Ακούστηκαν και γράφτηκαν πολλά με αφορμή το περίφημο αντι-κομμουνιστικό μνημόνιο. Τα περισσότερα, εδώ ειδικά στην Ελλάδα κι ακόμη ειδικότερα στα blogs ήσαν ανιστόρητα. Απ’ όποια «όχθη» κι αν προερχόντουσαν.
Στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ της περασμένης Κυριακής, στο ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΟ ΙΔΕΩΝ, του ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ αναδημοσιεύτηκαν τα κείμενα δύο σημαντικών προσώπων του ιταλικού κομμουνιστικού κινήματος. Αξίζει να διαβαστούν.
Την αφορμή για το διάλογο που ακολουθεί την έδωσε μια συνέντευξη του παλαίμαχου ιταλού κομμουνιστή Πιέτρο Ινγκράο στην εφημερίδα «Liberazione», όπου ανέπτυσσε μιαν ισχυρή αυτοκριτική για τη θέση που είχε η ένοπλη βία στην ιστορία και στην ιδεολογία του κομμουνιστικού κινήματος. Ενα άλλο ιστορικό στέλεχος του ιταλικού κομμουνισμού, ο Μάριο Τρόντι, εξέφρασε τη διαφωνία του με άρθρο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Il Manifesto». Η απάντηση του Ινγκράο δημοσιεύτηκε στην «Liberazione».
ΜΑΡΙΟ ΤΡΟΝΤΙ: Εδώ και χρόνια ο Πιέτρο Ινγκράο μάς επαναλαμβάνει ότι το λάθος του εργατικού κινήματος ήταν η στρατιωτικοποίηση της γλώσσας του και κυρίως της σκέψης του καθώς και των συμπεριφορών του. Εγώ σε αυτό το σημείο δεν συμφωνώ μαζί του. Την εποχή των παγκόσμιων εμφυλίων πολέμων, που περιελάμβανε τον φασισμό και τον ναζισμό, δεν την θέλησε το εργατικό κίνημα. Είναι σύγχρονη καπιταλιστική ιστορία του εικοστού αιώνα, με την οποία κατά κάποιον τρόπο υποχρεώθηκε να λογαριαστεί το εργατικό κίνημα. Η πολιτική βία, για την οποία μιλούσε ο Μαρξ, ήταν η απάντηση στην κοινωνική βία που εμπεριέχεται πάντοτε στη σχέση του κεφαλαίου, από τις τρομερές φάσεις της πρωταρχικής συσσώρευσης ώς τις φοβερές μεταβάσεις των βιομηχανικών επαναστάσεων, από τις ανελέητες περιπέτειες της αποικιοκρατίας μέχρι την παρούσα παγκοσμιοποίηση, που καταδικάζει τα τρία τέταρτα του πλανήτη στην απόλυτη εξαθλίωση και εκεί που δεν μπορεί να φτάσει με τους νόμους της αγοράς φτάνει με την πρακτική του πολέμου.
Η έννοια της μεταμέλειας καταλήγει να είναι σήμερα η πιο διαδεδομένη πολιτική έννοια. Η αποκήρυξη μοιάζει να έχει γίνει εθνικό άθλημα. Είναι θλιβερός αυτός ο συναγωνισμός για το ποιος θα πει πρώτος και πιο δυνατά ότι δεν είναι πλέον εκείνος που ήταν κάποτε. Εγώ, σε ό,τι με αφορά, υιοθετώ την αντίθετη στάση. Επωμίζομαι το φορτίο μιας ολόκληρης ιστορίας. Κουβαλώ πάνω μου και τις δύο μεγάλες παραδόσεις του εργατικού κινήματος, εκείνη της σοσιαλδημοκρατίας και εκείνη του κομμουνισμού, που και οι δυο τους είναι σε μεγάλο βαθμό ανεπανάληπτες, αλλά που έχουν ένα απόθεμα με διαφορετικές κληρονομιές το οποίο πρέπει να αξιοποιηθεί. Ακόμη και από την κομμουνιστική παράδοση τα φορτώνομαι όλα, από τις ουτοπίες ώς τις λεγόμενες εφαρμογές. Είναι ιστορία που έχει συντελεστεί. Δεν μπορώ να επιλέξω. Θα ήταν υπερβολικά βολικό, υπερβολικά εύκολο, να πάρω την ωραία ιστορία και να αφήσω την άσχημη στους κακούς. Για ορισμένα πράγματα μπορώ να πω: ποτέ πια έτσι. Επειτα κοιτάζω μπροστά: σε αυτό που μπορεί να είναι καλύτερο σε σχέση με αυτό που υπάρχει τώρα. Το ζητούμενο είναι να αλλάξουμε αυτόν τον κόσμο. Γι' αυτόν το σκοπό, όλα όσα έχουμε κάνει μέσα σε δύο αιώνες ιστορίας, όλα, μας χρησιμεύουν.
ΠΙΕΤΡΟ ΙΝΓΚΡΑΟ: Δεν με έπεισε η κρίση του Τρόντι, σύμφωνα με την οποία όλη η βία του εικοστού αιώνα πρέπει να αποδοθεί στη σκληρότητα που χαρακτηρίζει τον καπιταλισμό αυτού του αιώνα. Η «επαναστατική βία», που διακηρύχθηκε και γράφτηκε στις δικές μας σημαίες, δεν ήταν μόνο μια απάντηση στο αίμα που έχυνε ο καπιταλισμός. Αυτή εγγράφεται ρητά στη δική μας ερμηνεία της επαναστατικής πράξης. Και γίνεται σε ένα ορισμένο σημείο (και μάλιστα αρκετά νωρίς) μια πρακτική καταπίεσης και συντριβής που ασκείται ακόμη και πάνω σε ένα τμήμα του ίδιου του εργατικού κινήματος. Το είδαμε στη Ρωσία ήδη με την ανάπτυξη της Οκτωβριανής Επανάστασης. Με τις σφαγές (έτσι τις αποκαλώ εγώ σήμερα) που στράφηκαν ακόμη και ενάντια στους αγωνιστές της επανάστασης. Και αυτή η φοβερή βία επανέρχεται έπειτα δυσοίωνα στο δεύτερο μισό του αιώνα: στο Πότσνταμ, στη Βουδαπέστη, στην Πράγα και αλλού.
Τα γκουλάγκ δεν ήταν ένας μύθος. Γιατί θα έπρεπε να τα επωμιστώ σήμερα στην κληρονομιά μου, στον τρόπο με τον οποίο αισθάνομαι κομμουνιστής, τώρα που δεν έχω πια ούτε καν το άλλοθι ότι «δεν γνωρίζω»; Δεν με πείθει ούτε η ενόχληση που δείχνει ο Μάριο απέναντι στην έννοια (και την πρακτική) της «μεταμέλειας». Αν μεταμέλεια σημαίνει αναγνώριση του λάθους, εγώ δεν φοβάμαι ούτε κι αυτή τη λέξη. Αντίθετα, θεωρώ ζωτικής σημασίας το να προσπαθούμε να προσδιορίζουμε δημόσια αν έχουμε κάνει λάθος και γιατί έχουμε κάνει λάθος. Και θεωρώ ότι για μας τους κομμουνιστές υπάρχει λόγος γι' αυτήν την εργασία. Και ότι είναι χρήσιμο να διδαχθούμε από αυτά τα λάθη.
Ο Τρόντι γράφει: «Επωμίζομαι το φορτίο μιας ολόκληρης ιστορίας». Είναι μια δήλωση που για μένα δεν είναι τόσο σαφής. Αν αυτή σημαίνει ότι εγώ από αυτήν την ιστορία (των κομμουνιστών) προέρχομαι, σίγουρα έτσι είναι και ούτε θα ήθελα ούτε και θα μπορούσα να την διαγράψω. Εγώ μάλιστα διόλου δεν το επιθυμώ, γι' αυτό και συνεχίζω να αποκαλώ τον εαυτό μου κομμουνιστή. Αλλά εγώ δεν θεωρώ «θλιβερό» το να αναζητώ πού έκανα λάθος ή πού κάναμε λάθος. Αντίθετα, αισθάνομαι δύναμη και ζωτικότητα με αυτήν την αναζήτηση. Αισθάνομαι πιο ισχυρός, πιο ζωντανός, όταν κατορθώνω να βάζω κάτω από το μικροσκόπιο τη δική μου ιστορία και την ιστορία της δικής μου παράταξης. Και να βλέπω πότε ενεργήσαμε σωστά και πότε όχι. Για να πούμε την αλήθεια, εμένα το να αναρωτιέμαι και να αμφιβάλλω γι' αυτό που έκανα πάντοτε με ωφέλησε. Η ζημιά, αντίθετα, ήταν όταν στεκόμουν ακίνητος και αποδεχόμουν το δόγμα.
7 - 12/02/2006
Τρίτη, Φεβρουαρίου 14, 2006
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
The acme od socialism...
http://www.geocities.com/songunpoliticsstudygroup/SunofSongunMarshalKIMJONGILTributePage.html
Δημοσίευση σχολίου