Παρασκευή, Ιανουαρίου 14, 2005

Το συνεταιριστικό κίνημα στην Ελλάδα - Μπροστά στη μεγάλη πρόκληση

Του Κ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ*


Η συνεταιριστική δραστηριότητα ως έκφραση των αδυνάτων στην προσπάθειά τους για αυτοπροστασία των συμφερόντων τους είναι πολύ παλιά και φαινόμενο σε παγκόσμια κλίμακα αλλά και ταυτόχρονης σχεδόν εμφάνισης στις περισσότερες χώρες.

Στην αρχή οι συνεταιρισμοί ή οι δραστηριότητες που είχαν συνεταιρικό χαρακτήρα διέπονταν από τους νόμους του εμπορικού και οικονομικού καθεστώτος κάθε χώρας γιατί δεν υπήρχαν ειδικοί νόμοι περί συνεταιρισμών.

Οι συνεταιριστικοί νόμοι εμφανίζονται αργότερα και κάτω από την πίεση να ρυθμίσουν υφιστάμενες και σε μεγάλο μέρος μερικώς ή καθόλου καλυπτόμενες, νομικά οικονομικές δραστηριότητες των συνεταιρισμών.

Στην Ελλάδα αποτελεί σταθμό ο πρώτος νόμος 602/1914.

Αξίζει τον κόπο να διαβάζεται η ωραία εκείνη εισηγητική - αιτιολογική έκθεση του υπουργού της Εθνικής Οικονομίας, Αλ. Μιχαλακόπουλου, στις 30 Σεπτεμβρίου 1914 στη Βουλή των Ελλήνων.

Η εισήγηση εκείνη θεωρήθηκε μία από τις αρτιότερες εκθέσεις που συνόδευσαν ποτέ την κατάθεση νόμου ενώπιον του νομοθετικού σώματος, λόγω του οικονομικού, κοινωνικού κ.λπ. περιεχομένου των συνεταιρισμών.

Εγραφε λοιπόν η εισηγητική έκθεση: «1. Εννοια, οργανισμός και είδη συνεταιρισμών.

Η τιμή των γεωργικών ιδία, αλλά και των βιομηχανικών προϊόντων, υφίσταται δυσανάλογον επαύξησιν από του τόπου της παραγωγής μέχρι του τόπου της καταναλώσεως, ενώ συνήθως ελάχιστον μόνον ποσοστόν της επαυξήσεως ταύτης δικαιολογείται εκ των εξόδων μεταφοράς και άλλων πραγματικών εξόδων. Το πλείστον της υπερτιμήσεως αποκερδαίνεται υπό διαφόρων προσώπων μεσαζόντων μεταξύ του παραγωγού και του καταναλωτού επί προφανεί ζημία αμφοτέρων. Ούτω ο γεωργός πωλεί τα προϊόντα τους εις ταπεινήν τιμήν εις τον έμπορον, όστις μεταπωλεί αυτά χονδρικώς εις την αγοράν, μίαν ή και πλείονας διαμέσους, οπόθεν διάφοροι έμποροι και μεταπράται τα προμηθεύονται και μετοχετεύουσιν εις λιανικήν κατανάλωσιν. Επίσης ο παραγωγός προμηθεύεται συνήθως τα απαιτούμενα διά την γεωργικήν ή βιοτεχνικήν του εργασίαν εργαλεία ή άλλα αντικείμενα από ουχί αφιλοκερδώς μεσαζούσας χείρας. Ή τα διάφορα τρόφιμα και είδη οικιακής χρήσεως πωλούνται διά του λιανικού εμπορίου εις υψηλάς τιμάς και μετρίαν ποιότητα. Εξ άλλου πολλαί βιοτεχνικαί ή άλλαι επιχειρήσεις αποφέρουσιν ικανά κέρδη εις τους ενασκούντας αυτάς κεφαλαιούχους διά της συμβολής τής ουχί επαρκώς συνήθως μισθουμένης εργασίας των εργατών, ήτις θα ημείβετο καλλίτερον, αν η επιχείρησις διενηργείτο συνεργατικώς.

Την βελτίωσιν των οικονομικών τούτων συνθηκών επιδιώκει ο συνεργατισμός όστις ούτω εμφανίζεται ως αντίδρασις κατά της ατομιστικής οργανώσεως της παραγωγής διά της συμπράξεως των εχόντων κοινά συμφέροντα, ως μέσον κοινωνικής αμύνης των απορωτέρων τάξεων προς πρόληψιν της οικονομικής και κοινωνικής αυτών καταπτώσεως. Συνασπιζόμενοι εις συνεταιρισμούς ή συνεργατικάς εταιρείας οι εκτεθειμένοι εις την ρηθείσαν οικονομικήν εκμετάλλευσιν, θέτουσιν εκποδών τους διαφόρους ή τους πλείστους αυτών και εξασφαλίζουσιν υπέρ του συνεταιρισμού των, συναλλασσόμενοι απ' ευθείας μετά των καταναλωτών ή παραγωγών, το κέρδος, το οποίον απολαύουσιν οι έμποροι ως αγορασταί ή ως προμηθευταί, ή ευρίσκουν διά του συνεταιρισμού τας αναγκαίας διά την επιχείρησίν των πιστώσεις.

Αλλά πλην της οικονομικής προαγωγής των μικροεπιχειρήσεων, της προσεγγίσεως προς αλλήλας των κοινωνικών τάξεων, της καταργήσεως περιττών κεφαλαιοκρατικών διαμέσων παραγόντων επιτυγχάνεται διά της συνεργατικής οργανώσεως και της αλληλεγγύης και η ηθική ανάπτυξις και μόρφωσις των συνεταίρων, η σκοπιμωτέρα ενάσκησις του επαγγέλματος και της τέχνης αυτών.

Ως εκ των ειρημένων ήδη υποδηλούται συνεταιρισμός είναι η εταιρία, ήτις σκοπεί την προαγωγήν της ιδιωτικής οικονομίας εκάστου εταίρου διά της κοινής ενεργείας και αλληλεγγύης πάντων. Ο αριθμός των εταίρων είναι απεριόριστος, εις τρόπον ώστε πας ο πληρών ωρισμένους όρους δύναται να γίνη μέλος του συνεταιρισμού, το συνεταιρικόν δε κεφάλαιον είναι μεταβλητόν, χωρίς να υπάρχη υποχρέωσις αναγραφής ποσού αυτού εις το καταστατικόν.

Οι συνεταιρισμοί εν Ελλάδι

Εάν προς την κολοσσιαίαν ανάπτυξιν, την οποίαν έλαβον οι συνεταιρισμοί εις άλλας χώρας, παραβάλωμεν την εν Ελλάδι μέχρι τούδε κίνησιν, ευρίσκομεν ότι υστερούμεν καταπληκτικώς. Πρωτογενείς τινάς συνεταιρισμούς, προκύψαντας εκ της ανάγκης των πραγμάτων, απαντώμεν ήδη παλαιόθεν εις τα κτηνοτροφικάς εκμεταλλεύσεις. Εις την νομαδικήν δηλ. ποιμνιοτροφίαν γίνεται πολλάκις από κοινού εκμετάλλευσις των εις διαφόρους ποιμένας ανηκόντων προβάτων ή αιγών υπό την διεύθυνσιν ενός αρχιβοσκού, αναλαμβάνοντος την εξεύρεσιν και ενοικίασιν λιβαδίων, την κατανομήν τούτων και της εργασίας εις τους βοσκούς και την από κοινού πώλησιν των κτηνοτροφικών προϊόντων.

Δυστυχώς το κράτος δεν ανεμέτρησε μέχρι προ τίνος την σπουδαιότητα των συναιτερισμών διά την εθνικήν οικονομίαν, ουδεμίαν υπέρ της διαδόσεως και συστάσεως αυτών λαβόν νομοθετικήν ή διοικητικήν μέριμναν. Παρά την ακηδίαν ταύτην ανεφάνη αυθόρμητος, αλλά μικρά και μεμονωμένη, η ιδιωτική πρωτοβουλία, εις την οποίαν, αν μη τι άλλο, οφείλεται τουλάχιστον ο σημαντικός πειραματισμός και η έμπρακτος απόδειξις ότι είναι κάλλιστα δυνατή, ως και εις άλλας χώρας, η ευδοκίμησις του συνεργατισμού εν Ελλάδι και ότι ο σκεπτικισμός και ο φόβος της αποτυχίας διά την συνήθη και αλλαχού δυσπιστίαν και συντηρητικότητα, ιδία του χωρικού, δεν πρέπει να αναστείλωσι ποσώς τας προσπαθείας μας. Ο μετοχικός γεωργικός σύλλογος Αλμυρού, ιδρυθείς ήδη από του 1900, αλλά κατά το 1908 εδραιωθείς επί ασφαλεστέρων συνεταιρικών βάσεων, κέκτηται σήμερον κεφάλαιον άνω των 80.000 δραχμών, εκ του οποίου παρέχει προσωπικά δάνεια εις τα 160 αυτού μέλη, εξ ων πολλοί κολλήγοι, έχει δε δύο αλωνιστικάς μηχανάς προς αλωνισμόν των σιτηρών των τε μελών και τρίτων γεωργών εις την επαρχίαν Αλμυρού, σιτοκαθαριστήριον και εκκοκκιστικήν μηχανήν αραβοσίτου.

Αφ' ενός μεν ότι ο γεωργικός πληθυσμός αρχίζει να κατανοή ήδη την ωφελιμότητα και την ανάγκην της συσσωματώσεως αυτού εις γεωργικούς συνεταιρισμούς, αφ' ετέρου δε ότι επιτακτική η ανάγκη της λήψεως καταλλήλων μέτρων προς χειραγώγησιν και εδραίωσιν αυτών, διότι αποτυχία τις εις τα πρώτα βήματα θα εμβάλη εις τους αγρότας νέον οργανισμόν».

Ο ΝΟΜΟΣ 602 της 31ης Δεκεμβρίου 1914/24 Ιανουαρίου 1915

Συνεταιρισμός κατά την έννοιαν του παρόντος νόμου είναι η εταιρεία η οποία έχει κεφάλαιον μεταβλητόν, αποτελείται εκ συνεταίρων, ως ο αριθμός είναι επίσης μεταβλητός, και σκοπεί την διά της συνεργασίας των συνεταίρων προαγωγήν της ιδιωτικής οικονομίας εκάστου αυτών. Τοιούτοι συνεταιρισμοί είναι ιδία οι πιστωτικοί, οι συνεταιρισμοί αγοράς, πωλήσεως, καταναλώσεως, οι παραγωγικοί, οι οικονομικοί. Οι συνεταιρισμοί, ασχέτως του αντικειμένου της επιχειρήσεως αυτών, διακρίνονται εις γεωργικούς και αστικούς.

Με το νόμο 602/1914 περί συνεταιρισμών που αποτελεί ορόσημο αρχίζει μια καινούργια περίοδος στην ανάπτυξη του συνεταιριστικού κινήματος.

Σταθμό αποτελεί η ίδρυση της ΠΑΣΕΓΕΣ, στην ίδρυση της οποίας πρωτοστατούσε ο μεγάλος συνεταιριστής Αλέξανδρος Μπαλτατζής που διήνυε τότε την τρίτη δεκαετία της ζωής του.

Η δημιουργία των κεντρικών οργανώσεων ΚΥΔΕΠ κ.λπ., είναι άλλοι σταθμοί στην εξέλιξη του συνεταιριστικού κινήματος.

Ως επιστέγασμα του πυρετού δημιουργίας της εποχής εκείνης είναι η ίδρυση της ΣΕΚΕ που αποτελεί τη ναυαρχίδα της συνεταιριστικής οργάνωσης και δράσης.

Ο δε μεγαλειώδης θεσμός των υποτροφιών, μοναδικός στα συνεταιριστικά χρονικά του κόσμου, δημιούργησε μια νέα κατάσταση και προοπτική για το συνεταιριστικό κίνημα.

Σίγουρα οι συνθήκες της κάθε εποχής αποτελούν ουσιώδη προϋπόθεση για τη δημιουργία μεγάλων επιτευγμάτων, σταθμών θεσμικών αφετηριών ας μου επιτραπεί η έκφραση αυτή.

Χωρίς όμως τον ανθρώπινο παράγοντα και την εμφάνιση στο προσκήνιο φωτισμένων ηγετικών μορφών, όπως είναι του Αλέξανδρου Μπαλτατζή και του Βασίλη Ιλαντζή, δεν θα υπήρχαν τα επιτεύγματα αυτά.

Το αγροτικό συνεταιριστικό κίνημα κάτω από την καθοδήγηση του Αλέξανδρου Μπαλτατζή πραγματοποιεί αλματώδη πρόοδο με τη δημιουργία πολλών κεντρικών οργανώσεων.

Το 1981 υπάρχει ένα ισχυρό αγροτικό συνεταιριστικό κίνημα με ευοίωνες προοπτικές και συνθήκες ανάπτυξης.

Δεν μπορούμε όμως να πούμε και σήμερα το ίδιο.

Για την κατάντια, γιατί περί αυτού πρόκειται, τίθεται το μέγα ερώτημα, τις πταίει.

Και δυστυχώς φταίνε άνθρωποι ανίκανοι που κατέλαβαν σημαντικά πόστα στην ιεραρχία του κινήματος με μεγάλες φιλοδοξίες, ανικανότητα και εξωθεσμικές επιδιώξεις.

Μια ΣΕΚΕ και λίγες άλλες οργανώσεις δεν αναιρούν την κατάρρευση και την οπισθοδρόμηση του κινήματος.

Και όμως το αγροτικό συνεταιριστικό κίνημα προσέφερε τεράστιες υπηρεσίες τόσο στο συνεταιρισμένο κόσμο όσο και στην εθνική οικονομία.

Το επαναλαμβανόμενο, κατά κόρον, ότι οι συνεταιρισμοί με τις εκάστοτε διαγραφές από την πολιτεία των σωρευμένων χρεών τους αποτελούν πληγή για την εθνική οικονομία, είναι αναληθές.

Αυτός που χρωστάει στους συνεταιρισμούς είναι το κράτος και όχι οι συνεταιρισμοί.

Οσες φορές το κράτος επιχείρησε, για την εφαρμογή της αγροτικής πολιτικής του, να μη χρησιμοποιήσει τους συνεταιρισμούς βρέθηκε σε αδιέξοδα και επέστρεφε πάλι στους συνεταιρισμούς.

Το εκάστοτε τίμημα που κατέβαλλε το κράτος υπήρξε δυσανάλογα μικρό για την ποιότητα και ποσότητα της εξυπηρέτησης της αγροτικής πολιτικής ευθύνης του κράτους.

Οι διαπραγματεύσεις με το κράτος υστερούσαν κάθε φορά για λόγους που δεν είναι του παρόντος. Το κράτος λοιπόν και όχι οι συνεταιρισμοί, επαναλαμβάνω, χρωστάει. Γιατί η ηγεσία του συνεταιριστικού κινήματος ποτέ δεν αποτίμησε εμπεριστατωμένα το χρέος αυτό, το κόστος των υπηρεσιών που προσέφερε προς το κράτος.

Αυτό όμως δεν απαλλάσσει τους συνεταιρισμούς από τις ευθύνες τους για το δικό τους μερίδιο της κακοδιοίκησης και κακοδιαχείρισης κ.λπ.

Καταναλωτικοί συνεταιρισμοί

Ο νόμος 602/1914 περιελάμβανε όλα τα είδη των συνεταιρισμών και με τις τροποποιήσεις που είχε υποστεί ήταν ο καλύτερος νόμος στον ευρωπαϊκό χώρο.

Συμβαίνει όμως άμα δεν ξέρει κανείς να παίξει ένα όργανο να φταίει αυτό και όχι ο οργανοπαίκτης.

Το καλύτερα οργανωμένο και πιο δυναμικό συνεταιριστικό κίνημα στον κόσμο είναι της Δανίας. Και όμως δεν υπάρχει νόμος περί συνεταιρισμών.

Καλύπτεται από τους άλλους νόμους, Εμπορικό, Αστικό Κώδικα κ.λπ.

Ο μεγάλος συγγραφέας των συνεταιρισμών κ. Αριστείδης Κλήμης στο έργο του―«Οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα το 1960» στην εισαγωγή αναφέρει: «Πολλές προσπάθειες έχουν γίνει στη χώρα μας για να αναπτυχθούν οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί. Πρόσφερε ο θεσμός στο παρελθόν και προσφέρει και σήμερα πολλές αξιόλογες υπηρεσίες. Αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι έχει αναπτυχθεί και εξελιχθεί σημαντικά και ότι παίζει κάποιο αξιόλογο ρόλο».

Πολλοί είναι οι λόγοι που δεν πρόκοψαν και δεν προκόβουν και σήμερα οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί και αναφέρει συγκεκριμένα:

1. Παρανόηση και παραποίηση της έννοιας και των σκοπών του καταναλωτικού συνεταιρισμού.

2. Ο τύπος του κλειστού ομοιοεπαγγελματικού και ομοιοϋπαλληλικού καταναλωτικού συνεταιρισμού.

3. Εσφαλμένη πρόταξη της παροχής πίστωσης, όχι αγοράς μετρητοίς.

4. Οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί από ανταγωνιστές γίνονται μέσον προσφοράς πελατείας στο εμπόριο, με πιστώσεις και εκπτώσεις, που σήμερα ιδιαίτερα παρεμποδίζει την ανάπτυξη υγιών καταναλωτικών συνεταιρισμών.

5. Ελλειψη ενδιαφέροντος των μελών.

Ολοι οι κλειστοί συνεταιρισμοί λόγω της ιδιότητάς τους αυτής δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στους καταστατικούς τους σκοπούς και παρέμειναν υποτυπώδεις -χαλαρές οικονομικές μονάδες. Ημασταν η μοναδική χώρα στην Ευρώπη, που δεν είχαμε τον ιστορικό ορθόδοξο τύπο των ανοιχτών καταναλωτικών συνεταιρισμών.

Οταν το 1960 βρεθήκαμε στη Σουηδία ως υπότροφοι για να μελετήσουμε το συνεταιριστικό κίνημα της Σουηδίας, βρισκόμασταν κάθε φορά μπροστά σε εκπλήξεις. Αυτά που βλέπαμε και μαθαίναμε μας ήταν πρωτόγνωρα.

Η προτροπή του προέδρου της ΔΕΣ, dr. Bonov, ήταν ότι και στην Ελλάδα πρέπει να δημιουργηθούν ανοιχτοί καταναλωτικοί συνεταιρισμοί, πάνω στο πρότυπο των συνεταιρισμών της Ευρώπης, που στηρίζονται στις αρχές του συνεταιρισμού Rochdale.

Οπως είναι γνωστό, ο συνεταιρισμός του Rochdale του 1843 στην Αγγλία είναι ο πρώτος καταναλωτικός συνεταιρισμός με ξεκάθαρες πλέον τις συνεταιριστικές αρχές, όπως σχεδόν ισχύουν και στην εποχή μας.

Εδώ μπορούμε να πούμε ότι οι αρχές του Rochdale είναι το απαύγασμα και το ξεκαθάρισμα από τις εμπειρίες των προκατόχων. Γιατί θα ήταν ανευλάβεια να μην αναφέρει κανείς ονόματα όπως του Robert Owen και πολλών, οι οποίοι με τις κοινωνικές θεωρίες τους προετοίμασαν το περιβάλλον για τη διακήρυξη των αρχών του Rochdale.

Ανέφερα στον dr. Bonov ότι τα πιο κατάλληλα πρόσωπα να συμβάλουν αποφασιστικά στη δημιουργία ανοικτών καταναλωτικών συνεταιρισμών ήταν ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής, ο ηγέτης των αγροτικών συνεταιρισμών, και ο Ιωάννης Αφεντάκης, ο «φίλος» του και γενικός διευθυντής της ΠΑΣΕΓΕΣ, και πλειάδα άλλων ονομάτων που βρίσκονταν στο συνεταιριστικό στερέωμα της Ελλάδας την εποχή εκείνη.

Οταν επέστρεψα από τη Σουηδία φιλοδόξησα να αρχίσει μια προσπάθεια για τη δημιουργία τέτοιων συνεταιρισμών. Σε ένα τόσο σύντομο κείμενο δεν μπορώ να καταγράψω με λεπτομέρειες τα όσα συνέβησαν την εποχή εκείνη.

Το καταστατικό του Α' Ανοικτού Καταναλωτικού Συνεταιρισμού της Θεσσαλονίκης συντάχθηκε στα γραφεία της ΣΕΚΕ το 1962, με τη βοήθεια του νομικού συμβούλου, κ. Δημητρίου Νικήτα. Τότε ήμουν ακόμη υπάλληλος της ΣΕΚΕ.

Το καταστατικό υπογράφηκε από 57 ιδρυτικά μέλη, που κατά 50% τουλάχιστον ήταν υπάλληλοι των συνεταιριστικών οργανώσεων ΣΕΚΕ, ΚΥΔΕΠ κ.λπ.

Πρώτος πρόεδρος του συνεταιρισμού ήταν ο Αλέξανδρος Δεληγιαννίδης, καθηγητής Φροντιστής, στενός συνεργάτης του Αλέξανδρου Μπαλτατζή.

Το καταστατικό του συνεταιρισμού εγκρίθηκε την 1η Νοεμβρίου 1962. Θεωρώ απαραίτητο να παραθέσω μερικά στιγμιότυπα από την υποβολή του Καταστατικού στην Επιθεώρηση Εργασίας του υπουργείου Εργασίας όπου ανήκαν οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί την εποχή εκείνη.

Κατά την υποβολή του καταστατικού έγινε η ακόλουθη στιχομυθία με τον τότε διευθυντή της Επιθεώρησης Εργασίας:

* Τι είναι αυτά που γράφετε εδώ;

* Είναι το καταστατικό του Καταναλωτικού Συνεταιρισμού "ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗΣ - KONSUM Θεσσαλονίκης".

* Ποιος συνεταιρισμός είναι αυτός;

* Των καταναλωτών.

* Ποιων καταναλωτών;

* Ολων των καταναλωτών γενικά, και εσείς μπορείτε να γίνετε μέλος, κ. διευθυντά.

* Ξέρεις πόσους καταναλωτικούς συνεταιρισμούς έχουμε στην Ελλάδα; Στο υπουργείο Εργασίας είναι καταχωρισμένοι 2,5 χιλιάδες.

* Αυτός είναι ακόμη ένας, κ. διευθυντά.

Με περιεργάζεται και μου λέει: "Είσαι καλά, παιδί μου; Μήπως έχεις ψυχολογικά προβλήματα;".

* Υγιέστατος, κ. διευθυντά, χωρίς ψυχολογικά προβλήματα, ούτε και κληρονομικά.

Ο διευθυντής αμφιβάλλει.

* Κύριε διευθυντά, σας έχουμε υποβάλει ένα Καταστατικό. Είστε υποχρεωμένος κατά νόμο να το εγκρίνετε ή να το απορρίψετε και εμείς θα ενεργήσουμε αναλόγως με την απόφαση που θα πάρετε.

Υστερα από λίγες ημέρες με ξαναφωνάζει: "Εχετε διατάξεις που δεν προβλέπονται από το νόμο 602".

* Μα δεν απαγορεύονται, κ. διευθυντά, από το Ν. 602 και ό,τι δεν απαγορεύεται από το νόμο επιτρέπεται.

* Εμείς σας στέλνουμε το Καταστατικό και εντελλόμαστε να απαλείψετε τις διατάξεις που δεν εγκρίνουμε».

Αυτά είναι, σε λίγες γραμμές, από τα ευτράπελα που προηγήθηκαν μέχρι που να εγκριθεί το Καταστατικό του πρώτου Καταναλωτικού Συνεταιρισμού «ΚΑΤΑΝΑ-ΛΩΤΗΣ - KONSUM».

Ο συνεταιρισμός από την έγκριση του καταστατικού της 01.11.1962 υπήρχε πλέον ως νομικό πρόσωπο. Εδώ πρέπει να πούμε ότι υπήρξε ιστορική η συμβολή των πρώτων διοικήσεων, που κάτω από τα σκωπτικά χαμόγελα επωνύμων και ανωνύμων επιτέλεσαν ένα γιγάντιο έργο. Η πίστη και η αφοσίωσή τους και η πίστη των μελών του υπήρξαν αποφασιστικοί παράγοντες στην εδραίωση του συνεταιρισμού και μάλιστα κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες.

Ο σκεπτικισμός των πρώτων ημερών, με το άνοιγμα του πρώτου καταστήματος super market στις 4.09.1964, γίνεται ενθουσιασμός. Οι πρώτες δυσκολίες έχουν ξεπεραστεί. Χάρη στην αφοσίωση των μελών του, στους σωστούς χειρισμούς, στην εργατικότητα των διοικήσεων, ο συνεταιρισμός πέτυχε, γιατί δεν απομακρύνθηκε από τις αρχές του και δεν χρησιμοποιήθηκε εξωθεσμικά.

Οι συνεταιρισμοί, όπως είναι γνωστό, ανθούν σε δημοκρατικό περιβάλλον, το ενισχύουν και ενισχύονται. Εθίζουν τα μέλη τους στη δημοκρατική συνεργασία και ηθική. Οι αρχές τους έχουν πανανθρώπινη αξία και εφαρμογή.

Ας μου επιτραπεί να τονίσω ότι δεν προσαρμόσαμε τις αρχές τους στα δικά μας δεδομένα, αλλά εμείς προσαρμοστήκαμε σ' αυτές.

Οταν την εποχή εκείνη τονίζαμε στη «διαπασών» την αρχή «αγορές τοις μετρητοίς», αντιμετωπίζαμε όχι μόνο σκεπτικισμό, αλλά και τη σκωπτική αντίδραση των πολλών.

Και όμως, ο συνεταιρισμός, ως ελεύθερος και δημοκρατικός θεσμός, παρά τη σχετικότητα του μεγέθους του, κατόρθωσε όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν να προτάσσει έντονα ενεργητική άμυνα ενάντια στην εκμετάλλευση και να ενεργεί ως εξισορροπητικός παράγοντας στον ανταγωνισμό.

Θεωρητικά, κατά την οικονομική επιστήμη, ο ανταγωνισμός τείνει να εξισορροπήσει τις τιμές και επομένως δεν θα υπήρχε ανάγκη τέτοιων θεσμών αυτοπροστασίας. Στην πραγματικότητα, όμως, καταλήγει πάντα σε μονοπωλιακές καταστάσεις που οπωσδήποτε είναι σε βάρος των καταναλωτών. Εδώ ακριβώς έρχεται ο ρόλος του συνεταιρισμού, να ενεργεί στην πράξη ως εξυγιαντικός παράγοντας του ανταγωνισμού και των δομών του προς όφελος όχι μόνο των μελών του, αλλά και των καταναλωτών γενικότερα.

Την εποχή αυτή είμαστε δυστυχώς μάρτυρες ενός μεγάλου αφελληνισμού του λιανικού εμπορίου και της οικονομίας μας γενικότερα. Στον τόπο μας κυριάρχησαν, στον τομέα του λιανικού εμπορίου, γιγάντιες πολυεθνικές επιχειρήσεις.

Ο κίνδυνος που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία είναι μέγας. Στόχος τους είναι, αφού με τις ανταγωνιστικές τιμές που δημιουργούν στα ελληνικά προϊόντα εξοντώσουν ό,τι ελληνικό δίκτυο υπάρχει, στη συνέχεια να κατακλύσουν την ελληνική αγορά με τα δικά τους προϊόντα. Η ελληνική βιομηχανία και βιοτεχνία σύντομα δεν θα βρίσκει ελληνικό δίκτυο για τη διάθεση των προϊόντων τους.

Μόνο οι γεωργικοί και αστικοί συνεταιρισμοί, με ριζική αναδιοργάνωση και συνεπή προσπάθεια προσαρμογής τους στα σημερινά δεδομένα μπορούν να αποτελέσουν ένα αντίπαλο δέος και να διαδραματίσουν εθνωφελή ρόλο.

Οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει όμως σήμερα ο συνεταιρισμός είναι πολλοί. Πρώτον, εξωγενείς. Ο πολυεθνικός ανταγωνισμός έχει στόχο να εξοντώσει κάθε τι που θα θεωρείται εθνικό. Οι συνεταιρισμοί είναι στο στόχαστρό του. Εχει τη δυνατότητα να απορφανίζει την ελληνική κοινωνία και οικονομία από ηγετικά στελέχη, που είναι τόσο αναγκαία και για την πρόοδο των συνεταιρισμών. Διαθέτει πακτωλό κεφαλαίων και πανάκριβη τεχνογνωσία και πρακτικές. Θα θέλαμε, όμως, να σταθούμε περισσότερο στους εσωγενείς-εσωτερικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι συνεταιρισμοί.

Ο συνεταιρισμός από τη φύση του είναι κοινωνικοοικονομική οργάνωση. Δεν αποβλέπει στο κέρδος ως αυτοσκοπό, αλλά ως μέσον εξυπηρέτησης των μελών του.

Εχει υψηλό κόστος λειτουργίας, που κατά ένα μεγάλο μέρος προέρχεται από τη μονιμότητα των υπαλλήλων του. Υπάρχει εδραιωμένη μια τάση να υπερτονίζονται τα δικαιώματα των εργαζομένων και να αγνοούνται οι υποχρεώσεις. Η αίσθηση της μονιμότητας, η εξασφαλιστική νοοτροπία, η μειωμένη απόδοση, ένα είδος δημοσιοϋπαλληλικής αδιαφορίας, η μεγάλη ηλικία ως μέσος όρος των εργαζομένων, που είναι αποτέλεσμα της μονιμότητας, είναι σοβαρά μειονεκτήματα για να προσαρμόζεται και να αντιμετωπίζει το σκληρό ανταγωνισμό του διεθνούς κεφαλαίου. Επιπλέον, η έλλειψη των αναγκαίων προσόντων των εργαζομένων που μπορεί να πει κανείς ότι ήταν αρκετά για τις συνθήκες τού τότε ανταγωνισμού, είναι όμως πολύ λίγα γα τις σημερινές απαιτήσεις, που επιβάλλεται να είναι αυξημένη ποιοτικά και ποσοστικά η απόδοση των εργαζομένων και στους συνεταιρισμούς.

Πρέπει να συνειδητοποιήσουν οι εργαζόμενοι στους συνεταιρισμούς ότι η επιβίωσή τους δεν πρέπει να είναι έργο μιας αιρετής και άμισθης διοίκησης, αλλά πρώτιστα δικό τους έργο. Να συμπεριφέρονται απέναντι στα μέλη και στους πελάτες σαν τους φυσικούς εργοδότες γιατί είναι τα αφεντικά τους. Να έχουν βαθιά γνώση της λειτουργίας και των δομών του συνεταιρισμού.

Πρέπει με διαρκή εκπαίδευση, αλλά και με την κατάλληλη επιλογή του αναγκαίου προσωπικού, τα παραπάνω μειονεκτήματα που αναφέραμε να μετατραπούν σε πλεονεκτήματα και θα πρέπει αυτό να είναι το σπουδαιότερο έργο των διοικήσεων και της ηγεσίας των τεχνοκρατών.

Ολες οι δραστηριότητες του συνεταιρισμού, διοίκησης, οικονομικών, τεχνικών κ.λπ., να διέπονται από διαφάνεια. Για να επιβιώσει ο συνεταιρισμός στο μέλλον πρέπει να βρίσκεται όσο το δυνατό κοντά στα μέλη του και η επιρροή των μελών προς τη διοίκηση να είναι άμεση και αποτελεσματική.

*Ο Κ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ είναι πρόεδρος του Συνεταιρισμού της Θεσσαλονίκης «ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗΣ KONSUM-COOP»




ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑ - 29/05/2001

Δεν υπάρχουν σχόλια: