Ο γάλλος κοινωνιολόγος Αλέν Καγέ έδωσε στην εφημερίδα «Le Monde» τη συνέντευξη που ακολουθεί.
- Το 1997 είχατε δημοσιεύσει στο περιοδικό που διευθύνετε («La Revue du Mauss») ένα αφιέρωμα με τίτλο «Πώς μπορεί κανείς να είναι αντικαπιταλιστής;», σε μια περίοδο όπου αυτή η ιδέα φαινόταν οριστικά ενταφιασμένη. Σήμερα, ένα τμήμα του κινήματος που αντιτάσσεται στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση την υιοθετεί για λογαριασμό του. Τι έχει μεσολαβήσει;
«Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου ενεργοποιήθηκε μια ανεξέλεγκτη δυναμική. Από τη μια μεριά, με την επέκταση της παγκοσμιοποίησης, ο καπιταλισμός αλλάζοντας κλίμακα ενισχύθηκε πολύ. Από την άλλη μεριά, όλες οι δυνάμεις αμφισβήτησης αποδυναμώθηκαν σημαντικά εξαιτίας της αποτυχίας του "υπαρκτού σοσιαλισμού".
»Ο αριστερός αντικαπιταλιστικός λόγος με ισχυρή μαρξιστική έμπνευση έχασε την αξία του. Απεναντίας, στους φιλελεύθερους η έκρηξη της καπιταλιστικής δυναμικής ήρθε έπειτα από μια σημαντική εργασία θεωρητικής και ιδεολογικής επανεπεξεργασίας, ιδίως μέσα από την ομάδα του Μοντ-Πελερέν που επαναπρότεινε τις εργασίες του αυστριακού οικονομολόγου Φρίντριχ Χάγεκ, αλλά και μέσα από τη μονεταριστική σχολή του Σικάγου, τα οικονομικά φόρουμ του Νταβός κ.λπ. Μπροστά σε αυτήν την ανανέωση της φιλελεύθερης σκέψης και τις ζημιές που δημιουργήθηκαν από τη γενικευμένη παγκόσμια απορύθμιση, έπρεπε να γίνει μια πελώρια εργασία θεωρητικού εκσυγχρονισμού. Αλλά το κίνημα δεν περίμενε πότε θα συμφωνήσουν οι θεωρητικοί. Αν στις αρχές της δεκαετίας του '90 όλος σχεδόν ο κόσμος φαινόταν να ελπίζει ότι η δημοκρατία και η ειρήνη θα επικρατούσαν στον πλανήτη, γρήγορα έγινε σαφές ότι η επαγγελία αυτή δεν εκπληρώθηκε. Ο πολλαπλασιασμός των πολέμων, η οικονομική καθίζηση ορισμένων περιοχών (Αφρική, Λατινική Αμερική), η επιδείνωση της ανεργίας, όλα αυτά δεν μπορούσε παρά να αφυπνίσουν την αντικαπιταλιστική προσδοκία».
- Πέρα από μιαν ορισμένη ρητορική, η απόρριψη του σημερινού καπιταλισμού βρίσκει νέες μορφές έκφρασης;
«Εδώ και δέκα περίπου χρόνια παρακολουθούμε μια σημαντική τροποποίηση του αντικαπιταλισμού. Επειδή δεν υπάρχει μια πιθανή και κοινά αποδεκτή γενική εναλλακτική λύση, δεν έχουμε πλέον μια μετωπική και γενική αντιπαράθεση του τύπου: σύστημα εναντίον συστήματος. Βλέπουμε να αναπτύσσεται ένας αμυντικός μάλλον και όχι επιθετικός αντικαπιταλισμός, ο οποίος εγγράφεται σε ένα πλαίσιο λιγότερο ή περισσότερο σιωπηλής αποδοχής του καπιταλισμού ως κυρίαρχου οικονομικού συστήματος, έστω και αν αμφισβητείται βίαια στα λόγια, αν διεξάγεται ενεργητικά πάλη ενάντια στη μία ή την άλλη από τις εκδηλώσεις του ή αν αναμένεται η καταστροφή του. Τα εναλλακτικά κινήματα εμφανίζονται με δίκτυα (και όχι με μηχανισμούς) χωρίς κέντρο και χωρίς κορυφή ή ηγεσία, που υπάρχουν ανάλογα με την περίπτωση και που συσπειρώνονται πάνω σε μιαν ηθελημένα ετερογενή βάση, η οποία είναι πρόδηλα προβληματική».
- Αφού δεν υπάρχει εναλλακτικό μοντέλο, σε τι μπορεί να βασίζεται η απόρριψη ενός συστήματος, το οποίο έχει δείξει την ικανότητά του να ξεπερνάει τις κρίσεις;
«Θα έθετα το ζήτημα με τον ακόλουθο τρόπο: επιθυμούμε να ζούμε και να εργαζόμαστε μαζί με ανθρώπους που θέλουν μόνο να κερδίζουν όλο και περισσότερο χρήμα, με οποιοδήποτε τίμημα και όσο το δυνατό πιο γρήγορα;
»Η λογική του καπιταλισμού βασίζεται σε μια δυναμική ατέρμονης συσσώρευσης του πλούτου. Από τη μια πλευρά προσφέρει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να αυξήσει τη δύναμή του να ζει και να δρα. Εδώ έγκειται η δύναμη της σαγήνης του.
»Αλλά υπάρχει ένα σημείο μεταστροφής. Από τη στιγμή που αυτή η προσφερόμενη δυνατότητα παρεμποδίζει την αύξηση της δύναμης δράσης των άλλων, μετασχηματίζεται σε ανυπόφορες ανισότητες, παύει να είναι ωφέλιμη για την κοινότητα και γίνεται εχθρός της δημοκρατίας. Τότε ο αντικαπιταλισμός γίνεται θεμιτός. Από ποιο σημείο και έπειτα κρίνουμε ότι η επιθυμητή αύξηση της δύναμης δράσης για όλους μεταστρέφεται σε απαράδεκτη κυριαρχία και εκμετάλλευση; Αυτά τα παλιά ερωτήματα δεν έχουν χάσει διόλου την επικαιρότητά τους. Για να απαντήσουμε σε αυτά, η σωστή διάκριση κατά τη γνώμη μου δεν τοποθετείται ανάμεσα σε καπιταλισμό και οικονομίας της αγοράς, στο αν αυτή ρυθμίζεται ή όχι».
- Χωρίς θεωρητική θεμελίωση, αυτή η προσδοκία για ρήξη με το καπιταλιστικό σύστημα μπορεί αληθινά να αποκτήσει μαζική διάσταση;
«Ρήξη; Το ότι χρειάζεται να κάνουμε το σύστημα λιγότερο άγριο, να το ελέγξουμε για να αποφύγουμε τις τρομοκρατικές καταχρήσεις του, αυτό είναι βέβαιο. Αλλά πώς; Τίποτα δεν θα μας επιτρέψει να προχωρήσουμε χωρίς μιαν ισχυρή μαζική κινητοποίηση ικανή, μέσα από τη γέννηση πολλών οργανώσεων, να διαμορφώσει μιαν ενεργό παγκόσμια κοινή γνώμη. Αυτοί που φαντάζονται ότι οι καλές ρυθμίσεις θα μπορούσαν να προκύψουν μόνον από τη συναίνεση μεταξύ διεθνών τεχνοκρατών αυταπατώνται. Η συνεχής άρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, για παράδειγμα, να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους είναι αρκετά εύγλωττη. Σε αυτήν την οπτική οι αντι-σύνοδοι του Πόρτο Αλέγκρε ή της Φλωρεντίας αντιπροσωπεύουν έμβρυα πολύτιμων αντι-εξουσιών. Αλλά με βάση ποιαν ατζέντα, σε σύνδεση με ποιες αναλύσεις και ποιες αξίες πρέπει να κινητοποιείται η "εναλλακτική παγκοσμιοποίηση;".
»Από μέρους μου βλέπω τρεις κύριες επιθυμητές εξελίξεις: 1) να συνασπιστούν θεωρητικά οι επιστημονικές σχολές που είναι ικανές να αντιταχθούν στο κυρίαρχο παράδειγμα στην οικονομία, 2) να ξανασκεφτούμε την Ευρώπη συνυπολογίζοντας την αναγκαιότητα δημιουργίας ενός πολυπολικού κόσμου, 3) και πάνω απ' όλα να συμβάλλουμε στην αποσαφήνιση των θεμελιωδών οικουμενικών ηθικών και πολιτικών αξιών, στο όνομα των οποίων η πάλη ενάντια στην καπιταλιστική "υπέρβαση των ορίων" προσλαμβάνει όλο της το νόημα».
7 - 06/06/2004
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου