Γιάννης Π. Τζαννετάκος Ιδρυτής, Πρόεδρος της ΕΦΕΕ (1963-1964)
Οι φοιτητικές κινητοποιήσεις κατά την πρώτη εφταετία του ΄60 δεν νοείται αλλά και δεν επιτρέπεται να πιστωθούν στη μερίδα μιας και μόνο παράταξης, δηλαδή της Αριστεράς
Στη δεκαετία του ΄60 εντοπίζεται η πολιτική και οργανωτική ανάπτυξη του Φοιτητικού Κινήματος (Φ.Κ.). Ανάπτυξη που δεν έχει προηγούμενο από την άποψη της μαζικότητας. Αλλά και όσον αφορά την παρεμβατική αποτελεσματικότητα στις πολιτικοκοινωνικές εξελίξεις εκείνης της περιόδου. Δεν παραγνωρίζουμε βέβαια την αντιστασιακή δραστηριότητα των φοιτητών κατά την Κατοχή. Απλώς αυτή, εξαιτίας των εξαιρετικών συνθηκών που επικρατούσαν τότε, περιορίζεται περισσότερο σ΄ επίπεδο φιλικών κύκλων, σε καθοδηγούμενες από το ΕΑΜ επιμέρους συσπειρώσεις καθώς και σε περιστασιακές μαζικότερες εξεγέρσεις με ποικίλες αφορμές, όπως π.χ. η ποιότητα και η ποσότητα του συσσιτίου. Ολως συνοπτική και αφαιρετική αυτή η αναφορά. Φυσικά ούτε σύγκριση να γίνεται ως προς τις επιπτώσεις εις βάρος των ανήσυχων και δραστήριων φοιτητών. Τότε εκείνοι τυφεκίζονται χωρίς πολλά-πολλά. Εμείς απασχολούμε το λεγόμενο Σπουδαστικό Τμήμα της Υποδιεύθυνσης Γενικής Ασφαλείας στην οδό Μπουμπουλίνας. Μας φακελώνουν. Και δεν μας χορηγούν πιστοποιητικό αμέμπτων κοινωνικών φρονημάτων.
▅ ΤΟ ΤΟΠΙΟ ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ΄50
Οσο πάντως ομαλοποιούνται σχετικώς και με βραδύ ρυθμό οι μετεμφυλιοπολεμικές συνθήκες, τόσο δημιουργούνται οι προϋποθέσεις ν΄ αναπτυχθεί, όπως συμβαίνει στη Δυτ. Ευρώπη, και να δράσει το Φ.Κ. Συγκεκριμένα τη δεκαετία του ΄50 το Κυπριακό Πρόβλημα με τις διάφορες διακυμάνσεις του απασχολεί τους φοιτητικούς συλλόγους. Αναλαμβάνονται αγωνιστικές πρωτοβουλίες προς συμπαράσταση της Κύπρου. Παράλληλα δημιουργούνται τα περιθώρια ν΄ αναπτυχθεί στο πλαίσιο των συλλόγων δημόσια προβληματική ως προς τις συνθήκες σπουδών και διαβίωσης. Αυτή η ανάπτυξη και η συνακόλουθη δράση σχεδόν μονοπωλείται από την Αριστερά. Ταυτοχρόνως η Δεξιά μετά την ίδρυση της ΕΡΕ, η οποία παρέχει εγγυήσεις διάρκειας και πολιτικής ισχύος, καθιστά εμφανή την
οργανωμένη παρουσία της στα αμφιθέατρα. Μολονότι υπάρχει η ΕΡΕ Νέων, ενεργοποιείται παράλληλα και σύμφωνα με τα τότε πολιτικά ήθη πτερύγων από τη συντηρητική παράταξη ένας δυναμικός βραχίονάς της, η ΕΚΟΦ. Με παρακρατικές καταβολές, ενισχύσεις και μεθόδους ασκεί ιδιότυπη ημιτρομοκρατία στα Πανεπιστήμια με τη βίαιη συμπεριφορά της και την απροκάλυπτη συνεργασία της με την Ασφάλεια.
▅ Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΩΩΝ
Εως περίπου το 1962 το Κέντρο ως ιδεολογικοπολιτικός χώρος διαθέτει σε διάφορες σχολές μερικές μόνο δυναμικές και αυτόφωτες προσωπικότητες που ενδιαφέρονται, ανησυχούν, επιθυμούν να δράσουν. Τα περιθώρια τους είναι περιορισμένα εξαιτίας της διασποράς δυνάμεων του Κέντρου. Συνεργάζονται, λοιπόν, με την Αριστερά και την στοιχειωδώς υπαρκτή στα Πανεπιστήμια μαρκεζινική νεολαία, την αποκαλούμενη και Προοδευτική σ΄ αντιστοιχία με την κομματική επωνυμία. Μόνο όσο ενδυναμώνεται ο ανένδοτος αντικαραμανλικός κι ανεπαισθήτως αντιανακτορικός Ανένδοτος Αγώνας, η ιδρυμένη στις 20/09/1961- μόλις 40 μέρες πριν από τις εκλογές- Ενωση Κέντρου (Ε.Κ.) αρχίζει ν΄ αποκτά αντίκρισμα στο Φ.Κ. Η Δεξιά δεν εμφανίζεται πια ακατανίκητη στον πολιτικό στίβο, βοηθούσης και της σταδιακής δυσμένειας του παλατιού στην οποία περιπίπτει ο κ. Κ. Καραμανλής. Η φυσιογνωμία του Γεωργίου Παπανδρέου δείχνει ότι κυριαρχεί ανάμεσα στα μικροκομματικά καπετανάτα που αποτελούν τις συνιστώσες της Ε.Κ. Η ΕΡΕ αντιμετωπίζει πλέον έναν αξιόμαχο αντίπαλο, ο οποίος μπορεί να αμφισβητήσει απ΄ αυτήν την εξουσία. Την ίδια περίοδο το φοιτητικό σκέλος της Οργάνωσης Νέων Ενώσεως Κέντρου (ΟΝΕΚ) διαμορφώνει στελέχη και αντίστοιχη οντότητα στο Φ.Κ. Αρχίζει δε σταδιακά να χαλαρώνει τη συνοδοιπορία με την Αριστερά και τους Προοδευτικούς. Δομείται παραταξιακή συνείδηση. Αυξάνεται το διαπραγματευτικό βάρος του στο εσωτερικό του αντιδεξιού Μετώπου.
Βεβαίως και ευλόγως οι φοιτητές-συνδικαλιστές
του Κέντρου δεν διαθέτουν ακόμη συγκροτημένη θεωρητική κατάρτιση. Οι όποιες ιδεολογικές επεξεργασίες υπό μορφή αφοριστικών αποφθεγμάτων του Γεωργίου Παπανδρέου και των συνεργατών του πολύ απέχουν από το να αποτελούν αξιόμαχο οπλοστάσιο. Κάποιες κοινωνιστικές αναφορές προσκρούουν στον άκρατο και παραδοσιακό αντικομμουνισμό της ηγεσίας και την πάγια απόφασή της ν΄ απορρίπτει και ν΄ αποκηρύσσει συμπλεγματικά κάθε υπόνοια, έστω και σε περιορισμένη διαδρομή, συμπόρευσης με την Αριστερά. Ετσι το φοιτητικό τμήμα της ΟΝΕΚ, κατακτώντας καθημερινά μεγαλύτερα ποσοστά αυτονομίας, προσδιορίζει τις θέσεις του και τις επιλογές του στο Φ.Κ. Επεξεργάζεται σε κλίμα έντονου ακτιβισμού ορισμένες βασικές κατευθυντήριες γραμμές, τουλάχιστον σε επίπεδο τακτικών κινήσεων.
▅ ΤΟ 15% ΚΑΙ ΤΟ 1-1-4
Παράλληλα συνεργάζεται σχεδόν αρμονικά- και πάντως εκλογικώς αποδοτικάέως το 1963-64 με την Αριστερά και τους Προοδευτικούς. Η Αριστερά είναι αλήθεια ότι διαθέτει συγκρότηση και παράδοση, όπως και στενή καθοδήγηση ώστε να επιχειρεί κάποιο σχεδιασμό στη δράση του Φ.Κ. Ετσι προκύπτει το σύνθημα «15% Προίκα στην Παιδεία», το οποίο υιοθετείται ευρύτερα και αξιοποιείται ως κατευθυντήρια γραμμή στις κινητοποιήσεις. Σχεδόν ταυτοχρόνως και ίσως κατά τι νωρίτερα στελέχη της ΟΝΕΚ έχουν την έμπνευση και συναρμόζουν την προσπάθεια να υπάρξει εκδημοκρατισμός στα Πανεπιστήμια, αλλά και ευρύτερα στον δημόσιο βίο, με την επίκληση του άρθρου 114, ακροτελεύτιου στο Σύνταγμα. Το αποκαλούμενο Σύνταγμα του 1952 ψηφίζεται από τα κόμματα του Κέντρου αλλ΄ όχι από την Αριστερά. Αυτή το απεχθάνεται, διότι με μεταβατική διάταξή του διατηρείται το παρασύνταγμα. Παραμένουν δηλαδή εν ισχύι όλα τα έκτακτα νομοθετήματα- Αναγκαστικοί Νόμοι και Ψηφίσματα- από την εποχή του Εμφυλίου και νωρίτερα. Παρατείνεται με βάση αυτά η παρανομία του ΚΚΕ, ενώ διατηρούνται ενεργές οι δρακόντειες επιπτώσεις της (φιλο)κομμουνιστι
κής δραστηριότητας, η οποία εξομοιώνεται και θεωρείται κατασκοπία και εσχάτη προδοσία.
Ανεξάρτητα λοιπόν από το γεγονός ότι κάποια στελέχη που μετέχουν στη σπουδάζουσα της ΕΔΑ ενστερνίζονται το σύνθημα 1-1-4 και το εντάσσουν στην αγωνιστική φαρέτρα τους, αποκλείεται με δική τους πρωτοβουλία να βάσισαν τη συνθηματολογία τους εφ΄ ενός «αντιδραστικού» Συντάγματος. Οθεν η πατρότητα του εγχειρήματος να καταστεί τελικώς αυτός ο τριψήφιος αριθμός σφραγίδα από την οποία να αναγνωρίζεται και να διακρίνεται η σχετική γενιά, μπορεί να αποτελεί λόγο ερίδων ανάμεσα στους κεντρώους νέους εκείνης της εποχής, πλην όμως δεν μπορεί να διεκδικηθεί αυτή η πατρότητα από την Αριστερά. Κεντρώας, λοιπόν, προέλευσης το 1-1-4. Οπως την ίδια προέλευση έχει και ένα σημαντικό ποσοστό των αγώνων για τη Δημοκρατία που δόθηκαν τότε.
▅ Η ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΣΤΟ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Σημειώνουμε όλα τούτα τα σχολαστικοφανή, διότι τα τελευταία χρόνια, ακόμα και με υλική ενίσχυση από την Πολιτεία, επιχειρείται να γραφεί η ιστορία της περιόδου με κραυγαλέες παρερμηνείες, χαρακτηριστικές αποσιωπήσεις, ου μην και με νόθευση των γεγονότων και με φαλκίδευση της πραγματικότητας. Οι φοιτητικές κινητοποιήσεις κατά την πρώτη επταετία του ΄60 δεν νοείται αλλά και δεν επιτρέπεται να πιστωθούν στη μερίδα μιας και μόνο παράταξης, δηλαδή της Αριστεράς. Επισημαίνεται κατηγορηματικά ότι από το 1963-64 και μετά, με κορύφωση τα Ιουλιανά του 1965 έως και την 21η Απριλίου 1967, οι κεντρώοι φοιτητές κυριαρχούν στο Φ.Κ. και δη κατά τρόπο σαρωτικό. Τα αυτόνομα ψηφοδέλτιά τους κατακτούν την αυτοδυναμία στα συλλογικά όργανα όλων των βαθμίδων του Φ.Κ. Το ιδιόμορφο Μέτωπο έχει διαλυθεί. Θύμα από τη νέα διαμόρφωση της κατάστασης αναδεικνύεται η Αριστερά, που χάνει πολλά ερείσματά της.
Αν η κατάσταση στο Φ.Κ. παρέμενε όπως ήταν στα τέλη του ΄50 και στις αρχές του ΄60 με την πόλωση ανάμεσα στη Δεξιά
και την Αριστερά, θα είχε αναντιρρήτως επικρατήσει η πρώτη, λαμβανομένου υπόψη του αντικομμουνιστικού κλίματος που είχε εγκαθιδρυθεί. Η θεμιτή δράση της Αριστεράς προκαλούσε την αντίδραση της Δεξιάς. Ετσι οι Σύλλογοι των Φοιτητών σε σχολές όπου τη μια χρονιά πλειοψηφούν οι εκλεγέντες με την υποστήριξη της Αριστεράς, την επόμενη «περνούν» αναποτρέπτως στη Δεξιά, η οποία είναι μαζικότερη και έχει ευρύτερα περιθώρια να αναπτυχθεί σε αντίθεση με την Αριστερά. Το αντιδεξιό μέτωπο επικρατεί διότι το Κέντρο εισφέρει μάζες από την αστείρευτη δεξαμενή του, η οποία συνεχώς μεγεθύνεται. Αυτό συμβαίνει λόγω των συγκυριών, αλλά και εξαιτίας της αναμέτρησης της Ε.Κ. με τις δυνάμεις της αντίδρασης, όπως είναι τότε τα Ανάκτορα και η χωρίς τον Κ. Καραμανλή ΕΡΕ.
Εν κατακλείδι η Αριστερά πρωτοπορεί μεν αρχικώς αξιοποιώντας την απουσία του Κέντρου από τα αμφιθέατρα. Υποχωρεί, όμως, χαρακτηριστικά, όσο αναπτύσσεται το τελευταίο. Αυτό το συμπέρασμα εδραιώνεται και αποδεικνύεται ακόμα και μηχανιστικά. Οι κεντρώοι διαθέτουν την απόλυτη πλειοψηφία στο τριτοβάθμιο όργανο, δηλαδή τη Συνομοσπονδία της ΕΦΕΕ, από την αρχή του 1965 έως και τη διάλυσή της από τη χούντα. Θα τη διέθετε δε και από το 1964 αν δεν είχαν μεσολαβήσει διάφορες λαθροχειρίες της Αριστεράς, οι οποίες καλό θα ΄ταν να είχαν εγκλειστεί στο χρονοντούλαπο. Επανέρχονται, όμως, αυτομάτως εξαιτίας των ιστοριογραφικών αυθαιρεσιών που σημειώνονται επ΄ εσχάτων. Δυστυχώς για τους «χειρουργούς» οι περισσότεροι από όσους έδρασαν την επίμαχη περίοδο παραμένουν στη ζωή και μάλιστα με σώες τις φρένες. Προσφέρονται δε να συνεργήσουν στη διάσωση της συλλογικής μνήμης, χωρίς προκαταλήψεις και με οδηγό την ιστορική αλήθεια. Αλλωστε η αλήθεια θεωρείται επαναστατική. Υπηρετώντας την, αναβιώνουμε τη χαμένη επαναστατικότητά μας και παραμερίζουμε τη μιζέρια και την κιτρινίλα του αναδρομικού καπελώματος που είναι ασύμβατο με τη δημοκρατική παράδοση του φοιτητικού κινήματος. *
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου