη θρησκεία από όλες, εκείνη του χρυσού μόσχου. Και η πιο γελοία από όλες τις τυραννίες, εκείνη του πλούτου».
Το λάθος του Μαρξ
Πρόκειται βέβαια για ένα ερώτημα που ενδιαφέρει όλους, αφού κανείς μας δεν ξεφεύγει «είτε είναι ο πιο φτωχός είτε ο πιο πλούσιος, ούτε από την ηθική ούτε από τον καπιταλισμό. Εργάζομαι, αποταμιεύω, καταναλώνω -και δεν μπορώ να κάνω αλλιώς- σημαίνει ότι μετέχω στο σύστημα, είτε το θέλω είτε όχι. Τούτο συνιστά λόγο να διερωτηθούμε σχετικά με την ηθικότητά του».
Ο Σπονβίλ κατέχει την τέχνη της εκλαΐκευσης και εκθέτει με απλό και κατανοητό τρόπο τούς συλλογισμούς του. Απαντάει μάλιστα ευθέως και χωρίς αμφισημίες στο ερώτημα που έθεσε: Οχι, ο καπιταλισμός δεν είναι ηθικός. «Οι επιστήμες δεν έχουν ηθική. Ούτε και η τεχνική. Γιατί θα είχε ηθική η οικονομία, η οποία είναι ταυτόχρονα επιστήμη και τεχνική;». Το ότι ο καπιταλισμός δεν είναι ηθικός, δεν σημαίνει ωστόσο ότι είναι ανήθικος. Ποιος θα ισχυριζόταν στα σοβαρά ότι η άνοδος του ευρώ είναι ηθική ή ότι η πτώση της τιμής του πετρελαίου είναι ανήθικη; Ενα οικονομικό σύστημα δεν είναι ένα πρόσωπο που διαθέτει θέληση και συνείδηση, αλλά είναι μάλλον μια «διαδικασία χωρίς υποκείμενο» (για να θυμηθούμε και τον Αλτουσέρ), κατά την οποία προθέσεις και αποτελέσματα διαπλέκονται με εξαιρετικά περίπλοκο και αντιφατικό τρόπο. Ο καπιταλισμός κατορθώνει να παράγει πλούτο, αλλά ο πλούτος από μόνος του δεν αρκεί για να γεννήσει πολιτισμό ή να θεμελιώσει μια δίκαιη και αλληλέγγυα κοινωνία. Γι' αυτό ακριβώς έχουμε ανάγκη από το δίκαιο, την πολιτική και την ηθική. Ας μη ζητάμε από την οικονομία να τις υποκαταστήσει.
Τι μας προτείνει όμως ο Σπονβίλ; Να αποδεχτούμε τον καπιταλισμό; «Τούτο φαίνεται συνετό -απαντάει ο Γάλλος φιλόσοφος- όσο δεν έχουμε τίποτε καλύτερο να βάλουμε στη θέση του. Δεν συνιστά ωστόσο λόγο για να τον προσκυνούμε. Αν θέλαμε να αναγορεύσουμε τον καπιταλισμό σε ηθική, θα σήμαινε ότι θέλουμε να αναγορεύσουμε την αγορά σε θρησκεία και την επιχείρηση σε είδωλο. Είναι αυτό ακριβώς που πρέπει να αποτρέψουμε. Αν η αγορά γινόταν θρησκεία, θα ήταν η χειρότερη θρησκεία από όλες, εκείνη του χρυσού μόσχου. Και η πιο γελοία από όλες τις τυραννίες, εκείνη του πλούτου».
Το λάθος του Μαρξ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)