Εισαγωγικό σημείωμα του Salah Jaber (Ιούνιος 1987)
Το άρθρο αυτό γράφτηκε στις αρχές του 1981, και δημοσιεύτηκε αρχικά στην Quatrieme International No 6, του Οκτώβρη – Δεκέμβρη 1981. Αλλά για πολλούς λόγους πιστεύω ότι το περιεχόμενο του ισχύει ακόμη σήμερα, μετά από 6 χρόνια.
Πρώτα πρώτα γιατί η αναβίωση του του Ισλαμικού φονταμενταλισμού είναι, δυστυχώς, ακόμη ένα από τα πιό σημαντικά στοιχεία των πολιτικών εξελίξεων στη Μέση Ανατολή. Το άρθρο παρέχει μια εξήγηση του φαινομένου αυτού. Το ερμηνεύει στη βάση δομικών και ιστορικών παραγόντων όπως η κοινωνική δομή των εμπλεκομένων κοινωνιών, η οικονομική κρίση, η εξάντληση κάθε προοδευτικού ρόλου των εθνικιστικών αστικών τάξεων και η χρεωκοπία του οργανωμένου εργατικού κινήματος. Το άρθρο θεωρεί την άνοδο του ισλαμικού φονταμενταλισμού σαν ένα φαινόμενο μακράς πνοής και όχι σαν μιά «φούσκα» που θα σκάσει.
Αλλωστε, δεν έχουν γίνει μεγάλες πολιτικές αλλαγές που να έχουν μεταβάλει αποφασιστικά την εικόνα που δίνεται. Ωστόσο πρέπει να μνημονευθούν ορισμένα πράγματα. Στην Αίγυπτο, για παράδειγμα, η δολοφονία του Σαντάτ από φονταμενταλιστές τον Οκτώβριο του 1981, επιδείνωσε πολύ τις σχέσεις ανάμεσα στην κεντρική κυβέρνηση και το Ισλαμικό κίνημα συνολικά στη χώρα. Ετσι η συμπάθεια της Αιγυπτιακής αστικής τάξης – ή μάλλον του κυρίαρχου τμήματος της – για το φονταμενταλιστικό κίνημα, που σημειώνεται στο άρθρο, αντικαταστάθηκε με μιά περισσότερο συγκρουσιακή προσέγγιση. Στο Λίβανο η επιδείνωση της κατάστασης που είχε δημιουργηθεί από την Ισραηλινή εισβολή του 1982, σε συνδυασμό με μιά μη αναμενόμενη οικονομική κρίση της κλίμακας εκείνων της Λατινικής Αμερικής, οδήγησε σε μια γρήγορη άνοδο του φονταμενταλιστικού κινήματος στη Σιίτικη κοινότητα που αντιστοιχεί στα γενικά φαινόμενα που υπογραμίστηκαν, αλλά συνδέεται ιδιαίτερα με το κίνημα στο Ιράν.
Επίσης, πολλά από τα ζητήματα που εξετάζονται εδώ προκαλούσαν διαφωνίες την εποχή εκείνη στους Επαναστάτες Μαρξιστές, ιδιαίτερα σε σχέση με την ιρανική επανάσταση. Οι αποφάσεις που πάρθηκαν τότε για ζητήματα όπως η αντιφατική φύση της Χομεινικής ηγεσίας αποδείχτηκαν σωστές. Το άρθρο ισχυρίζεται σωστά ότι η εξέλιξη του καθεστώτος Χομεινί θα είναι αβέβαιη, βασιζόμενο σε δύο σημαντικά χαρακτηριστικά του. Οτι το εισόδημα από το πετρέλαιο θα δώσει στο νέο καθεστώς ένα περιθώριο αυτονομίας που θα ήταν αδιανόητο κάτω από κανονικές καπιταλιστικές οικονομικές συνθήκες, και ότι οι φονταμενταλιστικές δυνάμεις και τα κοινωνικά στρώματα όπου έχουν απήχηση, παρουσίαζαν μεγάλη ποικιλία, και αυτό προκαλεί την ανάπτυξη ενός «εχθρικού και ανταγωνιστικού πλουραλισμού εξουσιών που η επιφανειακή του ενότητα διατηρήθηκε μέχρι τώρα χάρη στο κύρος του Χομεινί». Από τότε οι εσωτερικές συγκρούσεις μέσα στο καθεστώς του Ιράν επαλήθευσαν αυτή την άποψη, από την αποπομπή του Μπανί Σαντρ, λίγους μήνες μετά τη δημοσίευση του άρθρου αυτού, μέχρι την τωρινή σύγκρουση ανάμεσα στις φράξιες του Ραφσαντζανί και του Μονταζερί. Είναι αυτονόητο ότι στις συνθήκες αυτές, ο θάνατος του Χομεινί θα επιδεινώσει την τωρινή κρίση.Το άρθρο περιείχε αρχικά μια πρόβλεψη που δεν δημοσιεύθηκε στη γαλλική του έκδοση. Ελεγε ότι «Αν η επανάσταση του Φλεβάρη του 1979 στο Ιράν δεν έχει εξαρθρώσει το στρατό, σε μεγάλη στεναχώρια των Αγιατολλάχ, αυτός θα κατελάμβανε την εξουσία. Αυτό χωρίς να εξετάσουμε την περίπτωση του να παραμείνει το Ιράν ανέπαφο. Αυτό επιβεβαιώθηκε, ιδιαίτερα με την παράταση του πολέμου Ιράν – Ιράκ.
Στο άρθρο θίγεται το αναπόφευκτο ζήτημα της σχέσης ανάμεσα στο φονταμενταλισμό και στο φασισμό. Είναι βέβαια αλήθεια ότι το φονταμενταλιστικό κίνημα έχει ορισμένα από τα χαρακτηριστικά, σύμφωνα με τον Τρότσκυ, στοιχεία του φασισμού : την κοινωνική του βάση, τη φύση της πολιτικής του ιδεολογίας, τον έντονο αντικομμουνισμό του και τον αυταρχισμό του. Ωστόσο υπάρχουν τρεις βασικοί παράγοντες που μας εμποδίζουν να περιορίσουμε το φονταμενταλιστικό κίνημα σε μια απλή παραλλαγή του φασισμού.:
Ιστορικά ο φασισμός συνδέθηκε με το μεγάλο κεφάλαιο, σαν κυβερνητικό του όργανο, χρησιμοποιώντας μιά ακραία μορφή Βοναπαρτισμού και ταυτόχρονα βελτιώνοντας τις συνθήκες παραγωγής (από την καπιταλιστική βέβαια σκοπιά). Στις χώρες όπου ήρθε στην εξουσία δημιούργησε ένα νέο περιθώριο παραγωγής για τις καπιταλιστικές παραγωγικές δυνάμεις μέσα σε μια κατάστασης κρίσης του ιμπεριαλισμού. Από την άποψη αυτή το φονταμενταλιστικό κίνημα είναι πιό οπισθοδρομικό από όσο ήταν ο φασισμός.
Οταν το φονταμενταλιστικό κίνημα ξεπερνάει το ρόλο του σαν συμμάχου της αστικής τάξης στην αντεπανάσταση, και επιχειρεί να πάρει την εξουσία για τον εαυτό του, αρχίζει να συγκρούεται με την αστική κυριαρχία , που εκφράζει το κρατικό και ιδιωτικό κεφάλαιο. Κατά τα τελευταία 10 χρόνια η άνοδος του φονταμενταλισμού πήρε τη θέση ενός εξασθενημένου κινήματος της εργατικής τάξης. Οι εκπρόσωποι του μεγάλου κεφαλαίου δεν αισθάνθηκαν την αναγκαιότητα της επιλογής του μικρότερου κακού και της συμμαχίας μαζύ του. Οπως είδαμε στο Ιράν, οι φονταμενταλιστές δεν πήραν την εξουσία με την υποστήριξη οποιουδήποτε από τα κυρίαρχα τμήματα της αστικής τάξης.
Στην πραγματικότητα το μόνο τμήμα της αστικής τάξης με το οποίο έχει καλές σχέσεις ο φονταμενταλισμός είναι η παραδοσιακή «αστική τάξη» που είναι το τμήμα της άρχουσας τάξης που εκφράζει τη συνέχεια του προκαπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, το εμπορικό κεφάλαιο που συνδέεται με παραγωγούς μικρής κλίμακας για την εσωτερική αγορά και συμπεριλαμβάνει και εκείνους που πουλάνε φτηνά εισαγόμενα καταναλωτικά αγαθά. Αυτό βολεύει πολύ τη μικροαστική τάξη γιατί δεν θέλουν να δοθεί βάρος στο εθνικό βιομηχανικό κεφάλαιο σε βάρος της ποιοτικής και ποσοτικής αγοραστικής τους δύναμης. Η σχετική σημασία, ιστορικά και σήμερα, αυτού του τομέα της άρχουσας τάξης είναι ένα από τα γενικά χαρακτηριστικά των Μεσανατολικών κοινωνιών. Πράγματι από το ξεκίνημα του το Ισλάμ συνδέθηκε με τους αριστοκράτες εμπόρους της Μέκκας. Αυτό το ιδιαίτερο στοιχείο του Ισλαμικού κινήματος σημαίνει ότι είναι πιό πιστό απ’ ότι ήταν ο φασισμός στην ιδιαίτερη του αντιδραστική ουτοπία, την προσπάθεια να γυρίσει του δείκτες του ρολογιού της καπιταλιστικής ανάπτυξης προς τα πίσω. Μιά ισλαμική δικτατορία δεν θα μπορούσε ποτέ να προκαλέσει πρόοδο των παραγωγικών δυνάμεων, μάλλον θα προκαλούσε την υποχώρηση ή, έστω, τη στασιμότητα τους.
Υπάρχει ένα συμπληρωματικό στοιχείο σε αυτό που είναι κάπως αντιφατικό. Οταν ο αγώνας του φονταμενταλιστικού κινήματος για την εξουσία γίνεται κύρια ενάντια στο μεγάλο ιδιωτικό κεφάλαιο που συνδέεται με τον ιμπεριαλισμό (γεγονός που δεν συνέβη στη Λιβύη, τη Συρία ή το Αφγανιστάν) και όταν ο αγώνας αυτός γίνεται σε χώρες όπου το εργατικό κίνημα είναι αδύναμο, ή και ανύπαρκτο, και επομένως ο αντικομμουνισμός είναι ένα από τα μάλλον δευτερεύοντα στοιχεία του φονταμενταλισμού , έρχεται στο προσκήνιο η λαικίστικη πλευρά του. Από αυτό προκύπτει ότι οι επαναστάτες αντιμετωπίζουν μαζικούς αγώνες όπου βρίσκονται στην ίδια πλευρά του οδοφράγματος με τους Ισλαμιστές φονταμενταλιστές, και πρέπει να αγωνιστούν στο πλευρό τους ενάντια στον «κοινό εχθρό», γεγονός που δεν συνέβη ποτέ στην περίπτωση του φασισμού. Οι εξεγέρσεις στην Αίγυπτο ήταν ένα παράδειγμα του γεγονότος αυτού. Αλλά φυσικά κάθε συμβιβασμός που προτείνουν οι φονταμενταλιστές σαν αποτέλεσμα της κατάστασης του τύπου αυτού βάζει όλα τα τμήματα της αριστεράς σε τεράστιους κινδύνους, τόσο ηθικούς όσο και φυσικούς (όπως στο Ιράν και στο Λίβανο).
Η φύση της φονταμενταλιστικής ιδεολογίας οδηγεί στο βάθεμα των προβλημάτων τακτικής που μπαίνουν από την πολιτική τους δραστηριότητα. Αντίθετα από το φασισμό που παράγει μια ιδεολογία βασισμένη στα εθνικιστικά και ρατσιστικά συνθήματα των ιδρυτών του, το φονταμενταλιστικό κίνημα απορρίπτει εξορισμού κάθε νεα θεωρία και υποστηρίζει μιά ιδεολογία παλιά κατά εκατοντάδες χρόνια που βασίζεται στην Ισλαμική θρησκεία. Αντίθετα από τη φασιστική, ακόμη και τη Μαρξιστική, ιδεολογία ο φονταμενταλισμός δεν θεωρεί ότι έρχεται από έξω από τη μουσουλμανική κοινωνία αλλά ότι είναι συστατικό της κομμάτι. Οι πολιτικές και θρησκευτικές ασάφειες των ιδεών του κάνουν δύσκολη τη διεξαγωγή μιάς ιδεολογικής πάλης μαζύ του ανάλογου τύπου με εκείνη ενάντια στο φασισμό. Το πρόβλημα αυτό γίνεται δυσκολότερο από την μη διάκριση θρησκείας και πολιτικής στο Ισλάμ. Γιαυτό, ιδιαίτερα όταν μπαίνει μπροστά η λαικίστικη πλευρά του κινήματος, η ιδεολογική τακτική των Μαρξιστών πρέπει να βασίζεται περισσότερο στα γραπτά του Λένιν για τη θρησκεία, παρά σ’ εκείνα του Τρότσκυ για το φασισμό. Οπως έγραψε ο Λένιν στο άρθρο του με τίτλο «Για την τακτική του Εργατικού Κόμματος για τη θρησκεία» :
Κάτω από ορισμένες συνθήκες η αθειστική προπαγάνδα μπορεί να μοιάζει επιφανειακή και εξωπραγματική, όχι μόνο από την προφανή άποψη του κερδίσματος στοιχείων περισσότερο οπισθοδρομικών ή την απώλεια της υποστήριξης τους στις εκλογές κλπ. αλλά από την άποψη της πραγματικής προοόδου της ταξικής πάλης που, στις συνθήκες μιάς σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας, θα οδηγήσει η ίδια τους θρησκευόμενους προς την κοινωνική δημοκρατία και την αθεία εκατό φορές πιό αποτελεσματικά από κάθε αθειστική διακήρυξη…….
Οι Μαρξιστές πρέπει να μάθουν να παίρνουν υπόψη τους την όλη κατάσταση, πρέπει να ξέρουν πως θα βρουν το μέσο όρο ανάμεσα στον αναρχισμό και τον οπορτουνισμό (ο μέσος όρος είναι σχετικός, ελαστιικός, μεταβλητός αλλά υπαρκτός). Πρέπει να μάθουν να μην πέφτουν στην παγίδα της κενής και αφηρημένης επαναστατικής προπαγάνδας των αναρχικών ούτε του οπορτουνισμού των μικροαστών ή φιλελεύθερων διανοούμενων που αμφιβάλουν για τον αγώνα ενάντια στη θρησκεία, που ξεχνούν τα καθήκοντα τους στον τομέα αυτό, που βολεύονται να πιστεύουν στο Θεό όχι από τις ανάγκες της ταξικής πάλης , αλλά από ένα άθλιο σκεπτικό : μην προσβάλλετε τους ανθρώπους, μην διώχνετε τους ανθρώπους…..
Συμπερασματικά, το μόνο πραγματικό αντίδοτο στην τωρινή αναβίωση του Ισλαμικού φονταμενταλισμού, είναι η μαζική άνοδος της ταξικής συνείδησης των εργαζομένων, ακόμη κι όταν αυτή προέρχεται από τα έξω. Ο επαναστατικός αγώνας του προλεταριάτου είναι πολύ πιο ισχυρός και παγκόσμιος από την ιδεολογία του φονταμενταλιστικού σκοταδισμού.
SALAH JABER
Ιούνιος 1987
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου