Σάββατο, Ιανουαρίου 05, 2008

«Φωνή λαού» και Λαζόπουλος

Του ΝΙΚΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ*

Ποιος αποτελεί σήμερα τη «φωνή του λαού»; Στη δημοκρατία η κυβέρνηση, η νομοθεσία, η απονομή της δικαιοσύνης είναι έργα που διεξάγονται στο όνομα του λαού. Ο πολιτικός υπερηφανεύεται που έχει μια σχέση εκπροσώπησης με τον κόσμο, τεκμηριωμένη με την ψήφο, ενώ ο εισαγγελέας και ο δικαστής επικαλούνται συχνά το κοινό αίσθημα. Μήπως, όμως, στην εποχή μας το σύστημα εκπροσώπησης της κοινής γνώμης δυσλειτουργεί;

1 Αφήνοντας για λίγο στην άκρη τα δέοντα και τις αξιολογήσεις, απαντούμε περιγράφοντας: έχει γενικευθεί μια κρίση αξιοπιστίας τού «επ' ονόματι του λαού» εκφερόμενου λόγου.

Κατ' αρχήν, υπάρχουν ανταγωνιστές: παράγοντες παραδοσιακοί, όπως οι ιεράρχες εκείνοι που αποφαίνονται έως και για θέματα εξωτερικής πολιτικής· ή μεταμοντέρνοι, όπως εκείνοι οι παρουσιαστές ειδήσεων στην τηλεόραση που θεωρούν αυτονόητο ότι εκφράζουν το μέσο πολίτη.

Οταν αμφισβητούν το λόγο και τα έργα των πολιτικών όντως ελέγχουν την εξουσία, αλλά το ζήτημα είναι πως και οι ίδιοι ασκούν μιαν άλλη, επίσης ισχυρή εξουσία. Στη ζούγκλα κάποιων εκπομπών, δύσκολα ξεχωρίζεις το λύκο από το πρόβατο. Τα κριτήρια είναι ανεπίσημα και επισφαλή: ποιος έχει πολυτελέστερη βίλα από τους δύο, ο πολιτικός ή ο παρουσιαστής;

Το πρόβλημα, όμως, δεν οφείλεται μόνο στον ανταγωνισμό, αλλά και στην ουσία. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου «εν ονόματι του λαού» γνωμοδότησε ότι κάμερες μπορούν να κατοπτεύουν τους διαδηλωτές. Αλλά εκατομμύρια Ελλήνων παρακολουθούν και «δικαιώνουν» τον Λ. Λαζόπουλο, που κατακρίνει με οξύτητα αυτήν την παρακολούθηση των διαδηλώσεων.

2 Μέσα στα ρεύματα της παγκοσμιοποίησης τα εθνικά κράτη σταδιακά απαξιώνονται. Κάποιοι νεοφιλελεύθεροι της αγοράς, πλείστοι συντηρητικοί οικογενειοκράτες των ελληνικών νοικοκυριών και αρκετοί φανατικοί του αντιεξουσιαστικού χώρου διαπιστώνουν με φρίκη τους ότι βρέθηκαν να συμπλέουν προς την υποτίμηση της κρατικής υπόστασης. Η απαξίωση προχωρεί ταυτόχρονα με τη μείωση: λιγοστεύουν και φτωχαίνουν οι δημόσιες υπηρεσίες εκπαίδευσης, περίθαλψης, πυρόσβεσης κ.λπ. Ο κρατικός έλεγχος των τραπεζών (δηλαδή της οικονομίας) εξασθενεί. Οι συγκοινωνίες αφήνονται στους ιδιώτες και οι άγονες γραμμές υποφέρουν, οι ίδιοι οι δρόμοι «αυτοχρηματοδοτούνται» και εξαρτώνται από το ιδιωτικό κέρδος.

Μέχρι τώρα λεγόταν ότι μόνο οι κρατικές υπηρεσίες ασφάλειας και καταστολής ενισχύονται. Ούτε και αυτό, όμως, είναι απόλυτο: Τα δικαστήρια στενάζουν λόγω έλλειψης προσωπικού, η αστυνομία πλαισιώνεται με εταιρείες «σεκιούριτι», οι εξοπλισμοί εξαρτώνται από ιδιώτες προμηθευτές. Θα νικήσουμε τον εχθρό, αν το θέλουν σαράντα επιχειρήσεις προμήθειας οπλικών συστημάτων.

3 Μέσα στο κλίμα αυτό, η κρίση αξιοπιστίας του δημόσιου λόγου και των δημόσιων υπηρεσιών προκύπτει σχεδόν προγραμματισμένα, ή έστω νομοτελειακά.

Αναπόφευκτα η ιδιωτική τηλεόραση σπεύδει να καλύψει κενά, να ελέγξει, να καταγγείλει, να κηδεμονεύσει. Καθώς μάλιστα αυτό γίνεται από καιρό, διακρίνονται και τα σταθερά της ιδεολογήματα και η πρακτική: έξαρση της ανάγκης για ασφάλεια, σπάνια ενασχόληση με τις ατομικές ελευθερίες· στις διαδηλώσεις, εστίαση στα κρούσματα βίας κι όχι στον όγκο, στον παλμό, στα συνθήματα των διαδηλωτών· επίσης, ετοιμότητα διαπόμπευσης των πολιτικών και εκτίναξη των «ροζ» σκανδάλων στην κορυφή της ιεραρχίας των τηλεοπτικών ενδιαφερόντων.

4 Αποτελούν τα παραπάνω έκφραση, ή φθορά της δημοκρατίας; Αποφεύγουμε την εύκολη απάντηση. Καθώς αρχίζει νέα χρονιά, μπορούμε να προσέξουμε ένα ενθαρρυντικό μήνυμα.

Η εκπομπή του Λ. Λαζόπουλου λειτούργησε το 2007 σαν ανάχωμα απέναντι σε πολλά από τα παραπάνω ρεύματα: Στήριξε τους εκπαιδευτικούς και τους φοιτητές που διαδήλωναν υπέρ του άρθρου 16. Κατέκρινε τις παρακολουθήσεις με κάμερες. Απέκρουσε τους πουριτανικούς ελέγχους της ιδιωτικής ζωής. Σχολίασε αστέρες της επικοινωνίας. Αναφέρθηκε με προσοχή, χωρίς δημαγωγία, στα θέματα του Μυλοποτάμου και στο Ασφαλιστικό. Η ανταπόκριση του κοινού είχε τις γνωστές πανηγυρικές διαστάσεις.

5 Κάποιοι σκέφθηκαν ότι τα εκατομμύρια των τηλεθεατών προσελκύστηκαν όχι από τον πολιτικοκοινωνικό λόγο και την κριτική, αλλά από το θέαμα, τη μουσική, το παιχνίδι με την ακρότητα των σχολίων. Ασφαλώς, κανείς δεν προσυπογράφει το σύνολο, είτε από άποψη ουσίας, είτε από άποψη αισθητικής. Αυτό επίσης θα ήταν επικίνδυνο.

Ωστόσο, η παραπάνω δειγματοληπτικά σταχυολογημένη πολιτικοκοινωνική κριτική του Λ. Λαζόπουλου κατελάμβανε μεγάλο μέρος της εκπομπής του. Αποτελούσε τη συνισταμένη της και θα ήταν επομένως απίθανο να μην συνέβαλλε αποφασιστικά στο ενδιαφέρον και στην κινητοποίηση των τηλεθεατών. Με δύο λόγια: ήταν μια «άλλη φωνή του λαού» που πραγματικά εξέφραζε πολλούς.

6 Τα ελλείμματα της δημοκρατίας θεραπεύονται, κατά την αρχαία συνταγή, μόνο με περισσότερη δημοκρατία. Σημασία δεν έχει μόνο ποιος εκπροσωπεί ποιον, αλλά και σε ποιον ο καθένας λογοδοτεί. Ο δήμος έχει δυνατότητες να δρα πολιτικά μέσω συγκεκριμένων επιλογών κατανάλωσης, θεάματος και ποιότητας περιβάλλοντος. Οταν το θυμάται, δυναμώνει.

* Ο Ν. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ είναι καθηγητής Νομικής ΑΠΘ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: