Κυριακή, Σεπτεμβρίου 30, 2007

Το παρελθόν και το μέλλον

Τo1995, η αμερικανική Γερουσία, με ψήφους 99 έναντι μόνον μίας, ψήφισε υπέρ της απόσυρσης ενός εγχειριδίου Ιστορίας. Ήταν το τέλος ενός «πολιτιστικού πολέμου» που είχε διαρκέσει 18 μήνες

Του ΠΑΥΛΟΥ ΤΣΙΜΑ

Στις 18 Ιανουαρίου 1995, η αμερικανική Γερουσία, με ψήφους 99 έναντι μόνο μίας, ψήφισε υπέρ της απόσυρσης ενός εγχειριδίου Ιστορίας. Ήταν ένα γενικό κείμενο οδηγιών και κανόνων για τη διδασκαλία της Ιστορίας στα αμερικανικά σχολεία, με τίτλο «Νational Standards for Ηistory». Η ψήφος των γερουσιαστών σήμανε το τέλος ενός «πολιτιστικού πολέμου» που είχε διαρκέσει 18 μήνες.
Το εγχειρίδιο είχε συνταχθεί από μια μεγάλη ομάδα επιστημόνων, με στόχο να εισαγάγει τη διδασκαλία της Ιστορίας όχι ως τελειωμένη, παραδομένη αλήθεια, αλλά ως ανοιχτό πεδίο κριτικής σκέψης, όχι ως αλυσίδα ηρωικών κατορθωμάτων στρατηγών και ηγετών, αλλά ως κοινωνική διαδικασία, όχι ως αμερικανοκεντρική, πατριωτική αφήγηση του κόσμου, αλλά ως εξοικείωση των παιδιών με την πολυπολιτισμική πραγματικότητα. Μα προτού τυπωθεί το βιβλίο, ένα άρθρο στη «Wall Street Journal», με την υπογραφή της κ. Λιν Τσέινι, συζύγου του μετέπειτα (και ώς σήμερα) θηριώδους αντιπροέδρου των ΗΠΑ, κήρυττε τον μέχρις εσχάτων πόλεμο εναντίον του.
Τα τότε επιχειρήματα της κ. Τσέινι ηχούν τώρα γνώριμα στα ελληνικά αυτιά. Οι συγγραφείς, «αποδομητές της Ιστορίας», «μεταμοντέρνοι οπαδοί του πολιτιστικού σχετικισμού», αποσιωπούσαν τα μεγάλα έπη του αμερικανικού έθνους, είχαν 6 αναφορές στη Ηarriet Τrubman, μια έγχρωμη γυναίκα που έπαιξε ρόλο στην απελευθέρωση των σκλάβων, και μόνο δύο στον George Washington, δεν ανέφεραν λέξη για τον γενναίο στρατηγό Robert Ε. Lee, υπερέβαλλαν σε αφηγήσεις για τη σφαγή των Ινδιάνων και γενικά δεν καλλιεργούσαν το πατριωτικό, αμερικανικό φρόνημα στους μαθητές.
Η κ. Τσέινι έπαιξε στην Αμερική τον ρόλο που καθ΄ ημάς έπαιξαν ο κ. Άνθιμος και ο Ψωμιάδης. Ο διάσημος Ρας Λίμπο, ακροδεξιός αστέρας του ραδιοφώνου, έπαιξε τον ρόλο του Αδώνιδος Γεωργιάδη. Και στο παιχνίδι μπήκαν πολλοί (όχι πάντως και αριστεροίαυτό παραμένει ελληνική πρωτοτυπία). Το βιβλίο διασύρθηκε, λέξεις και φράσεις αποσπάστηκαν, διάφοροι «συνωστισμοί» χρησιμοποιήθηκαν για να το ισοπεδώσουν και τελικά, όταν οι Ρεπουμπλικανοί κέρδισαν την πλειοψηφία του Κογκρέσου, το εγχειρίδιο καταδικάστηκε ως αντιπατριωτικό.
Ο πόλεμος για τα «Standards» ήταν ο κορυφαίος από μια σειρά «πολιτιστικών πολέμων»- από τις οικογενειακές αξίες και την άμβλωση ώς την αποβολή του Δαρβίνου από τα σχολεία και το ιερό δικαίωμα στην οπλοφορία- τους οποίους η σκληρή, χριστιανική, ευαγγελική Δεξιά είχε επιλέξει να δώσει από τις αρχές της δεκαετίας του ΄80, από τα χρόνια του Ρέιγκαν. Μέσω των πολέμων αυτών κατέκτησε την ηγεμονία στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα πρώτα, στην αμερικανική κοινωνία κατόπιν.
Το ενδιαφέρον είναι ότι, όπως στην Ελλάδα το ΠΑΣΟΚ, έτσι και στην Αμερική οι Δημοκρατικοί προτίμησαν να μείνουν αμέτοχοι στους «πολιτιστικούς πολέμους» για να μην εισπράξουν τη δυσαρέσκεια μιας όλο και συντηρητικότερης μεσαίας τάξης. Για να ανακαλύψουν εντέλει ότι βρέθηκαν όμηροι των νικητών, αιχμάλωτοι (όπως και η ρεαλιστική, φιλελεύθερη πτέρυγα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος) μιας νεοδεξιάς, πουριτανικής και πατριωτικής, ευαγγελικής ηγεμονίας στο πεδίο των αξιών και των ιδεών. Κι ότι, όπως έγραψε πρόσφατα ένας σχολιαστής, ανάμεσα στην καταδίκη ενός σχολικού εγχειριδίου και τη συναίνεση στην εισβολή στο Ιράκ περνά μια αόρατη μα υπαρκτή κόκκινη γραμμή...
Οι αντίστοιχοι ελληνικοί «πολιτιστικοί πόλεμοι» άρχισαν τη δεκαετία του ΄90. Η διαμάχη για το δικαίωμα του Οδυσσέα Τσενάι να κρατήσει την ελληνική σημαία ήταν ένας από τους πρώτους τέτοιους πολέμους, η αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες ένας άλλος, το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού ο έσχατος και κορυφαίος των πολέμων. Το ΠΑΣΟΚ έμεινε άλλοτε σιωπηλό και αμέτοχο, άλλοτε πολέμησε με μισή καρδιά και ενίοτε βρισκόταν στο πλευρό της νεοσυντηρητικής συμμαχίας.
Το πολιτικό αποτέλεσμα μιας σειράς από ήττες στους «πολιτιστικούς πολέμους» της περασμένης δεκαετίας είναι ήδη ορατό. Στα θύματα του στρατοπέδου των ηττημένων δεν συγκαταλέγονται μόνον η κ. Ρεπούση ή ο κ. Παπανδρέου, αλλά και η κ. Γιαννάκου και ολόκληρη η φιλελεύθερη, μη χριστοδουλική πτέρυγα της Ν.Δ. Το είχε προβλέψει ο Όργουελ στο περίφημο «1984»: Οι διαμάχες περί την Ιστορία είναι πάντα μάχες για την εξουσία. Γιατί «όποιος ελέγχει το παρελθόν ελέγχει το μέλλον, και το παρελθόν το ελέγχει όποιος ελέγχει το παρόν».

1 σχόλιο:

dianathenes είπε...

Πολύ καλό το άρθρο του κ. Τσίμα. Είναι από τους δημοσιογράφους που εκτιμώ.
Η απόληξη του άρθρου: «όποιος ελέγχει το παρελθόν ελέγχει το μέλλον, και το παρελθόν το ελέγχει όποιος ελέγχει το παρόν».

Αυτός που ελέγχει λοιπόν το παρόν είναι η άρχουσα τάξη. Η άρχουσα τάξη ελέγχει και την παιδεία, επομένως το μέλλον>τους νέους.

Υπάρχει όμως εδώ ένας σκόπελος. Η οποιαδήποτε άρχουσα τάξη ελέγχει μεν την παιδεία αλλά κανείς δεν σκέφτεται ότι μέσα στα σπιτικά όπου μεγαλώνουν τα παιδιά υπάρχουν οι κατ ιδίαν άρχοντες...οι γονείς, οι παππούδες, οι θείοι, δηλαδή η μνήμη. Έτσι μπορεί η άρχουσα τάξη να ελέγχει κατά χ ποσοστό για παράδειγμα τα εγχειρίδια της ιστορίας αλλά πάντα θα υπάρχει ένα χ ποσοστό στην αφομοίωσή τους από τους μαθητές που θα της διαφεύγει λόγω ακριβώς της επεξεργασίας που θα συντελείται μέσα στο μυαλό των παιδιών από τα σχόλια του περιβάλλοντός τους. Κανείς δεν σκέφτεται την σύγχυση που θα γίνει μέσα στα κεφαλάκια των παιδιών που θα έχουν να αντιμετωπίσουν τα " τραύματα" των γονιών τους.

( για παράδειγμα φαντάσου έναν μαθητή που θα διδασκόταν ότι το Πολυτεχνείο ήταν οτιδήποτε άλλο από αυτό που ήταν για να εξομαλυνθούν οι άκρες μεταξύ των βασανιστών του ΕΑΤ_ΕΣΣΑ και των θυμάτων τους και αυτό να το διαβάζει και ο γονιός του που πήγε εξορία.... είναι πολύ λεπτά θέματα αυτά...)

Επίσης κανείς δεν σκέφτεται τις συγκρούσεις που θα αντιμετωπίσουν τα παιδιά από τα ντοκουμέντα της εποχής. Υπάρχουν αφιερώματα στην τηλεόραση και πηγές στο διαδίκτυο που κανείς ιστορικός δεν ελέγχει - μην ξεχνάμε την δύναμη του διαδικτύου, την όλο και μεγαλύτερη συμμετοχή του στην διαμόρφωση της πραγματικότητας από την όλο και μεγαλύτερη πρόσβαση και μάλιστα πολλές φορές ανεξέλεγκτη των παιδιών- τι εικόνα του παρελθόντος θα σχηματίσουν τα παιδιά τελικώς κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει.

Κατ εμέ εκεί εστιάζεται το πρόβλημα. Αυτό με προβληματίζει. Μέσα από ποιες συγκρούσεις θα περάσει ώσπου να διαμορφώσει κρίση και να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Το παιδί διαμορφώνεται δεν είναι ενήλικας με άποψη. Και αυτό είναι η ευθύνη η δική μας. Η παιδεία που του προσφέρουμε δηλαδή.

Ζούμε την εποχή του χάσματος. Αυτό που διδάσκεται επισήμως στο σχολείο απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Αυτό δεν ίσχυε παλαιότερα. Αυτό που δίδασκε για παράδειγμα το Αναγνωστικό μας συνέπιπτε με τις αρχές της μέσης ελληνικής οικογένειας. Υπήρχε αρμονία μεταξύ βιωμάτων και βιβλίου. Εκτός τούτου η Ελλάδα του 60 με 60% αγρότες δεν είχε ούτε την γνώση ούτε το χρόνο για να ασχοληθεί με την μόρφωση του παιδιού. Ο μαθητής είχε μόνη πηγή το βιβλίο του διότι ζούσε απομονωμένος στο χωριό του με μόνη πληροφόρηση αυτά που άκουγε στις συζητήσεις των μεγάλων στο καφενείο ή στο σαλόνι των αστών γονιών του. Σήμερα υπάρχει τεράστιος όγκος πληροφοριών που τον βομβαρδίζει κυριολεκτικά, πληροφορίες που αλληλοσυγκρούονται και ο ρόλος του γονιού στην εκπαίδευσή του είναι παρεμβατικός άρα καθοριστικός. Αυτό που διδάσκει το βιβλίο του δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα που βιώνει το παιδί στο δρόμο και στο σχολείο. Θα έπρεπε άραγε να το αλλάξουμε; Να το διορθώσουμε προς την πραγματικότητα; Ένα το ερώτημα. Η, μήπως θα έπρεπε να λειάνουμε τις αιχμές της Ιστορίας λειαίνοντας συγχρόνως και τις αιχμές της πραγματικότητας; Δεύτερο ερώτημα αλλά ρητορικό. Δεν γίνεται. Είναι ουτοπικό. Το σύστημα μέσα στο οποίο ζουν τα παιδιά παρά την απέλπιδα προσπάθειά του να παρουσιάσει ένα πιο εξευγενισμένο πρόσωπο, κλίνει όλο και περισσότερο προς την διασφάλιση των βασικών ενστίκτων του ανθρώπου.

Θέλω να πω ότι μπορεί ο ρόλος της Εκκλησίας να μην είναι αυτός που μάθαμε εμείς από τα δικά μας εγχειρίδια ιστορίας αλλά αυτός ο μύθος του «κρυφού σχολειού» για παράδειγμα ή του καλού παπά με την γενειάδα μας καλλιέργησε μια άλλη θεώρηση του Κόσμου. Το ίδιο ισχύει για τον κακό εχθρό τον Τούρκο, για τους βυζαντινούς αυτοκράτορες που στην πραγματικότητα ήταν της παρακμής αλλά και για τους ραγιάδες που ήταν πραγματικοί ραγιάδες και τους στρατολογούσαν με το ζόρι οι οπλαρχηγοί για να επαναστατήσουν. Τι θα αντικαταστήσει όλα αυτά. Ποια πικρή αλήθεια; Με την Ιστορία. Η Ιστορία λοιπό θα μας δείξει το άλλο της πρόσωπο. Μέχρι πού θα μπει το νυστέρι. Και σε ποια τρυφερή ηλικία; Από την ¨ΣΤ δημοτικού; Από κει θα αρχίσει το ξήλωμα των «μύθων»; Μα είναι ακριβώς η ηλικία – η αρχή της εφηβείας – που θεριεύουν τα «ινδάλματα».Που είναι απαραίτητοι οι «ηρωισμοί» όχι μόνο του Καραϊσκάκη αλλά και του Ναπολέοντα παράλληλα με τους πραγματικούς μύθους του Ιουλίου Βερν και του Γιάννη Αι Γιάννη.... Θα έπρεπε μήπως να απογυμνώσουμε και την αρχαιότητα, τον Περικλή, τον Σωκράτη ή εκεί δεν υπάρχουν ψεύδη; Με τι θα αντικατασταθούν αυτά τα πρότυπα; Με τους σταρ του Χόλυγουντ; Με τους ποδοσφαιριστές; Με τι; Μήπως θα έπρεπε η αποκατάσταση της Ιστορίας να γίνεται σε άλλες ηλικίες; Στο λύκειο; Το τελικό «κτύπημα» μήπως να ήταν στο Πανεπιστήμιο; Δεν ξέρω πραγματικά.

Και τι στάση θα κρατήσουν οι δάσκαλοι; Πώς θα πλαισιώσουν οποιοδήποτε βιβλίο, με τι σχόλια θα το συνοδεύσουν αν δεν έχουν οι ίδιοι αποκρυσταλλώσει άποψη για το περιεχόμενό του; Έχουμε δασκάλους επιμορφωμένους προς αυτή την κατεύθυνση; Να απαντήσουν σε πιθανά ερωτήματα των μαθητών; Και αυτό είναι ένα άλλο σημείο που κανείς δεν σκέφτεται. Θα μπουν οι πολιτικοί να διδάξουν στις τάξεις, οι δημοσιογράφοι, οι ιστορικοί, ποιοι; Μια καινούργια θεραπεία, ένα καινούργιο φάρμακο, γιατί περί αυτού πρόκειται εφαρμόζεται από εξειδικευμένους γιατρούς. Εδώ έχουμε την κατάλληλη υποδομή ή το σερβίρουμε στα παιδιά σαν καινούργιο πιάτο της ερμηνείας της Ιστορίας χωρίς να νοιαζόμαστε πώς θα το χωνέψουν; Μήπως να πείσουμε πρώτα τους δασκάλους τους πώς έτσι είναι τα πράγματα ρε παιδιά και μετά να τους βάλουμε να το διδάξουν;

Εν ολίγοις, μου φαίνεται ότι το θέμα εξετάζεται επιφανειακά. Αν πρόκειται να παρουσιάσουμε ένα εγχειρίδιο Ιστορίας που θα υπερβαίνει τα «μίση και τα πάθη» και θα καταργεί τα ψεύδη υπό το σκεπτικό της εξομάλυνσης των διαφορών που δημιουργήθηκαν από τα ιστορικά δρώμενα μόνο και μόνο για να είμαστε πολιτικά ορθοί με την πρόοδο και μια πιο οικουμενική θεώρηση των πραγμάτων αλλά από την άλλη να δημιουργήσουμε χάος στο κεφάλι των παιδιών δεν έχουμε πετύχει τον στόχο μας που είναι οι ισορροπίες....έτσι δεν είναι;

Το γκρέμισμα των μύθων στην παιδική ηλικία μπορεί να δημιουργεί δομημένα άτομα αλλά τα κτίζει χωρίς ψυχισμό.